Listen to this article

Από την Αθηνά Γκόρου

Η αμφιλεγόμενη πολιτική Κένεντι για περιορισμό των εμβολίων έχει πυροδοτήσει έντονη ανησυχία στην επιστημονική κοινότητα, με φόβους για επιστροφή ξεχασμένων ασθενειών, αποδυνάμωση της δημόσιας υγείας και περαιτέρω διάβρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς.

Έντονες αντιδράσεις έχει προκαλέσει στους επιστημονικούς κύκλους η απόφαση του Ρόμπερτ Κένεντι να προχωρήσει σε περιορισμό των εμβολίων χωρίς να παρουσιάζει τεκμηριωμένα επιστημονικά στοιχεία. Μια επιτροπή που συγκρότησε ο ίδιος, στην οποία συμμετέχουν και γνωστοί σκεπτικιστές των εμβολίων, πρόκειται να συνεδριάσει εντός της εβδομάδας για να εξετάσει νέες, πιο περιοριστικές συστάσεις. Οι σχετικές αναφορές βασίζονται σε μελέτες που προκαλούν ανησυχία σε έμπειρους επιστήμονες του τομέα.

«Βρισκόμαστε στη μέση μιας ιστορικής μετάβασης, από ένα σύστημα περίθαλψης ασθενών σε ένα σύστημα πρόληψης και ριζικής αντιμετώπισης των χρόνιων παθήσεων», δήλωσε ο Κένεντι σε πρόσφατη ακρόαση στο Κογκρέσο. Ωστόσο, όπως κατέθεσε η δρ. Μονάρεζ, δεν έχει παρουσιαστεί καμία επιστημονικά τεκμηριωμένη βάση για την αλλαγή των οδηγιών.

Κίνδυνοι για την υγεία των παιδιών και των εγκύων

Η επιτροπή εξετάζει πιθανές αναθεωρήσεις στις συστάσεις για βασικά εμβόλια όπως του κορωνοϊού, της ηπατίτιδας Β, της ιλαράς, της παρωτίτιδας και της ανεμοβλογιάς — εμβόλια που, σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα, σώζουν ζωές, ιδίως βρεφών και παιδιών.

Αν και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν έχει τη δυνατότητα να επιβάλει ή να απαγορεύσει εμβολιασμούς, μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την πρόσβαση σε αυτούς. Σε ορισμένες πολιτείες, όπως καταγγέλλεται, απαιτείται πλέον ιατρική συνταγή ακόμη και για το εμβόλιο του κορωνοϊού σε φαρμακεία όπως τα CVS. «Ουσιαστικά, στερούμε από τους πολίτες την πρόσβαση στα εμβόλια», είπε χαρακτηριστικά ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής και ιατρός Μπιλ Κάσιντι.

Η δρ. Χάουρι, πρώην επικεφαλής του CDC, κατέθεσε ότι ενημερώθηκε για την απόφαση τερματισμού των συστάσεων για εμβολιασμό υγιών παιδιών και εγκύων μέσω… social media — χωρίς να της δοθεί καμία σχετική επιστημονική τεκμηρίωση. Οι καταθέσεις αυτές ενισχύουν τους ισχυρισμούς των επικριτών του Κένεντι, που υποστηρίζουν πως η κυβέρνηση διαμορφώνει την πολιτική υγείας στη βάση προκαθορισμένων ιδεολογικών θέσεων, αγνοώντας την επιστήμη.

«Δεν έχω ξαναδεί μια τόσο αντι-υγειονομική ατζέντα», δηλώνει η Αλεξάντρα Φίλαν, ειδική στο διεθνές δίκαιο υγείας και ερευνήτρια στο Johns Hopkins. «Είναι μια πολιτική που απειλεί ευθέως τη δημόσια υγεία των Αμερικανών».

Φόβοι για επιστροφή ξεχασμένων ασθενειών

Οι επιπτώσεις των αλλαγών έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται: οι ΗΠΑ βιώνουν αυτή τη στιγμή το χειρότερο ξέσπασμα ιλαράς των τελευταίων δεκαετιών, με δύο παιδιά να έχουν χάσει τη ζωή τους. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η αμφισβήτηση των εμβολίων, που προωθεί η κυβέρνηση Κένεντι, αυξάνει τον κίνδυνο εξάπλωσης επικίνδυνων ιών, ακόμη και μεταξύ εμβολιασμένων παιδιών, λόγω υψηλότερου ιικού φορτίου στους ανεμβολίαστους.

Δεν είναι μόνο τα εμβόλια που πλήττονται. Σύμφωνα με αναφορές της Washington Post, υπό την ηγεσία Κένεντι, το Υπουργείο Υγείας έχει περικόψει δισεκατομμύρια δολάρια σε κονδύλια, έχει χάσει χιλιάδες εργαζόμενους και έχει αναστείλει προγράμματα κατά του καπνίσματος, αλλά και δράσεις για την πρόληψη βρεφικών και μητρικών θανάτων. Η Μονάρεζ εξέφρασε έντονη ανησυχία για το πού μπορεί να οδηγήσει η γενικότερη δυσπιστία απέναντι στην επιστήμη και τη δημόσια υγεία.

Η ίδια και η Χάουρι προειδοποίησαν ότι το CDC κινδυνεύει να «πετάει στα τυφλά» μπροστά στην ερχόμενη περίοδο γρίπης ή μια νέα πανδημία. «Αν συνεχίσουμε έτσι, δεν θα είμαστε προετοιμασμένοι ούτε για πανδημίες, ούτε για χρόνιες παθήσεις. Θα ξαναδούμε παιδιά να πεθαίνουν από ασθένειες που μπορούν να προληφθούν», προειδοποίησε η Χάουρι.

Η δημόσια εμπιστοσύνη σε κρίση — και οι πολιτικές αντιστάσεις

Η δημόσια εμπιστοσύνη στους υγειονομικούς θεσμούς έχει μειωθεί απότομα μετά την πανδημία, επισημαίνει η Τζένιφερ Κέιτς, διευθύντρια του τομέα παγκόσμιας υγείας της KFF. «Οι Αμερικανοί παρακολούθησαν σε πραγματικό χρόνο την προσπάθεια διαχείρισης μιας άγνωστης απειλής και πολλοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το κράτος ήθελε να τους ελέγχει — όχι να τους προστατεύσει», είπε χαρακτηριστικά.

Ο γερουσιαστής Ρότζερ Μάρσαλ, Ρεπουμπλικανός από το Κάνσας, δήλωσε: «Η CDC λειτουργεί σαν να έχει εξουσία επιβολής. Οι μητέρες και οι γιαγιάδες δεν σας εμπιστεύονται πια».

Η Κέιτς, ωστόσο, τονίζει ότι αυτό οφείλεται και στην επιτυχία των ίδιων των εμβολίων: «Οι περισσότεροι δεν θυμούνται πια εποχές όπου τα παιδιά πέθαιναν από ιλαρά ή πολιομυελίτιδα. Ο κόσμος δεν έχει πια στο μυαλό του τι σημαίνει να παίρνεις ένα εμβόλιο προληπτικά για να αποφύγεις τον χειρότερο εφιάλτη».

Παρόλα αυτά, η ευρεία αποδοχή των εμβολίων παραμένει: σύμφωνα με δημοσκόπηση της Washington Post και της KFF, η πλειοψηφία των γονέων, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, εξακολουθεί να στηρίζει την υποχρεωτικότητα εμβολιασμών στα σχολεία.

«Μην αφήσουμε το τζίνι να βγει από το μπουκάλι»

Ακόμη και συντηρητικοί βουλευτές επισημαίνουν ότι οι εμβολιασμοί σώζουν ζωές. Ο γερουσιαστής Κάσιντι διαφώνησε έντονα με το ενδεχόμενο η CDC να κάνει πιο δύσκολο ή ακριβό τον εμβολιασμό νεογνών κατά της ηπατίτιδας Β — μιας μόλυνσης που παλαιότερα προκαλούσε ηπατική ανεπάρκεια και καρκίνο.

«Πριν το 1991, έως και 20.000 βρέφη μολύνονταν κάθε χρόνο στις ΗΠΑ. Αυτό άλλαξε όταν εγκρίθηκε το εμβόλιο», υπενθύμισε. «Τώρα που ελέγξαμε την κατάσταση, θα αφήσουμε το τζίνι να βγει από το μπουκάλι;»

Η συζήτηση γύρω από τον εμβολιασμό στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν αφορά μόνο την τρέχουσα πολιτική του Ρόμπερτ Κένεντι, αλλά αγγίζει βαθύτερα ζητήματα εμπιστοσύνης στην επιστήμη, στον ρόλο του κράτους και στη συλλογική ευθύνη απέναντι στη δημόσια υγεία. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα θα κρίνουν αν η κοινωνία θα προχωρήσει με τα εργαλεία της σύγχρονης ιατρικής ή αν θα επιτρέψει την επιστροφή σε εποχές όπου ασθένειες, θεωρητικά ξεπερασμένες, ξαναγίνονται θανατηφόρες πραγματικότητες.

Share.
Exit mobile version