Listen to this article

Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη

Η πρόσφατη εμφάνιση κρούσματος Αιμορραγικού Πυρετού Κριμαίας-Κονγκό (CCHF) στη Θεσσαλία, Ελλάδα, έχει προκαλέσει άμεση αντίδραση των αρμόδιων για τη δημόσια Υγεία και έχει επαναφέρει στο προσκήνιο μια σπάνια αλλά σοβαρή ζωονόσο. Το περιστατικό αυτό, που περιλαμβάνει τον τραγικό θάνατο ενός κτηνοτρόφου και τη μόλυνση της επαγγελματία υγείας, αποτελεί μόλις το δεύτερο καταγεγραμμένο θανατηφόρο κρούσμα CCHF στην Ελλάδα από το 2008. Ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) έχει κινητοποιηθεί για την επιτήρηση, την πρόληψη και την ενημέρωση του κοινού, με στόχο τον περιορισμό της εξάπλωσης και την καθησύχαση των πολιτών, τονίζοντας παράλληλα τη σημασία της επαγρύπνησης, ενώ έχει εκδώσει ολοκληρωμένες συστάσεις τόσο για το γενικό κοινό όσο και για συγκεκριμένες ομάδες υψηλού κινδύνου.

Το χρονικό του περιστατικού: Από τον ασθενή στη γιατρό

Το πρόσφατο περιστατικό του αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας-Κονγκό στη Θεσσαλία ξεκίνησε με τη σοβαρή ασθένεια και τον θάνατο, τελικά, ενός κτηνοτρόφου ηλικίας 72 ετών, από έναν απομονωμένο οικισμό του Δήμου Ελασσόνας, στην Περιφερειακή Ενότητα Λάρισας. Ο ασθενής νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο με βαριά επιδεινούμενη κλινική εικόνα και κατέληξε στις 27 Ιουνίου 2025. Αυτό σηματοδότησε μια κρίσιμη στιγμή, καθώς ήταν ο δεύτερος καταγεγραμμένος θάνατος από CCHF στην Ελλάδα, με τον προηγούμενο παρόμοιο περιστατικό να έχει καταγραφεί το 2008, στη Θράκη. Η μόλυνση του κτηνοτρόφου αποδόθηκε σε τσίμπημα που υπέστη από μολυσμένο τσιμπούρι.  

Μετά τον θάνατο του κτηνοτρόφου, μια 54χρονη γιατρός, η οποία είχε παράσχει φροντίδα στον άτυχο ασθενή, διαγνώστηκε επίσης με CCHF. Η γιατρός ανέπτυξε πυρετό και νοσηλεύτηκε σε ειδικό θάλαμο απομόνωσης στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας. Αυτή η δευτερογενής μόλυνση εντός νοσοκομειακού περιβάλλοντος προκάλεσε άμεσα ανησυχίες για πιθανή ενδονοσοκομειακή μετάδοση. Ευτυχώς, έως και την Κυριακή, 29 Ιουνίου 2025, η κατάσταση της υγείας της παρέμεινε σταθερή και βελτιούμενη, όντας απύρετη. Η γιατρός ήταν μία από τις τρεις αρχικά αναγνωρισμένες επαφές υψηλού κινδύνου στο νοσοκομείο και έλαβε ειδική θεραπεία αμέσως μετά τη διάγνωσή της την Παρασκευή (28 Ιουνίου 2025), χάρη στην προϋπάρχουσα αποθήκευση φαρμάκων.  

Αντιδρώντας σε αυτές τις εξελίξεις, ο ΕΟΔΥ ξεκίνησε εκτεταμένη ιχνηλάτηση επαφών. Συνολικά 25 άτομα, συμπεριλαμβανομένων άλλων επαγγελματιών υγείας (γιατρών και νοσηλευτών) που είχαν έρθει σε επαφή είτε με τον θανόντα κτηνοτρόφο είτε με τη γιατρό που μολύνθηκε, καθώς και την οικογένεια και τις στενές επαφές του κτηνοτρόφου, τέθηκαν σε επιτήρηση, με βάση το υγειονομικό πρωτόκολλο που προβλέπει 14ήμερη επιτήρηση, όσο διαρκεί η μέγιστη περίοδος επώασης. Το σημαντικό είναι ότι κανένα από αυτά τα 25 άτομα δεν είχε αναπτύξει συμπτώματα της νόσου σύμφωνα με τις τελευταίες αναφορές.  

Το γεγονός ότι αυτό είναι μόλις το δεύτερο θανατηφόρο κρούσμα CCHF στην Ελλάδα από το 2008 υπογραμμίζει τη σπανιότητα των θανατηφόρων περιστατικών CCHF στη χώρα. 

«Δεν έχουμε πολλά κρούσματα στην Ελλάδα, είναι σποραδικά και εντοπίζονται κυρίως σε αγροτικές περιοχές. Αυτή η συγκεκριμένη περίπτωση μας κινητοποίησε άμεσα», δήλωσε ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ, Χρήστος Χατζηχριστοδούλου.

Ωστόσο, ο αντίκτυπος του τρέχοντος περιστατικού – ένας θάνατος, η μόλυνση ενός επαγγελματία υγείας και η επιτήρηση 25 επαφών – τονίζει τη σοβαρή δυναμική του και τη σημασία του για τη δημόσια υγεία. Αυτή η αντίθεση υποδηλώνει ότι, ενώ ο CCHF δεν αποτελεί ευρέως διαδεδομένη ή κοινή απειλή στην Ελλάδα, η εμφάνισή του απαιτεί μια ισχυρή, υψηλού επιπέδου αντίδραση δημόσιας υγείας λόγω της υψηλής θνητότητας και της δυνατότητας μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα. Η σπανιότητα καθιστά κάθε κρούσμα ένα κρίσιμο γεγονός για επιδημιολογική διερεύνηση και επικοινωνία με το κοινό.  

Η άμεση αναγνώριση και παρακολούθηση των 25 επαφών, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι «μέχρι στιγμής κανένας δεν έχει παρουσιάσει συμπτώματα της νόσου» μεταξύ τους , υποδηλώνει την αποτελεσματικότητα των ταχέων προσπαθειών ιχνηλάτησης και επιτήρησης του ΕΟΔΥ. Αυτό το αποτέλεσμα είναι θετικό για τη δημόσια υγεία, καθώς δείχνει είτε ότι ο ιός δεν μεταδόθηκε σε αυτές τις επαφές είτε ότι, εάν μεταδόθηκε, ανήκουν στο περίπου 85% των περιπτώσεων που παραμένουν ασυμπτωματικές. Αυτό ενισχύει το μήνυμα «χωρίς πανικό» δείχνοντας ότι η πιθανή δευτερογενής εξάπλωση διαχειρίζεται και περιορίζεται ενεργά, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα.  

Ο καθηγητής επιδημιολογίας του ΕΚΠΑ και μέλος ΔΣ του ΕΟΔΥ, Δημήτρης Παρασκευής, εμφανίστηκε καθησυχαστικός για το ότι η νόσος«δε μεταδίδεται τόσο εύκολα όσο οι ιοί του αναπνευστικού», ενώ επιβεβαίωσε ότι έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα. «Δεν σημαίνει πως κάθε τσίμπημα τσιμπουριού είναι επικίνδυνο, αλλά χρειάζεται προσοχή. Πρέπει να είναι μολυσμένο το τσιμπούρι για να μεταδώσει τον ιό», διευκρίνισε.

Ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ), σχολίασε την κατάσταση, σημειώνοντας τη βελτίωση της υγείας της γιατρού, αλλά υπογραμμίζοντας την «αγωνία των συναδέλφων που ήρθαν σε επαφή που είναι πάνω από 25», και την ανησυχία τους μήπως μετέδωσαν κάτι στις οικογένειές τους. Αυτή η δήλωση υπογραμμίζει το ψυχολογικό βάρος που υφίστανται οι επαγγελματίες υγείας στην πρώτη γραμμή κατά τη διάρκεια τέτοιων επιδημιών.  

Η αντίδραση του ΕΟΔΥ υπερβαίνει την απλή θεραπεία ανθρώπινων κρουσμάτων και την ιχνηλάτηση επαφών. Η εφαρμογή στοχευμένων απεντομώσεων, οροεπιδημιολογικών μελετών και κτηνιατρικών μέτρων καταδεικνύει μια ολοκληρωμένη, πολυδιάστατη προσέγγιση δημόσιας υγείας. Αυτή η στρατηγική αναγνωρίζει τη ζωονόσο φύση του CCHF και στοχεύει στη διακοπή του κύκλου μετάδοσης σε πολλαπλά επίπεδα: ανθρώπινο, ζωικό και περιβαλλοντικό. Αυτή η προληπτική, ολιστική προσέγγιση αποτελεί χαρακτηριστικό ενός ισχυρού συστήματος δημόσιας υγείας, που επιδιώκει την πρόληψη μελλοντικών κρουσμάτων αντιμετωπίζοντας την πηγή της μόλυνσης.  

Τα μηνύματα από τον ΕΟΔΥ και τους επιδημιολόγους ότι δεν πρέπει να υπάρχει πανικός, και ότι η νόσος δεν μεταδίδεται εύκολα είναι κρίσιμα για τη διατήρηση της ηρεμίας και της εμπιστοσύνης του κοινού, κάτι που ενισχύεται με τη συνεχιζόμενη οροεπιδημιολογική μελέτη για ασυμπτωματικούς φορείς. Αυτή η διαφοροποιημένη προσέγγιση υποδηλώνει ότι, ενώ ο κίνδυνος για τον γενικό πληθυσμό είναι χαμηλός, οι συγκεκριμένοι επαγγελματικοί ή σχετιζόμενοι με την έκθεση κίνδυνοι είναι σημαντικοί και απαιτούν ενεργή, στοχευμένη επιτήρηση και σχολαστική τήρηση προληπτικών μέτρων. Πρόκειται για μια στρατηγική διαφοροποίηση στην επικοινωνία και δράση δημόσιας υγείας, αποφεύγοντας τόσο τον συναγερμό όσο και τον εφησυχασμό.  

Ο Αιμορραγικός Πυρετός Κριμαίας-Κονγκό (CCHF): Τι Πρέπει να Γνωρίζουμε

Πρόκειται για μια σοβαρή ιογενή νόσο που προκαλείται από έναν ναιροϊό, ο οποίος ανήκει στην οικογένεια Bunyaviridae. Πρόκειται για μια ζωονόσο, πράγμα που σημαίνει ότι κυκλοφορεί κυρίως μεταξύ ζώων και κροτώνων (τσιμπουριών) και μπορεί στη συνέχεια να μεταδοθεί στον άνθρωπο.

Τρόποι Μετάδοσης

Ο κύριος τρόπος μετάδοσης στον άνθρωπο είναι μέσω του τσιμπήματος μολυσμένων κροτώνων, ιδίως αυτών του γένους Hyalomma. Τα ζώα, τόσο άγρια όσο και οικόσιτα (όπως τα κτηνοτροφικά), μπορούν να φέρουν τον ιό στον οργανισμό τους για αρκετές ημέρες χωρίς να νοσούν τα ίδια, αλλά μπορούν να μολύνουν τα τσιμπούρια, τα οποία με τη σειρά τους μεταδίδουν τον ιό σε άλλα ζώα ή και ανθρώπους.  

Η μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο μπορεί να συμβεί μέσω άμεσης επαφής με αίμα, ιστούς, σωματικά υγρά ή εκκρίσεις μολυσμένων ατόμων ή ζώων. Αυτός ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα αυξημένος σε υγειονομικούς χώρους εάν δεν χρησιμοποιούνται σχολαστικά τα κατάλληλα μέτρα ελέγχου λοιμώξεων και ο ατομικός προστατευτικός εξοπλισμός (ΜΑΠ).  

Συμπτώματα και Εξέλιξη της Νόσου

Η περίοδος επώασης για τον CCHF κυμαίνεται από 1 έως 14 ημέρες μετά την έκθεση. Η νόσος μπορεί να εκδηλωθεί με ποικίλη βαρύτητα, από ασυμπτωματική λοίμωξη (σε περίπου 85% των κρουσμάτων) ή ήπια εμπύρετη νόσο, έως μια πολύ σοβαρή και απειλητική για τη ζωή κατάσταση.  

Τα αρχικά συμπτώματα συχνά εμφανίζονται αιφνίδια και μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Πυρετό και ρίγος
  • Κεφαλαλγία
  • Μυαλγίες και αρθραλγίες
  • Κόπωση και ζάλη
  • Πονόλαιμο
  • Κοιλιακό πόνο, διάρροια, ναυτία και εμέτους.  

Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να ακολουθήσουν νευρολογικά συμπτώματα όπως διαταραχές της διάθεσης και του επιπέδου συνείδησης. Η πιο κρίσιμη φάση, συνήθως 3-5 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, είναι η αιμορραγική φάση, που χαρακτηρίζεται από:  

  • Πετεχειώδεις εκχυμώσεις (μικρές κόκκινες κηλίδες) και εκχυμώσεις (μελανιές)
  • Ρινορραγίες
  • Αιμορραγίες από τα ούλα
  • Έμετο με αίμα
  • Λοίμωξη και δυσλειτουργία οργάνων όπως το ήπαρ, οι νεφροί και οι πνεύμονες.  

Σοβαρά περιστατικά μπορούν να εξελιχθούν σε πολυοργανική ανεπάρκεια και κυκλοφορικό σοκ. Ο θάνατος, εάν συμβεί, επέρχεται συνήθως μεταξύ 5 και 14 ημερών σε βαριά περιστατικά.  

Θνητότητα και Θεραπεία

Ο CCHF έχει υψηλή θνητότητα, που κυμαίνεται από 30-50% στους νοσηλευόμενους ασθενείς. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ποσοστά θνητότητας μεταξύ 10% και 40%. Δεν υπάρχει επί του παρόντος ειδική, απολύτως αποτελεσματική θεραπεία ή εμβόλιο διαθέσιμο για τον CCHF. Η θεραπεία είναι κυρίως υποστηρικτική, εστιάζοντας στη διατήρηση της ισορροπίας υγρών και ηλεκτρολυτών, τη διαχείριση των αιμορραγιών και την αντιμετώπιση των επιπλοκών. Η ριμπαβιρίνη μπορεί να χορηγηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις, αν και η αποτελεσματικότητά της δεν έχει πλήρως τεκμηριωθεί. Η έγκαιρη διάγνωση και η σωστή υποστηρικτική φροντίδα μπορούν να μειώσουν σημαντικά τη θνητότητα.  

Παγκόσμιο και ελληνικό πλαίσιο

Ο CCHF είναι παγκοσμίως διαδεδομένος, με σποραδικά κρούσματα και επιδημίες να έχουν καταγραφεί σε περισσότερες από 30 χώρες σε Ασία, Μέση Ανατολή, Αφρική και Ευρώπη. Ετησίως, αναφέρονται περίπου 10.000-15.000 λοιμώξεις παγκοσμίως. Στην Ευρώπη, έχουν καταγραφεί κρούσματα στα Βαλκάνια (Βουλγαρία, Αλβανία, Κόσοβο, Βόρεια Μακεδονία), την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Τουρκία.  

Ενώ η Ελλάδα παραμένει χώρα χαμηλού κινδύνου, η συνεχής παρακολούθηση είναι απαραίτητη. Η διάγνωση στην Ελλάδα γίνεται στο Εργαστήριο Αναφοράς Αιμορραγικών Πυρετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ).  

Το υψηλό ποσοστό θνητότητας (30-50% σε νοσηλευόμενα κρούσματα ) σε συνδυασμό με την έλλειψη ειδικής θεραπείας ή εμβολίου υπογραμμίζει τη σοβαρότητα της νόσου παρά τη σπανιότητά της στην Ελλάδα. Τα παγκόσμια δεδομένα επικράτησης (10.000-15.000 λοιμώξεις ετησίως, ενδημική στα Βαλκάνια) δείχνουν ότι η Ελλάδα δεν αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση, αλλά μέρος μιας ευρύτερης ενδημικής περιοχής, γεγονός που δικαιολογεί τις συνεχιζόμενες προσπάθμειες ετοιμότητας και επιτήρησης του ΕΟΔΥ. Αυτό το πλαίσιο τονίζει ότι, ενώ είναι σπάνια σε τοπικό επίπεδο, η παγκόσμια επιβάρυνση και σοβαρότητα του CCHF είναι σημαντικές.  

Ομάδες Υψηλού Κινδύνου

Ορισμένες επαγγελματικές ομάδες και άτομα με συχνή έκθεση σε αγροτικά περιβάλλοντα διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να προσβληθούν από CCHF λόγω της αυξημένης επαφής με τσιμπούρια ή μολυσμένα ζώα. Αυτές περιλαμβάνουν:

  • Κτηνοτρόφους, αγρότες και σφαγείς
  • Κυνηγούς
  • Φυσιολάτρες, πεζοπόρους και κατασκηνωτές
  • Επαγγελματίες υγείας που έρχονται σε επαφή με ασθενείς ή τα σωματικά τους υγρά.  

Συνιστώμενα μέτρα πρόληψης του ΕΟΔΥ για το κοινό

Για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου τσιμπημάτων από τσιμπούρια, ειδικά σε αγροτικές ή υπαίθριες περιοχές:

  • Αποφυγή Περιοχών με Τσιμπούρια: Αποφύγετε δάση, λιβάδια, περιοχές με δέντρα, θάμνους, ψηλά χόρτα, σωρούς φύλλων και πυκνή βλάστηση.  
  • Παραμονή σε Μονοπάτια: Όταν βρίσκεστε σε περιοχές με πιθανά τσιμπούρια, περπατάτε πάντα στο κέντρο των μονοπατιών, αποφεύγοντας την πυκνή βλάστηση.  
  • Προστατευτική Ένδυση: Φοράτε μακριά μανίκια και μακριά παντελόνια, κατά προτίμηση σε ανοιχτά χρώματα, για να είναι πιο ορατά τα τσιμπούρια.  
  • Εντομοαπωθητικά: Χρησιμοποιήστε κατάλληλα εντομοαπωθητικά σε εκτεθειμένο δέρμα και ρούχα.  
  • Τακτικοί Έλεγχοι για Τσιμπούρια: Μετά από παραμονή σε εξωτερικούς χώρους, ελέγξτε σχολαστικά το δέρμα και τα ρούχα σας για τσιμπούρια.  
  • Σωστή Αφαίρεση Τσιμπουριών: Εάν βρεθεί τσιμπούρι, αφαιρέστε το αμέσως και σωστά χρησιμοποιώντας λεπτές λαβίδες, αποφεύγοντας την επαφή με γυμνά χέρια. Απορρίψτε το τσιμπούρι με ασφάλεια.  
  • Προστασία κατά την Επαφή με Ζώα: Να είστε προσεκτικοί κατά το χειρισμό ζώων ή κατά τη σφαγή, χρησιμοποιώντας προστατευτικό εξοπλισμό.  

Μέτρα για τη μείωση της μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο

Για τους επαγγελματίες υγείας και όσους φροντίζουν ύποπτα ή επιβεβαιωμένα κρούσματα CCHF:

  • Αποφυγή στενής φυσικής επαφής: Περιορίστε την άμεση φυσική επαφή με άτομα που είναι ύποπτα ή έχουν επιβεβαιωθεί ότι πάσχουν από αιμορραγικό πυρετό.  
  • Χρήση ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού (ΜΑΠ): Φοράτε γάντια, ρόμπες και άλλο προστατευτικό εξοπλισμό κατά την παροχή φροντίδας σε ασθενείς.  
  • Υγιεινή χεριών: Πλένετε τα χέρια σχολαστικά και συχνά με σαπούνι και νερό μετά τη φροντίδα ασθενών.  
  • Αυστηρός έλεγχος λοιμώξεων: Οι επαγγελματίες υγείας πρέπει να τηρούν αυστηρά τις βασικές προφυλάξεις πρόληψης και ελέγχου λοιμώξεων κατά την εξέταση, φροντίδα και περίθαλψη ασθενών.  

Ο ΕΟΔΥ τονίζει τη σημασία της σχολαστικής εφαρμογής αυτών των μέτρων, ιδίως για άτομα σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Σε περίπτωση εμφάνισης συμπτωμάτων (πυρετός, αιμορραγίες, μυαλγίες), συνιστάται άμεση αναζήτηση ιατρικής βοήθειας.   

Share.
Exit mobile version