Τίθεται θέμα πολιτικής ευθύνης γι’ αυτά που δεν έγιναν 

 

Της Τάνιας Η. Μαντουβάλου

 

Το ερώτημα πλέον δεν είναι τι κάνουμε με την πανδημία, αλλά τι κάνουμε με το σύστημα υγείας διερωτάται ο καθηγητής αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και διευθυντής της ερευνητικής ομάδας Καρκίνος και Θρόμβωση, INSERM U938 Γρηγόρης Γεροτζιάφας, σε συνέντευξη του στο DailyPharmaNews, επισημαίνοντας ότι μέσα σε δύο χρόνια έχουν κατακτηθεί πολλά, αλλά χρειάζονται πολλά περισσότερα για να χρησιμοποιηθούν. Τουτέστιν: «μέχρι τώρα έχουμε εμβόλια που είναι αποτελεσματικά και ασφαλή, έχουμε τεχνολογία για να παράγονται γρήγορα τα εμβόλια που θα είναι αποτελεσματικά στα μεταλλαγμένα στελέχη του ιού, δηλαδή δεύτερης γενιάς εμβόλια, έχουμε θεραπευτικές στρατηγικές, οι οποίες είναι αποτελεσματικές στα πρώτα στάδια της νόσου, αλλά και στην αντιμετώπιση των ασθενών που είναι στις ΜΕΘ (και εκεί ήδη έχει μειωθεί η θνητότητα στο 25-35%, μετά το πρώτο κύμα) Έχουμε γιατρούς που ξέρουν πια να διαγιγνώσκουν και να αντιμετωπίζουν τους ασθενείς με covid». Όλα αυτά, αλλάζουν τα δεδομένα για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Εάν λοιπόν αποφασίσουμε να χρησιμοποιήσουμε τις κατακτήσεις της επιστήμης θα δαμάσουμε την πανδημία, αναφέρει ο καθηγητής και εξηγεί τι χρειάζεται να γίνει προς αυτή την κατεύθυνση.

Ανάπτυξη εμβολιαστικής κουλτούρας

«Για να χρησιμοποιήσουμε τις κατακτήσεις της επιστήμης χρειάζεται πρώτον ανάπτυξη σοβαρού εμβολιαστικού προγράμματος, που να εδράζεται πάνω στην εμβολιαστική κουλτούρα. Δηλαδή να καταλάβει ο κόσμος με τη σωστή καμπάνια ότι το εμβόλιο δεν είναι πανάκεια. Ότι με τον εμβολιασμό δεν τελειώσαμε, αλλά ο εμβολιασμός στο βαθμό που είναι μαζικός μπορεί να εξασφαλίζει την προστασία του πληθυσμού από τη βαριά νόσηση. Και επίσης μπορεί να προστατεύει το σύστημα υγείας από τον υπέρ κορεσμό του».

Καλύτερη οργάνωση του ΕΣΥ σημαίνει καλύτερη έκβαση των ασθενών

Όταν θα υπάρξει η κατάλληλη οργάνωση στην Πρωτοβάθμια περίθαλψη, δημόσια ή ιδιωτική, οι υποδομές και φυσικά οι γιατροί που θα διαγιγνώσκουν έγκαιρα τους αρρώστους με κίνδυνο επιδείνωσης, τότε θα μπορούμε και τους ανθρώπους να θεραπεύουμε νωρίς και να τους προστατεύουμε από τη νοσηλεία, αλλά παράλληλα να προστατέψουμε και τα συστήματα υγείας, τονίζει ο κ. Γεροτζιάφας για να συμπληρώσει στη συνέχεια ότι «εφόσον έχουμε εδώ και ενάμιση χρόνο αποτελεσματικές θεραπείες για τους ασθενείς που νοσηλεύονται, είτε στους κλασσικούς θαλάμους, είτε στις ΜΕΘ στο βαθμό που θα οργανωθεί αντίστοιχα και το εθνικό σύστημα υγείας και θα υποστηριχθεί, μπορεί να έχουν καλύτερη έκβαση οι ασθενείς. «Είναι θέμα πολιτικής βούλησης και αντίστοιχα θέμα πολιτικής ευθύνης γιατί δεν έγιναν όλα αυτά μέχρι τώρα».

Δωρεάν επίσκεψη στο σπίτι

Στην Πρωτοβάθμια πρέπει να εξασφαλιστεί η δωρεάν παροχή περίθαλψης στους ασθενείς με το να πληρώνονται οι γιατροί της πρωτοβάθμιας για τους αρρώστους που βλέπουν, λέει ο γνωστός αιματολόγος.

«Δεν φτάνει μόνο το κράτος, σε μία πανδημία χρειάζονται και οι ιδιώτες γιατροί. Και το πρόβλημα είναι ότι μέχρι σήμερα ένας άρρωστος για να φωνάξει το γιατρό στο σπίτι, θα πρέπει να τον πληρώσει. Άρα τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα θα πρέπει να έχουν δωρεάν παροχή περίθαλψης. Επίσης οι γιατροί της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, είτε του δημοσίου είτε του ιδιωτικού τομέα, θα πρέπει να εμπλακούν και στην εμβολιαστική καμπάνια. Θα πρέπει λοιπόν να εκπαιδευτούν και να ενημερωθούν σωστά για τα εμβόλια. Αυτοί είναι οι γιατροί που θα πείσουν τελικά τους ανθρώπους να πάνε να εμβολιαστούν».

Υψηλός κίνδυνος για καρδιαγγειακά μέσα στον πρώτο χρόνο

Το μεγάλο πρόβλημα που ανοίγεται μπροστά μας είναι το long covid, το οποίο αφορά πλέον ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που έχουν νοσήσει 10-25%, σύμφωνα με τον καθηγητή που επικαλείται πρόσφατη μελέτη, η οποία αναφέρει ότι αυτοί που έχουν νοσήσει, έχουν υψηλό κίνδυνο να εκδηλώσουν καρδιαγγειακά μέσα στον πρώτο χρόνο. «Οπότε ξανά ερχόμαστε στην περίθαλψη των ανθρώπων που έχουν πάθει covid, η οποία είναι αναγκαστικά σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, και επίσης στην αποκατάσταση των ατόμων που έχουν νοσηλευτεί σε ΜΕΘ, ή σε απλούς θαλάμους. Άρα χρειάζεται συνολική αναδιοργάνωση του συστήματος υγείας, πάντα με επίκεντρο την Πρωτοβάθμια, αλλά και την ενίσχυση των νοσοκομείων».

Πρέπει να υπάρξει κρατικός συντονισμός, διακομματική συναίνεση

Από αυτή την κατάσταση που βιώσαμε υπάρχουν παράπλευρες απώλειες που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Διότι, κατά τη διετία της πανδημίας έχουν παραμεληθεί ασθενείς με χρόνια νοσήματα, καρδιαγγειακά ψυχιατρικά, ογκολογικά, και επίσης έχουν καταρρεύσει τα συστήματα προληπτικής ιατρικής γι’ αυτά τα νοσήματα, επισημαίνει ο καθηγητής Γεροτζιάφας και εξηγεί: «Για την επόμενη πενταετία ο ανοσολογικός χάρτης της Ελλάδας, αλλά και όλης της Ευρώπης θα έχει αλλάξει πάρα πολύ, και οι άνθρωποι θα έχουν βαρύτερη κλινική εικόνα. Επίσης με δεδομένο ότι στην διετία της πανδημίας ο ιδιωτικός τομέας, και κυρίως ο ιδιωτικός τομέας των μεγάλων γκρουπ δεν ανταποκρίθηκε όπως όφειλε, το βάρος θα πέσει και πάλι στο δημόσιο τομέα. Άρα χρειάζεται να υπάρξει ένας κρατικός συντονισμός, μία διακομματική συναίνεση».

Η Covid-19 θα εξακολουθήσει να είναι ένα δυνητικά σοβαρό έως και θανατηφόρο νόσημα

Δεν τελειώνει αυτή η ιστορία ακόμα και αν γίνει ενδημικός ο ιός, λέει ο κ. Γεροτζιάφας, επισημαίνοντας ότι για να τελειώσει η πανδημία σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας πρέπει να έχει εμβολιαστεί το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού. «Είμαστε ακόμη μακριά από αυτό. Θα έχουμε πάντοτε μπροστά μας την εμφάνιση στελεχών, τα οποία δεν θα τα πιάνει η υπάρχουσα ανοσία, είτε των εμβολίων, είτε η φυσική. Και για το επόμενο πρόβλεψιμο διάστημα η Covid19 είναι ένα δυνητικά σοβαρό νόσημα έως και θανατηφόρο. Ως εκ τούτου θα συνεχίσουμε να έχουμε μεγάλο πρόβλημα, ακόμα και αν είμαστε σε φάση ενδημική του ιού, οπότε και θα χρειάζεται να κάνουμε στοχευμένες εφαρμογές μέτρων αποστασιοποίησης π.χ. όταν έχουμε επιδημική έξαρση. Χρειάζεται να έχουμε εμβολιαστική κουλτούρα και ισχυρό σύστημα υγείας».

Αν δεν ενισχυθεί η ανίχνευση, ο εμβολιασμός και το ΕΣΥ, θα επιστρέψουμε στο Φθινόπωρο

Στο βαθμό που δεν έχει εξασφαλίσει η Ελλάδα μεγάλη εμβολιαστική κάλυψη της τάξεως του 90% όπως πχ η Γαλλία που αυτό το νούμερο αφορά στον πληθυσμό άνω των 12 ετών, ή η Πορτογαλία που η κάλυψη φτάνει το 95%, τότε είναι σε πάρα πολύ ευαίσθητη κατάσταση. «Το θετικό όμως στην Ελλάδα είναι ότι από τον ερχόμενο μήνα θα ανοίξει ο καιρός και ο κόσμος θα κυκλοφορεί περισσότερο σε εξωτερικούς χώρους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν κινδυνεύουμε να ξαναβρούμε το ίδιο πρόβλημα μπροστά μας τον Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο. Άρα δεν χρειάζεται να χαλαρώσει η ανίχνευση, ο εμβολιασμός, και η ενίσχυση του συστήματος υγείας, με άξονα την Πρωτοβάθμια Περίθαλψη. Αν δεν γίνουν αυτά τα τρία θα ξανασυμβεί ότι έγινε το περασμένο Φθινόπωρο».

 

Share.
Exit mobile version