Σύνθετη και δυσεπίλυτη εξίσωση αποδεικνύεται η χρηματοδότηση του συστήματος Υγείας, καθώς η ολοκλήρωση των προγραμμάτων στήριξης της χώρας δεν φαίνεται να έχει θεραπεύσει τις χρόνιες στρεβλώσεις του.
Όπως επισημάνθηκε στο 9th Pharma & Health Conference με τίτλο «Εξελίξεις στην Υγεία μετά την έξοδο από το Μνημόνιο», το θετικό πρόσημο της προσπάθειας του ΕΟΠΥΥ κυρίως στην πορεία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων αλλά και στην κανονικοποίηση των πληρωμών, έχει δίπλα του τις διαχρονικές δυσκολίες χρηματοδότησης των δημόσιων νοσοκομείων.
«Τα τελευταία χρόνια έγινε μια τεράστια προσπάθεια. Στα χρέη προς τους παρόχους πήγαμε από τα 2,2 δισ. ευρώ στα τέλη του 2015 σε λιγότερα από 200 εκατ. ευρώ το 2017», δήλωσε ο πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ, Σωτήρης Μπερσίμης, συμπληρώνοντας πως «είμαστε σχεδόν σε μηδενικά ληξιπρόθεσμα, τηρώντας τους νόμους της Ε.Ε. που προβλέπουν πληρωμή σε 60 ημέρες.
Ο ΕΟΠΥΥ είναι ήδη σε επικοινωνία με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους προκειμένου να διαχωριστούν οι οφειλές, εκείνες που οφείλονται στον Οργανισμό και εκείνες που δεν οφείλονται» διευκρίνισε αναφορικά με τη διαδικασία των ελέγχων. Ο πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ αναφέρθηκε και στην ενίσχυση του προϋπολογισμού με περίπου 100 εκατ. ευρώ, από τη σύνδεση του με το ΑΕΠ. Σε γενικές γραμμές θα μοιραστούν μεταξύ φαρμάκου και ιδιωτών παρόχων.
«Οι μεγαλύτερες ανάγκες είναι στη νοσοκομειακή περίθαλψη, επομένως εκεί εκτιμάμε ότι θα πρέπει να γίνει η μεγαλύτερη παρέμβαση», διευκρίνισε. Κατά τον κ. Μπερσίμη το clawback μειώθηκε πολύ σε ιδιώτες παρόχους από τότε που μπήκε η τελική εκκαθάριση. «Επρόκειτο για μείωση κατά 10% σε ένα χρόνο. Σε όλους τους άλλους παρόχους υπάρχει μεμονωμένη αύξηση (2015-16) που τεκμηριώνονται στην κάλυψη των περιστατικών».
Ο πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ αναφέρθηκε και στη μείωση που ακολούθησε τις νέες συμβάσεις του 2017, ενώ στο φάρμακο, κατά τον κ. Μπερσίμη, «υπάρχει αυξητική μείωση, καθώς εισήλθαν πολλά νέα φάρμακα τη δεδομένη περίοδο». Εκτίμησε δε, ότι πρέπει να λήξει ο πρόχειρος λογιστικός έλεγχος σε όλα τα επίπεδα, καθώς θα βοηθήσει και τις διοικήσεις να κάνουν καλύτερη κατανομή πόρων.
Στην ανάπτυξη του ελληνικού συστήματος DRG’s στο ΕΣΥ, που αποτελεί ένα διαφορετικό μοντέλο υπολογισμού του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα δημόσια νοσοκομεία, αναφέρθηκε ο Φ. Ταραντίλης, Διευθύνων Σύμβουλος του Ελληνικού Ινστιτούτου DRG. Όπως εξήγησε, επιλέχθηκε το ελληνικό σύστημα να στηριχθεί στο γερμανικό, που στηρίχθηκε στο αυστραλιανό. «Υπάρχουν προϋποθέσεις και στοιχήματα για την εφαρμογή των DRGs», ανέφερε, σημειώνοντας ότι «θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τα ήδη διαθέσιμα δεδομένα αλλά να αξιοποιηθούν και οι διαγνώσεις και οι ιατρικές πράξεις».
Δήλωσε, δε, ότι «είναι έτοιμη η κωδικοποίηση, ενώ το πρώτο στάδιο του project, η πιλοτική εφαρμογή και προσαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα, θα διαρκέσει περίπου έναν χρόνο».
Στα 18 δημόσια νοσοκομεία που θα εφαρμοστεί πιλοτικά το νέο σύστημα γίνεται προσπάθεια να ενταχθούν και ιδιωτικές κλινικές. «Ταυτόχρονα θεσμοθετούμε εσωτερικές διαδικασίες, πληροφοριακά συστήματα, είμαστε και σε φάση μετεγκατάστασης, ενώ σε 10 μέρες θα είναι έτοιμη web εφαρμογή για εκπαίδευση και συλλογή δεδομένων», ανέφερε.
«Πρέπει επειγόντως να περάσουμε στην αμοιβή με βάση την παραγωγή και να μη χρηματοδοτούμε αυτό που αγοράζουμε, τους προμηθευτές», ανέφερε από την πλευρά της η Αν. Μπαλασοπούλου, Διοικήτρια του ΓΝΑ «Ιπποκράτειο». Σε ό,τι αφορά τα DRGs «το θέμα είναι αν αυτοί που βρίσκονται στη διοίκηση μπορούν να αναγνώσουν τα data». «Απαιτούνται προσαρμογές σε επιμέρους συστήματα. Πιο δύσκολη φάση θα είναι εκείνη της κοστολόγησης για την οποία υπάρχουν συστήματα. Εμείς το έχουμε ήδη κάνει», εκτίμησε και προσέθεσε ότι «πιο δύσκολο θα είναι οι γέφυρες μεταξύ των συστημάτων και τα στελέχη να μπορούν να τα αναγνώσουν. Εκεί παίζει ρόλο ο μηχανισμός των DRGs πώς θα τα αναγνώσει, όχι τόσο πώς θα τα χειριστεί το νοσοκομείο».
M.T.