Μια πρόσφατη διπλή-τυφλή κλινική δοκιμή έφερε στο φως σημαντικά οφέλη από τη χρήση της σεμαγλουτίδης (semaglutide) σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και παχυσαρκία. Η δραστική ουσία, που αποτελεί τη βάση για τρία ευρέως χρησιμοποιούμενα εβδομαδιαία ενέσιμα, απέδειξε ότι, εκτός των ήδη γνωστών χρήσεών της στη διαχείριση του διαβήτη τύπου 2 και της παχυσαρκίας, μπορεί να ωφελήσει και ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1, βελτιώνοντας τον γλυκαιμικό έλεγχο, μειώνοντας την απαιτούμενη ινσουλίνη και προωθώντας την απώλεια βάρους.
Ρούλα Σκουρογιάννη
Η μελέτη που άναψε “πράσινο” φως
Σε μια μελέτη που παρουσιάστηκε στο 85ο Συνέδριο της American Diabetes Association, πουπραγματοποιήθηκε από τις 20 έως τις 23 Ιουνίου 2025 στο Σικάγο, και δημοσιεύθηκε στο NEJM Evidence,
72 ενήλικες με διαβήτη τύπου 1 και δείκτη BMI ≥ 30 συμμετείχαν σε τυχαία δοκιμή: οι μισοί έλαβαν εβδομαδιαία ενέσιμη σεμαγλουτίδη παράλληλα με την αυτοματοποιημένη ινσουλίνη, ενώ οι υπόλοιποι placebo και αυτοματοποιημένη ινσουλίνη.
Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: Ποσοστό 36 % των συμμετεχόντων πέτυχαν τους τρεις στόχους:
· διατήρηση των επιπέδων σακχάρου σε εύρος 70-180 mg/dL για περισσότερο από το 70% της ημέρας
· εμφάνιση υπογλυκαιμίας (πολύ χαμηλό σάκχαρο) για λιγότερο από 4% του χρόνου,
· απώλεια βάρους τουλάχιστον 5%. Η μέση απώλεια βάρους στην ομάδα της σεμαγλουτίδης ήταν περίπου 9 κιλά.
Δεν αυξήθηκαν, επίσης, οι σοβαρές υπογλυκαιμίες ή η διαβητική κετοξέωση.
Συμπληρωματικά αποτελέσματα του McGill University επιβεβαίωσαν τη μείωση της απαιτούμενης ινσουλίνης και καλύτερο γλυκαιμικό έλεγχο, χωρίς αύξηση του κινδύνου υπογλυκαιμίας.
Τι είναι η σεμαγλουτίδη και πώς δρα
Η σεμαγλουτίδη ανήκει στην κατηγορία των GLP‑1 αγωνιστών.
Δρα μιμούμενη την ορμόνη GLP‑1:
· Αυξάνει την έκκριση ινσουλίνης όταν το σάκχαρο είναι υψηλό,
· Μειώνει την έκκριση γλυκαγόνης,
· Επιβραδύνει την κένωση του στομάχου και
· Συμβάλλει στον κορεσμό της όρεξης.
Συνήθως, χορηγείται υποδορίως μια φορά την εβδομάδα (0,5–2 mg), ξεκινώντας χαμηλά και αυξάνοντας προοδευτικά για μείωση παρενεργειών.
Ο διαβήτης τύπου 1: Η χρόνια ρύθμιση και οι προκλήσεις
Ο διαβήτης τύπου 1 είναι αυτοάνοσο νόσημα, όπου καταστρέφονται τα β-κύτταρα του παγκρέατος, με αποτέλεσμα την πλήρη απώλεια παραγωγής ινσουλίνης. Οι ασθενείς εξαρτώνται από την καθημερινή υποκατάσταση της ινσουλίνης (ενέσεις ή αντλίες), και αντιμετωπίζουν συνεχή κίνδυνο υπογλυκαιμίας, υπεργλυκαιμίας και μακροπρόθεσμων επιπλοκών.
Η εμφάνιση παχυσαρκίας σε ασθενείς σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 αυξάνει τον κίνδυνο καρδιομεταβολικών επιπλοκών. Η μελέτη αναδεικνύει σημαντική μείωση του σωματικού βάρους και των απαιτήσεων σε ινσουλίνη, βελτιώνοντας τους παράγοντες κινδύνου.
Τι αλλάζει τώρα με τη χρήση σεμαγλουτίδης
Οι κλινικές δοκιμές δείχνουν ότι η χρήση σεμαγλουτίδης στη διαχείριση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 είναι πολλά υποσχόμενη και ασφαλής βραχυπρόθεσμα, όμως απαιτούνται:
· Μεγαλύτερες δοκιμές για μακροχρόνια ασφάλεια (π.χ. καρδιοαγγειακές εκβάσεις, κετοξέωση),
· Επίσημες εγκρίσεις (“off-label” χρήση προς το παρόν),
· Παρακολούθηση και καθοδήγηση από ενδοκρινολόγους.
Οι συγγραφείς της μελέτης, όπως ο Dr. Shah, και οι ερευνητές του McGill University υπογραμμίζουν ότι η σεμαγλουτίδη θα μπορούσε να αποτελέσει πολύτιμο συμπλήρωμα στην ινσουλινοθεραπεία, επιτρέποντας πιο σταθερό και ασφαλή έλεγχο του διαβήτη τύπου 1.
Καθώς η εταιρεία που παράγει τη σεμαγλουτίδη κάνει έρευνα για νέες ενδείξεις της δραστικής ουσίας, όπως με πειραματικές συνδυαστικές θεραπείες για την παχυσαρκία και τις καρδιομεταβολικές νόσους, η σεμαγλουτίδη μπορεί να αποτελέσει επανάσταση και στο πεδίο της διαχείρισης του διαβήτη τύπου 1.
Σε κάθε περίπτωση, οι ασθενείς δεν πρέπει να χρησιμοποιούν μόνοι τους αυθαίρετα τα ενέσιμα σεμαγλουτίδης: η χρήση πρέπει να εντάσσεται σε εξατομικευμένο θεραπευτικό πλάνο, υπό ιατρική επίβλεψη, με συνεχόμενη αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας.
Η σεμαγλουτίδη δείχνει πολλά υποσχόμενη συμπληρωματική υποστηρικτική θεραπεία στη διαχείριση των ασθενών με διαβήτη τύπου 1, ειδικά στους υπέρβαρους με αυτοματοποιημένα συστήματα ινσουλίνης. Αν και τα πρώτα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά, η ευρεία υιοθέτησή της απαιτεί ενίσχυση της τεκμηρίωσης και επίσημες εγκρίσεις.
Περισσότερες λεπτομέρειες για τη μελέτη που παρουσιάστηκε στο 85ο Συνέδριο της ADA είναι διαθέσιμες στον παρακάτω σύνδεσμο: https://evidence.nejm.org/doi/full/10.1056/EVIDoa2500173?utm_source=Sailthru&utm_medium=Newsletter&utm_campaign=Health-Rounds&utm_term=062625&lctg=63e121d07a7ced439a0e2587
