Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη
Μια νέα έκθεση που δημοσιεύεται από το STOP AIDS και το Global Justice Now κατηγορεί φαρμακευτικές εταιρείες ότι έχουν αγοράσει θεραπείες –οι οποίες αρχικά αναπτύχθηκαν με δημόσιους πόρους– και πωλούν τα τελικά φάρμακα, χρεώνοντας το NHS πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως.
Η έκθεση επισημαίνει τρεις θεραπευτικές αγωγές που αναπτύχθηκαν, στο αρχικό στάδιο έρευνας, από δημόσιους φορείς και επομένως δημόσιους πόρους, οι οποίες αργότερα αγοράστηκαν από φαρμακευτικές εταιρείες προτού αναπτυχθούν πλήρως και κυκλοφορήσουν ως εμπόρευμα στην αγορά.
Η διαδικασία με την οποία οι φαρμακευτικές εταιρείες αναλαμβάνουν την πλήρη ανάπτυξη μορίων που βρέθηκαν από την κρατική έρευνα δεν είναι ασυνήθιστη, καθώς τα χρήματα που χρειάζονται για την ανάπτυξη μίας θεραπείας μέσω των δοκιμών φάσης 2 και 3 δεν είναι συνήθως προσιτά σε δημόσιους φορείς. Το γεγονός είναι ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες έχουν τα πρόσθετα κεφάλαια για να αναλάβουν το ρίσκο της ανάπτυξης μιας ενδεχόμενης θεραπείας, με την προϋπόθεση ότι θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τις θεραπείες εάν αποδειχθούν αποτελεσματικές.
Στην έκθεση, ωστόσο, επισημαίνεται ότι οι εταιρείες πράγματι τιμολόγησαν τις θεραπείες τόσο επιθετικά ώστε -παρά το γεγονός ότι κρατικά κονδύλια συνέβαλαν στη διάθεση της θεραπείας για εμπορευματοποίηση- το κράτος πράγματι υπερχρεώνεται για τη λήψη τέτοιων θεραπειών.
Η έκθεση σημείωσε τρία φάρμακα, όπου συνέβαινε αυτό: το abiraterone, μια θεραπεία για τον καρκίνο του προστάτη, το infliximab, για την αρθρίτιδα και το alemtuzumab, για τη σκλήρυνση κατά πλάκας (MS).
Τόσο το abiraterone όσο και το infliximab είναι από τις πιο δαπανηρές θεραπείες που υπάρχουν στο NHS, παρά το γεγονός ότι χρηματοδοτούνται μερικώς και αναπτύσσονται από ιδρύματα του Ηνωμένου Βασιλείου.
Από τις τρεις θεραπείες, οι συνθήκες σχετικά με την κυκλοφορία του alemtuzumab είναι η πιο αμφισβητήσιμη: η εταιρεία πήρε το φάρμακο για τη θεραπεία της λευχαιμίας, μόνο για επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο του Cambridge για να ανακαλύψει αργότερα ότι είναι αποτελεσματικό στην Πολλαπλή Σκλήρυνση. Η εταιρεία έβγαλε το φάρμακο από την αγορά και το επανέφερε ως θεραπεία για τη σκλήρυνση κατά πλάκας, με τιμή που είχε πέσει από 2,500 λίρες ανά θεραπεία σε 56,000 λίρες.
Η Tabitha Ha από το STOP AIDS, μία από τους συγγραφείς της έκθεσης, δήλωσε ότι: «Σε μια εποχή που το βρετανικό κρατικό σύστημα Υγείας έχει ήδη μεγάλες δυσκολίες ρευστότητας, πρέπει να σταματήσει το σκάνδαλο της υπερχρέωσης του κράτους, που πληρώνει δύο φορές για το ίδιο φάρμακο, πρώτα για την αρχική έρευνα και στο τέλος για τη διάθεση στους ασθενείς […] Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη διαφάνεια και μια ριζική επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο χρηματοδοτούμε την ανάπτυξη νέων φαρμάκων».