Λειτουργική ίαση της Χρόνιας Μυελογενούς Λευχαιμίας επιτυγχάνουν οι νεότερες θεραπείες!
Τα νέα επιστημονικά δεδομένα επιτρέπουν ακόμα και την οριστική διακοπή θεραπείας για ορισμένους ασθενείς με ΧΜΛ
Σημαντική πρωτοβουλία της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας: πρόγραμμα ενημέρωσης και παρακολούθησης ασθενών με ΧΜΛ που πληρούν τα κριτήρια διακοπής της αγωγής και επιθυμούν να την διακόψουν
Συγκεκριμένα, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για τη Χρόνια Μυελογενή Λευχαιμία (ΧΜΛ) στις 22 Σεπτεμβρίου, η Ελληνική Αιματολογική Εταιρεία (ΕΑΕ) ανακοίνωσε την πρωτοβουλία που αναλαμβάνει από τον Οκτώβριο του 2017 για την πραγματοποίηση ειδικού προγράμματος ενημέρωσης και παρακολούθησης ασθενών με ΧΜΛ που πληρούν τα κριτήρια διακοπής της αγωγής και επιθυμούν οι ίδιοι να την διακόψουν.
Η δυνατότητα αυτή αποτελεί μια νίκη της ιατρικής επιστήμης, αφού διαπιστώθηκε ότι σε μια κατηγορία ασθενών υπό θεραπεία με συγκεκριμένα φάρμακα (imatinib και nilotinib), τα επίπεδα της παθολογικής πρωτεΐνης που χαρακτηρίζει τη νόσο, μειώνονται σε πολύ χαμηλά όρια ή και δεν ανιχνεύονται καθόλου, επιτυγχάνοντας τη μακροχρόνια ύφεση της νόσου, απαλλάσσοντας τους ασθενείς από την ανάγκη καθημερινής αγωγής.
Η ευρωπαϊκή μελέτη EURO- SKI
Παρακολουθώντας συνεχώς τις επιστημονικές εξελίξεις, αλλά μετέχοντας στη διαμόρφωσή τους, η ΕΑΕ συμμετείχε στην ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή μελέτη EURO- SKI (EURO - Stop Kinase Inhibitors) με 42 Έλληνες ασθενείς με ΧΜΛ από τους συνολικά 840 ασθενείς. Η μελέτη έδειξε ότι τέσσερα χρόνια μετά τη διακοπή του imatinib, 25 από τους 42 Έλληνες ασθενείς δε λαμβάνουν πλέον καμία αγωγή. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται «λειτουργική ίαση της νόσου», (“functional cure”). Στους υπόλοιπους 17 ασθενείς που επανεμφανίσθηκε μοριακά η ΧΜΛ, δόθηκε εκ νέου η αγωγή τους και είναι σε άριστη κατάσταση κλινικά και μοριακά.
Παράλληλα, η φαρμακευτική εταιρεία που παράγει το nilotinib διεξήγαγε κλινικές μελέτες διακοπής του φαρμάκου, οι οποίες έδειξαν ότι το 50% των ασθενών υπό nilotinib, μπόρεσαν να διακόψουν την καθημερινή τους αγωγή, χωρίς να επανεμφανισθεί μοριακά η ΧΜΛ.
Με βάση τα πολύ καλά δεδομένα των μελετών αυτών, οι Αμερικανικές και Ευρωπαϊκές αρχές επέτρεψαν πρόσφατα να αναγράφεται στο έντυπο ενημέρωσης του σκευάσματος για τους ασθενείς που λαμβάνουν nilotinib: «Ασθενείς με ΧΜΛ που έχουν αρχίσει θεραπεία με nilotinib και:
- έχουν διάρκεια θεραπείας τουλάχιστον 3 χρόνια
- έχουν επιτύχει επίπεδα BCR-ABL (της πρωτεΐνης της νόσου) ΜR 4.5 IS (International Scale EUTOS) για τουλάχιστον 1 χρόνο
μπορούν να διακόψουν την καθημερινή λήψη nilotinib με τις εξής προϋποθέσεις:
- μηνιαίος έλεγχος επιπέδων BCR-ABL το πρώτο έτος,
- έλεγχος επιπέδων BCR-ABL ανά 1 ½ μήνα το δεύτερο έτος».
Η Χρόνια Μυελογενής Λευχαιμία είναι πλέον χρόνιο νόσημα υπό καθημερινή αγωγή
Η εξέλιξη αυτή είναι η 2η επανάσταση στην ιστορία της ΧΜΛ, καθώς από το 2001, η μέχρι τότε ανίατη και θανατηφόρος ασθένεια (με μέση επιβίωση πέντε έως επτά χρόνια) μετατράπηκε σταδιακά σε χρόνιο νόσημα υπό καθημερινή αγωγή χάρη στα καινοτόμα φάρμακα, τα οποία προσέφεραν και πολύ καλή ποιότητα ζωής και μακρά επιβίωση για το 90% των ασθενών.
Σημαντική η έμπρακτη στήριξη της ΕΑΕ στους ασθενείς
Για να επιτευχθεί ο μέγιστος βαθμός ασφάλειας των ασθενών, η ΕΑΕ θα καλύψει την αυστηρά προγραμματισμένη παρακολούθηση και μέτρηση των επιπέδων της BCR-ABL, όπως επιβάλλεται στα μοναδικά δύο διαπιστευμένα (με πιστοποίηση IS) ελληνικά εργαστήρια που βρίσκονται ένα στην Αθήνα και ένα στη Θεσσαλονίκη και σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν δοθεί από τις αρμόδιες αρχές.
Ο πρόεδρος της ΕΑΕ, Παναγιώτης Παναγιωτίδης, επισημαίνει σχετικά ότι: «Είναι μια πολύ σημαντική και ευνοϊκή εξέλιξη για τους ασθενείς με Χρόνια Μυελογενή Λευχαιμία, ειδικά για όσους πληρούν τα κριτήρια και αισθανόμαστε υπερήφανοι ως Ελληνική Αιματολογική Εταιρεία, γιατί συμμετείχαμε στη μελέτη. Επιπροσθέτως, το ΔΣ της ΕΑΕ αποφάσισε να στηρίξει έμπρακτα τους ασθενείς, με ίδιους πόρους».
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ενημερωθούν στην ιστοσελίδα www.eae.gr.
Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας και της άδειας κυκλοφορίας γενοσήμων σκευασμάτων με τη δραστική ουσία imatinib στην ελληνική αγορά από την άνοιξη του 2017, ο κ. Παναγιωτίδης επεσήμανε ότι η ΕΑΕ έχει επανειλημμένως εκφράσει την πάγια θέση της ότι ο κάθε ασθενής με ΧΜΛ πρέπει να λαμβάνει μονίμως συγκεκριμένο γενόσημο, καθώς οποιαδήποτε άλλη πρακτική θέτει σε κίνδυνο τη σωστή παρακολούθηση της δραστικότητας και των ανεπιθύμητων ενεργειών της χορηγούμενης αγωγής».
Η Χρόνια Μυελογενής Λευχαιμία (ΧΜΛ)
Η ΧΜΛ είναι ένα σπάνιο νεοπλασματικό νόσημα του αίματος. Αφορά την ανεξέλεγκτη παραγωγή λευκών αιμοσφαιρίων, όταν στο γενετικό υλικό των κυττάρων του μυελού των ασθενών, υπάρχει ένα παθολογικό χρωμόσωμα, το οποίο ονομάζεται Χρωμόσωμα της Φιλαδέλφειας (Ph), από την ομώνυμη πόλη των ΗΠΑ, στην οποία ανακαλύφθηκε το 1960. Προϊόν αυτού του χρωμοσώματος είναι η παθολογική πρωτεΐνη BCR-ABL, γνωστή και ως τυροσινική κινάση (TKI), η οποία είναι υπεύθυνη για τη διατάραξη του μηχανισμού παραγωγής των λευκών αιμοσφαιρίων. Η ΧΜΛ δεν συνδέεται με την κληρονομικότητα (είναι επίκτητο νόσημα) και δεν παρουσιάζει αυξημένη επίπτωση στις οικογένειες των πασχόντων. Στην Ευρώπη εμφανίζονται 1,2 νέα περιστατικά ΧΜΛ ανά 100.000 κατοίκους και ανά έτος. Από το 2001, η πρωτοπόρος θεραπεία με τον ειδικό αναστολέα της TKI, imatinib, εξασφάλισε πολύ καλή ποιότητα ζωής και μακρά επιβίωση για το 90% των ασθενών. Σήμερα, υπάρχουν νεότεροι αναστολείς για τη θεραπεία της ΧΜΛ με γρηγορότερη και αποτελεσματικότερη δράση (dasatinib, nilotinib), ενώ άλλοι νεότεροι αναστολείς (bosutinib, ponatinib) χορηγούνται σε ασθενείς ανθεκτικούς στη θεραπεία με τους προηγούμενους αναστολείς. Η παρακολούθηση του θεραπευτικού αποτελέσματος γίνεται με τη μέτρηση των επιπέδων BCR-ABL στο αίμα των ασθενών, με προτυποποιημένη μεθοδολογία, σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Ο συμβολισμός της Παγκόσμιας Ημέρας για τη ΧΜΛ
Η 22η Σεπτεμβρίου έχει οριστεί ως Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για τη ΧΜΛ καθόσον η συγκεκριμένη ημερομηνία (η 22η ημέρα του 9ου μήνα, 22/9), έχει έναν συμβολισμό που χαρακτηρίζει τη νόσο. Κι αυτό γιατί η δημιουργία του παρολογικού χρωμοσώματος της Φιλαδέλφειας, οφείλεται στο φαινόμενο της αντιμετάθεσης γενετικού υλικού μεταξύ των χρωμοσωμάτων 22 και 9.