Από τον Χαράλαμπο Πετρόχειλο
Ένα αναξιοποίητο όπλο παραμένει ο φαρμακοποιός της κοινότητας στην προσπάθεια της χώρας να μπορέσει με τους μικρότερους δυνατούς πόρους να βελτιώσει το επίπεδο υγείας του πληθυσμού.
Αυτή ήταν η ουσία των όσων ανέφερε στην ομιλία του στο πρόσφατο συνέδριο «Φαρμακείο Αύριο, ένα νέο επάγγελμα» που πραγματοποίησε ο Όμιλος ΠΕΙ.ΦΑ.ΣΥΝ, ο φαρμακοποιός κ. Λευτέρης Μαρίνος, Γενικός Γραμματέας της Ομοσπονδίας Συνεταιρισμών Φαρμακοποιών Ελλάδος.
Η αναποτελεσματικότητα των συστημάτων υγείας που είναι νοσοκεντρικά, που επιλέγουν δηλαδή να συγκεντρώνουν τους διαθέσιμους πόρους στη διαχείριση της νόσου στην οξεία της φάση δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες. Έτσι παρατηρείται ένα υψηλό ποσοστό αναγκών υγείας που δεν ικανοποιούνται.
Στην Ελλάδα, όπως είπε ο κ. Μαρίνος, το ποσοστό των αναγκών υγείας που δεν ικανοποιούνται βρίσκεται για τα άτομα με χαμηλά εισοδήματα στο 18-19%, πολύ υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι γύρω στο 4%. Μάλιστα αυτό συμβαίνει τη στιγμή που τα χρήματα που δίνουν οι Έλληνες από την τσέπη τους για την υγεία αναλογικά με τα χρήματα που δίνει το κράτος είναι τα περισσότερα σε όλη την Ευρώπη.
Δυστυχώς για τη χώρα μας αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα δεδομένο. Οι διαθέσιμοι πόροι για την υγεία είναι περιορισμένοι. Αναρωτήθηκε λοιπόν ο κ. Μαρίνος: «Πως λοιπόν μπορούμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα,. Μειώνοντας τα κόστη; Είναι αυτός ένας αποτελεσματικός τρόπος; Η απάντηση είναι όχι! Και δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στη βιβλιογραφία ή να δούμε την εμπειρία άλλων χωρών».
Εάν δούμε τι συνέβη στην Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης, σημείωσε ο ΓΓ της ΟΣΦΕ, θα προσέξουμε ότι στην ουσία η συνολική φαρμακευτική δαπάνη δεν μειώθηκε σημαντικά. Αυτό που άλλαξε είναι το ποιος πληρώνει. Υπήρξε μία μετακύλιση ενός μεγάλου μέρους του κόστους από το κράτος στον ιδιωτικό τομέα, στους ασθενείς.
Με δεδομένο λοιπόν το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα στην οποία λόγω της υπογεννητικότητας θα αυξάνεται διαρκώς το ποσοστό των ηλικιωμένων στο σύνολο του πληθυσμού και επομένως και οι ανάγκες υγείας σε μία περίοδο που δεν φαίνεται να υπάρχει προοπτική –τουλάχιστον άμεσα- σημαντικής αύξησης των περιορισμένων πόρων που διατίθενται για την υγεία είναι δεδομένο ότι πρέπει να αναζητηθούν λύσεις.
Εφτά στους δέκα θανάτους οφείλονται σε χρόνιες παθήσεις που θα μπορούσαν να έχουν προληφθεί. Είναι δεδομένο ότι οποιαδήποτε διάθεση πόρων στην πρόληψη είναι μία πολύ πιο αποδοτική επένδυση.
«Σε πάρα πολλές χώρες», όπως είπε ο κ. Μαρίνος «το κόστος των ανεπιθύμητων ενεργειών ξεπερνά το κόστος της φαρμακευτικής δαπάνης. Στην Ευρώπη κατ’ έτος έχουμε 194.500 θανάτους που αποδίδονται σε μειωμένη συμμόρφωση/προσήλωση των ασθενών στη θεραπεία τους. Τόσο όμως τα προβλήματα συμμόρφωσης όσο και ο περιορισμός των επιπτώσεων που έχουν οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι στόχοι της φαρμακευτικής φροντίδας. Και ποιοι είναι οι καταλληλότεροι για τη φαρμακευτική φροντίδα; Εμείς οι φαρμακοποιοί. Δεν είμαστε βέβαια οι μόνοι. Φαρμακευτική φροντίδα μπορούν να ασκήσουν οι νοσηλευτές, μπορούν οι γιατροί, είμαστε όμως οι καταλληλότεροι όχι μόνο γιατί έχουμε πέντε έτη σπουδών πάνω στο φάρμακο αλλά γιατί είμαστε και οι πλέον προσβάσιμοι απ’ όλους τους επαγγελματίες στο χώρο της υγείας. Έχουμε λοιπόν πεδίο δόξης λαμπρό, αρκεί να αδράξουμε αυτήν την ευκαιρία και να προσφέρουμε πρώτα στους έλληνες πολίτες – ασθενείς, μετά στους ασφαλιστικούς φορείς και στο σύστημα υγείας τις υπηρεσίες που τόσο πολύ έχουν ανάγκη προκειμένου να διατηρηθεί σε μία καλή κατάσταση ή και να βελτιωθεί το επίπεδο της δημόσιας υγείας».
Για τον κ. Μαρίνο σ’ έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει είναι πολύ σημαντικό οι φαρμακοποιοί της κοινότητας να μπορούν να δουν τους λόγους στους οποίους οφείλονται αυτές οι αλλαγές και παράλληλα τις αναδυόμενες ανάγκες υγείας και να προσπαθήσουν να τις ικανοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Πλέον, όπως ανέφερε, μιλάμε για «οικοσυστήματα της υγείας στα οποία όλοι οι επαγγελματίες στο χώρο της υγείας μαζί με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη αλληλεπιδρούν ώστε να υπηρετήσουν τον άνθρωπο ο οποίος βρίσκεται στο κέντρο του οικοσυστήματος της υγείας. Καθώς η περικοπή του κόστους και η περικοπή των δαπανών δε βελτιώνει την αποτελεσματικότητα της υγείας η οποία είναι και το ζητούμενο, οι φαρμακοποιοί της κοινότητας μέσω των υπηρεσιών που μπορούν να προσφέρουν δύνανται να καλύψουν τα κενά στη φροντίδα του ασθενούς συμβάλλοντας τα μέγιστα στις πολυπόθητες βελτιώσεις.
Έτσι η συμβολή των φαρμακοποιών στην πρωτογενή δευτερογενή και τριτογενή πρόληψη καθώς και στη συνολική φαρμακευτική φροντίδα του ασθενούς αποτελεί αναντικατάστατο πόρο των συστημάτων υγείας. Ο δε Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας από το 2014 έχει εισάγει την έννοια του φαρμακοποιού των 7 αστέρων (δηλαδή του επαγγελματία υγείας που λειτουργεί ως πάροχος υψηλής φροντίδας, αποφασίζων, επικοινωνός, διαχειριστής, μαθητής, δάσκαλος και ηγέτης) τόσο για να τονίσει τη μεγάλη σημασία που έχουν οι φαρμακοποιοί της κοινότητας στο μοντέρνο σχεδιασμό της υγείας όσο και για να βοηθήσει τους ίδιους τους φαρμακοποιούς της κοινότητας στην αναζήτηση των απαραίτητων δεξιοτήτων».
Ο κ. Μαρίνος τόνισε ότι ο φαρμακοποιός δεν αποποιείται τον παραδοσιακό του ρόλο. «Εξακολουθούμε να είμαστε υπεύθυνοι για την προμήθεια των φαρμάκων, τον έλεγχο της συνταγογράφησης και τη διανομή. Έχουμε όμως πλέον ως ευθύνη όχι μόνο να δίνουμε το σωστό φάρμακο στον ασθενή αλλά και να ελέγχουμε και την ορθολογική χρήση του από τον ασθενή».