Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Το φθινόπωρο θεωρείται παραδοσιακά η περίοδος που χρειάζεται να ανανεώνουμε ή να ελέγχουμε την προστασία μας απέναντι στις εποχικές λοιμώξεις του αναπνευστικού.
Οι αλλαγές του καιρού και η επιστροφή σε κλειστούς χώρους για κοινωνικές και επαγγελματικές δραστηριότητες διευκολύνουν τη μετάδοση των παθογόνων που προκαλούν αυτές τις λοιμώξεις.
Πότε όμως είναι η ιδανική στιγμή να εμβολιαστεί κανείς και με ποιο εμβόλιο; Και κυρίως, ποιός είναι αναγκαίο να εμβολιαστεί; Στα ερωτήματα αυτά απαντά ο Γιώργος Παππάς, Παθολόγος και ερευνητής ζωονόσων, επιδημιολογίας λοιμώξεων και ετοιμότητας απέναντι σε προκλητές και φυσικές επιδημίες.
Γρίπη
Κάθε χρόνο, η εποχική γρίπη επηρεάζει εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, προκαλώντας όχι μόνο ήπια νόσηση αλλά και σοβαρές επιπλοκές, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους και τα άτομα με υποκείμενα προβλήματα υγείας.
Ο εμβολιασμός κατά του ιού της γρίπης παραμένει το πιο αποτελεσματικό μέτρο προστασίας του πληθυσμού, μειώνοντας τόσο τη συχνότητα των κρουσμάτων όσο και τις νοσηλείες λόγω επιπλοκών.
Στοιχεία πρόσφατης μελέτης των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) δείχνουν ότι οι ενήλικες που εμβολιάζονται κατά του ιού της γρίπης έχουν 26% λιγότερες πιθανότητες να εισαχθούν σε ΜΕΘ και 31% λιγότερες πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους από επιπλοκές της γρίπης.
Στην Ελλάδα έχει υπολογιστεί ότι ο αντιγριπικός εμβολιασμός μπορεί να μειώσει κατά 47% τις νοσηλείες και κατά 38% τους θανάτους από τις επιπλοκές της νόσησης.
Σύμφωνα με τις οδηγίες της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμού, η περίοδος επικράτησης της γρίπης είναι κάθε χρόνο από Οκτώβριο έως Μάρτιο, επομένως είναι σημαντικό οι πολίτες να εμβολιάζονται έγκαιρα ώστε να αποφύγουν τις επιπλοκές της νόσου. Πότε όμως είναι η κατάλληλη στιγμή για το εμβόλιο κατά του ιού της γρίπης;
Όπως εξηγεί ο κ. Παππάς, «για τη γρίπη δεν έχουν έρθει ακόμη τα φετινά εμβόλια, ωστόσο δεν υπάρχει βιασύνη εδώ: παρά το γεγονός ότι σποραδικά κρούσματα γρίπης παρατηρούνται πλέον ακόμη και το καλοκαίρι στην κοινότητα, παραδοσιακά τα κύματα γρίπης ξεκινούν τον Δεκέμβριο, με κορύφωση τους δύο πρώτους μήνες του έτους και μια πιθανή συνεχιζόμενη έντονη κυκλοφορία της γρίπης Β και την άνοιξη.
Αν θεωρήσουμε ότι τα επίπεδα αντισωμάτων μετά τον εμβολιασμό φτάνουν στο επιθυμητό σημείο μετά από τέσσερις εβδομάδες, τότε το ιδανικό χρονικό διάστημα για τον εμβολιασμό για γρίπη είναι προς το τέλος Οκτωβρίου (έτσι ώστε να εξασφαλισθεί και η παρατεταμένη διατήρηση των αντισωμάτων και τους πρώτους μήνες της άνοιξης)».
Ποιοι πρέπει να κάνουν το εμβόλιο για γρίπη
Σύμφωνα με τον κ. Παππά, εκτός από το γενικό πληθυσμό,«ο εμβολιασμός είναι αναγκαίος στα άτομα άνω των 60, στα άτομα με υποκείμενα νοσήματα, στα άτομα που φροντίζουν μέλη ευπαθών ομάδων, στους εργαζόμενους σε συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελμάτων (ειδικά στην πτηνοτροφία και χοιροτροφία), και στα άτομα που διαβιούν σε κλειστές ομάδες.
Οι άνω των 65 δικαιούνται κάποιο από τα ενισχυμένα εμβόλια (είτε τετραπλάσιας συγκέντρωσης αντιγόνου ή με ανοσοενισχυτικό), τα οποία προσφέρουν σημαντικά αυξημένη προστασία απέναντι στις σοβαρές επιπλοκές της γρίπης με ασήμαντη διαφοροποίηση στις συνήθεις ανεπιθύμητες αντιδράσεις».
COVID-19
Η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών συστήνει για την χρονική περίοδο 2024/25, τον εμβολιασμό έναντι της COVID-19 με το επικαιροποιημένο εμβόλιο των ατόμων εκείνων που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή νόσο λόγω ηλικίας, υποκείμενου νοσήματος ή κατάστασης.
Το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού μπορεί να χορηγηθεί ακόμη και την ίδια μέρα με το αντιγριπικό εμβόλιο – αλλά σε διαφορετικά ανατομικά σημεία – όπως και οποιαδήποτε άλλη μέρα πριν και μετά το αντιγριπικό εμβόλιο.
Όπως εξηγεί ο κ. Παππάς, «αναμένουμε το επικαιροποιημένο εμβόλιο του 2025 κατά της COVID-19,το οποίο θα στοχεύει μια παραλλαγή του ιού που επικράτησε την άνοιξη του 2025. Το στέλεχος που επικρατεί τώρα είναι εν μέρει υβρίδιο αυτού, οπότε αναμένεται να προσφέρει σχετικά αποτελεσματική προστασία: Πώς ορίζεται αυτή; Μερική παροδική προστασία από το να κολλήσεις, σημαντικά αυξημένη προστασία από το να χρειαστείς νοσοκομείο ή να πεθάνεις. Πότε το κάνουμε το εμβόλιο; Όταν έρθει το επικαιροποιημένο, αν δεν έχει κάποιος νοσήσει εντός των τελευταίων μηνών. Έχει άλλωστε κορωνοϊό στην κυκλοφορία, αυξανόμενο».
Ποιοι έχουν ένδειξη για το εμβόλιο
Όπως εξηγεί ο κ. Παππάς, «το εμβόλιο κατά της COVID-19 συνιστάται ιδιαίτερα σε όσους έχουν υποκείμενα νοσήματα ή έχουν ηλικία άνω των 60 ετών ή φροντίζουν ευπαθή άτομα (περιλαμβάνονται εδώ και βρέφη κάτω των 6 μηνών).
Εξυπακούεται βέβαια ότι η προστασία από τον εμβολιασμό απευθύνεται και στους υπόλοιπους ενήλικες, τους νεότερους και “υγιείς”: η παροδική προστασία από το να κολλήσεις τον ιό σημαίνει και προστασία από την μεσοπρόθεσμη αρνητική επίδραση του ιού στα αγγεία και τον αυξημένο κίνδυνο για καρδιολογικά και νευρολογικά προβλήματα, ενώ ο εμβολιασμός προστατεύει εν μέρει και από τη εμφάνιση long covid, εφόσον κάποιος κολλήσει. Σημειώνεται τέλος ότι οι ανοσοκατασταλμένοι και οι πολύ ευπαθείς είναι καλό, αν δεν μεσολαβήσει λοίμωξη, να επαναλαμβάνουν τον εμβολιασμό σε 6 μήνες».
Αναπνευστικός Συγκυτιακός Ιός – RSV
Ο Αναπνευστικός Συγκυτιακός Ιός (RSV) προκαλεί σοβαρές λοιμώξεις του αναπνευστικού, επηρεάζοντας κυρίως βρέφη και μικρά παιδιά, ωστόσο μπορεί να γίνει εξαιρετικά επικίνδυνος και για ενήλικες άνω των 65 ετών με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα.
«Ο RSV αρχίζει να κυκλοφορεί λίγες εβδομάδες νωρίτερα από την γρίπη, και η προστασία που θα προσφέρει θα παραμένει υψηλή για πολλούς μήνες, οπότε ο Σεπτέμβριος είναι η κατάλληλη εποχή για τον εμβολιασμό για RSV» λέει ο κ. Παππάς.
Όπως εξηγεί, «υπάρχουν από πέρυσι τα δύο εμβόλια για τον RSV, τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό. Τα δικαιούνται άτομα άνω των 75 ετών και άτομα 60-74 ετών με υποκείμενα νοσήματα. Ο RSV μπορεί να σκοτώσει σε αυτές τις ομάδες πληθυσμού, και μπορεί να απορρυθμίσει σημαντικά προϋπάρχοντα καρδιολογικά αλλά και αναπνευστικά νοσήματα. Αν κάνατε πέρυσι το εμβόλιο, δεν χρειάζεται φέτος. Αν όχι, το κάνετε.
Είναι ασφαλές το εμβόλιο; Με ένα από τα δύο εμβόλια παρατηρήθηκε σπάνια συσχέτιση με το νευρολογικό σύνδρομο Guillain-Barre- η πιθανότητα όμως να πεθάνει κάποιος ευπαθής από τον RSV είναι υπερδεκαπλάσια αυτής της πιθανότητας».
Πνευμονιόκοκκος
«Ο πνευμονιόκοκκος, σε μεγάλο βαθμό, είναι εποχικός. Οι συνθήκες συγχρωτισμού σε κλειστούς χώρους τον ευνοούν, η παρουσία ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού είναι επίσης “καλό” υπόστρωμα για δευτερογενή λοίμωξη από αυτόν. Βέβαια, ο εμβολιασμός για τον πνευμονιόκοκκο προσφέρει μακροπρόθεσμη προστασία, είτε κάνεις το εμβόλιο το καλοκαίρι είτε τον χειμώνα, και είναι εφάπαξ, με τα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα. Εάν τα επόμενα χρόνια δούμε για παράδειγμα να κυκλοφορούν στελέχη πνευμονιόκοκκου που δεν καλύπτονται από το τρέχον εμβόλιο, ενδέχεται να χρειαστεί κάποια επικαιροποίηση», εξηγεί ο κ Παππάς..
Όπως επισημαίνει, «ένα εμβόλιο για τον πνευμονιόκοκκο, το 20-δύναμο, ενδείκνυται πλέον (και όχι τα παλαιότερα 13-δύναμο, και το, διαφορετικής μορφής και διάρκειας και εύρους αποτελεσματικότητας 23-δύναμο). Αν έχετε κάνει κάποιο από αυτά ή και τα δύο παλαιότερα, συμβουλεύεστε τον γιατρό σας για το αν πρέπει και πότε, ή σε πόσα χρόνια, να κάνετε το τρέχον. Αν όχι, το προγραμματίζετε.
Το εμβόλιο του πνευμονιόκοκκου συνιστάται ιδιαίτερα σε όσους είναι άνω των 65 ετών, όσοι νεότεροι έχουν υποκείμενα νοσήματα (συμπεριλαμβάνεται και η καταχρηση αλκοόλ και το χρόνιο κάπνισμα).
Τέτανος, διφθερίτιδα, κοκκύτης
Σύμφωνα με τον κ. Παππά, «όλοι οι ενήλικες, σε συνεργασία με τον προσωπικό τους γιατρό, θα πρέπει να εκτιμούν αν χρειάζονται επικαιροποίηση της προστασίας από τέτανο/ διφθερίτιδα/ κοκκύτη, αν τα υποκείμενα νοσήματα ή κάποια άλλη κατάσταση ή έκθεση ή τρόπος ζωής απαιτεί άλλα εμβόλια (π.χ. ηπατίτιδας Β ή μηνιγγιτιδόκοκκου ή HPV), ή αν ανήκουν στην κατηγορία που δικαιούνται το εμβόλιο για τον έρπητα ζωστήρα».
Τι προβλέπεται για τις έγκυες
Ο εμβολιασμός κατά την εγκυμοσύνη είναι αναγκαίος και σημαντικός τόσο για την προστασία της εγκύου όσο και του βρέφους.
Όπως τονίζει ο κ. Παππάς, «οι έγκυες, πρέπει να εμβολιάζονται τόσο για γρίπη όσο και για τέτανο-διφθερίτιδα-κοκκύτη. Πλέον, για τις έγκυες προτείνεται από το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών και το ένα από τα δύο εμβόλια για τον RSV.
Το εμβόλιο συστήνεται να γίνεται μεταξύ 32 και 36 εβδομάδων κύησης όταν η αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού είναι μεταξύ Οκτωβρίου και Μαρτίου. Αυτός είναι ένας ιδιαίτερα αποτελεσματικός τρόπος ώστε να προστατευθεί το νεογνό από τον RSV, του οποίου η νοσηρότητα είναι υψηλή στους πρώτους μήνες της ζωής.
Όσον αφορά τον κορωνοϊό, επίσημα προτείνεται σε εγκύους με αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή νόσηση. Βέβαια, η ιστορία του κορωνοϊού έχει δείξει ότι η ίδια η κύηση μπορεί να αποτελεί παράγοντα κινδύνου για σοβαρή νόσηση, ενώ η ασφάλεια του εμβολίου στην κύηση έχει αποδειχθεί κατ’ επανάληψη, παρά τις προσπάθειες κάποιων στην άλλη όχθη του Ατλαντικού να ανακαλύψουν ανύπαρκτες παρενέργειές του.
Συμπερασματικά, ο εμβολιασμός, εποχικός ή μη, είναι ΕΝΑ από τα μέτρα ατομικής και κοινωνικής προστασίας. Ειδικά όταν μιλάμε για εποχικές λοιμώξεις αναπνευστικού, η επένδυση στον καθαρό αέρα εσωτερικών χώρων είναι μια τομή που όφειλε να έχει προχωρήσει» καταλήγει ο κ. Παππάς.
