Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη
Ήδη έχει ανακοινωθεί στη Βρετανία ότι θα ξεκινήσουν δοκιμαστικά, στο Λονδίνο, να παρέχονται από γενικούς γιατρούς του κρατικού συστήματος Υγείας συμβουλές σε ασθενείς μέσω του smartphone τους. Η υπηρεσία θα παρέχεται από μια εφαρμογή που ονομάζεται GP at hand, η οποία θα επιτρέψει στους ασθενείς να κλείνουν σε συγκεκριμένες ημέρες τηλε-ιατρικό ραντεβού.
Η ιδέα πίσω από την εφαρμογή είναι να απαλλάξει από την πίεση των πολλών ραντεβού τους γενικούς γιατρούς, ενώ παράλληλα να δίνει τη δυνατότητα, σε όσους δεν μπορούν να πάρουν άδεια από τη δουλειά τους, να έχουν –έστω και από απόσταση– ένα προσωπικό ραντεβού με το γιατρό τους.
Η υπηρεσία θα είναι διαθέσιμη 24 ώρες την ημέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα και η εταιρεία Babylon, που έχει αναλάβει τη συγκεκριμένη παροχή υπηρεσιών, δηλώνει ότι τα ραντεβού θα μπορούν να πραγματοποιούνται σε μόλις δύο ώρες.
Το GP at hand θα προβαίνει σε έναν έλεγχο συμπτωμάτων πριν ξεκινήσει η τηλε-εξέταση. Μόλις ξεκινήσει η κλήση, ο ασθενής θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μία κάμερα για να δείξει τα συμπτώματα στο γιατρό, όπως, για παράδειγμα, δερματικά εξανθήματα ή κάποιο ερεθισμό ή πρήξιμο.
Μια παράμετρος που προκαλεί ερωτήματα είναι ότι ένας τέτοιος «τηλε-έλεγχος» πώς θα μπορούσε να διαχειριστεί την αίσθηση των αδένων στο λαιμό, για παράδειγμα και πόσο εξαρτάται η επιτυχία της όλης εφαρμογής από την αυτοδιάγνωση.
Ένα άλλο ζήτημα που τέθηκε σχετικά με τις δυνατότητες της υπηρεσίας είναι ότι διαιρεί το κοινό σε όσους είναι τεχνολογικά εξοπλισμένοι και ικανοί να κάνουν χρήση της εφαρμογής και σε εκείνους, κυρίως τη μεγαλύτερη ηλικιακά γενιά, που δεν είναι.
Η καθηγητήτρια Helen Stokes-Lampard, πρόεδρος του Βασιλικού Κολλεγίου Ιατρών, δήλωσε: «Για μερικούς ασθενείς είναι μια καλή ευκαιρία για γρήγορη και εύκολη πρόσβαση στο γενικό γιατρό – και για πολλούς νεότερους και υγιέστερους ανθρώπους θα μπορούσε να αποδειχθεί λύση κατά της μακράς αναμονής για ένα ραντεβού. Η τεχνολογία μπορεί να επιτύχει θαυμάσια πράγματα όταν χρησιμοποιείται σωστά, αλλά ανησυχούμε πραγματικά ότι παρόμοια προγράμματα δημιουργούν μια διττή προσέγγιση στη γενική πρακτική του NHS».
«Καταλαβαίνουμε ότι μια ηλεκτρονική υπηρεσία είναι βολική και ελκυστική, αλλά οι ηλικιωμένοι ασθενείς και όσοι ζουν με πιο σύνθετες καταστάσεις υγείας επιθυμούν τη διαρκή φροντίδα και την ασφάλεια της προσωπικής θεραπείας από το γιατρό που τους γνωρίζει».
Η Δρ Stokes-Lampard ζήτησε να δοθεί περισσότερη χρηματοδότηση στην υπηρεσία αντί να βασίζονται σε λύσεις από ιδιωτικές εταιρείες.
Κατά την ενδιάμεση περίοδο, το πιλοτικό πρόγραμμα θα απευθύνεται σε περίπου 3,5 εκατομμύρια άτομα.