Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Η εκκολπωμάτωση του παχέος εντέρου αποτελεί μια από τις πιο συχνές παθήσεις του γαστρεντερικού συστήματος στις δυτικές κοινωνίες. Η πάθηση χαρακτηρίζεται από τον σχηματισμό μικρών σακοειδών προσεκβολών (σακουλάκια, εξογκώματα ) του βλεννογόνου του παχέος εντέρου.
Τα εκκολπώματα εμφανίζονται στα κατώτερα τμήματα του παχέος εντέρου, είναι περισσότερο συχνά σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και η εμφάνισή τους σχετίζεται σημαντικά με τη σύγχρονη διατροφή χαμηλή σε φυτικές ίνες, τη χρόνια καθιστική ζωή και τη συνεχή καταπόνηση του εντέρου από τη δυσκοιλιότητα.με τη χαμηλή κατανάλωση φυτικών ινών και με την εκφύλιση του μυϊκού χιτώνα που συμβαίνει με την πάροδο του χρόνου.
Η πάθηση αυτή συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα και σε πολλές περιπτώσεις διαγιγνώσκεται τυχαία σε εξετάσεις όπως η κολονοσκόπηση ή η αξονική τομογραφία, εξηγεί στο DailyPharmaNews ο Γαστρεντερολόγος, Γεώργιος Κοντιζάς.
«Οι περισσότεροι ασθενείς παραμένουν ασυμπτωματικοί σε όλη τους τη ζωή, ενώ ένα ποσοστό εμφανίζει επιπλοκές. Η πιο συχνή και σημαντική επιπλοκή είναι η εκκολπωματίτιδα, η οποία προκύπτει όταν ένα ή περισσότερα εκκολπώματα φλεγμαίνουν . Αυτό μπορεί να συμβεί λόγω στάσης κοπράνων που παγιδεύονται μέσα στον εκκόλπωμα, οδηγώντας σε μικροτραυματισμούς του βλεννογόνου, βακτηριακή υπερανάπτυξη και τελικά φλεγμονώδη αντίδραση.
Η εκκολπωματίτιδα μπορεί να έχει από ήπια μέχρι και απειλητική για τη ζωή εξέλιξη, γεγονός που καθιστά την έγκαιρη διάγνωση και σωστή αντιμετώπιση ιδιαίτερα σημαντικές. Εκδηλώνεται με πόνο στην κάτω αριστερή κοιλιακή χώρα, που είναι το συνηθέστερο σημείο, συνοδευόμενο από πυρετό, ευαισθησία στην κοιλιά, ναυτία και διαταραχές στις κενώσεις. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί περιτονίτιδα, απόστημα ή συρίγγιο.
Η διάγνωση της εκκολπωματίτιδας στηρίζεται στο ιστορικό και στη φυσική εξέταση, αλλά επιβεβαιώνεται με απεικονιστικές μεθόδους. Η αξονική τομογραφία κοιλίας με σκιαγραφικό είναι η μέθοδος εκλογής, καθώς μπορεί να δείξει την ύπαρξη φλεγμονής, πάχυνση του εντερικού τοιχώματος, παρουσία αποστήματος ή άλλων επιπλοκών. Οι αιματολογικές εξετάσεις δείχνουν συνήθως λευκοκυττάρωση και αυξημένους δείκτες φλεγμονής ιδίως με αύξηση της CRP.
Η κολονοσκόπηση δεν πρέπει να γίνεται στη φάση της οξείας φλεγμονής λόγω κινδύνου διάτρησης, αλλά συνιστάται μετά την υποχώρηση των συμπτωμάτων για αποκλεισμό κακοήθειας ή άλλης παθολογίας».
Θεραπευτική αντιμετώπιση της εκκολπωματίτιδας
Η αντιμετώπιση της εκκολπωματίτιδας εξαρτάται από τη βαρύτητά της. Όπως εξηγεί ο κ. Κοντιζάς, «στις ήπιες και απλές περιπτώσεις χωρίς επιπλοκές, η θεραπεία είναι συντηρητική με χορήγηση αντιβιοτικών ευρέος φάσματος που καλύπτουν αναερόβια και Gram αρνητικά βακτήρια, με παράλληλη ανάπαυση του εντέρου και υγρές δίαιτες μέχρι να υποχωρήσουν τα συμπτώματα.
Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις απαιτείται νοσηλεία, ενδοφλέβια υγρά, αντιβιοτικά και σε ορισμένες καταστάσεις παροχέτευση αποστημάτων υπό καθοδήγηση ή ακόμη και χειρουργική επέμβαση. Χειρουργική θεραπεία μπορεί να χρειαστεί σε περιπτώσεις διάτρησης, γενικευμένης περιτονίτιδας, επαναλαμβανόμενων επεισοδίων ή σοβαρών στενώσεων και συριγγίων.
Η φυσική πορεία της νόσου δείχνει ότι πολλοί άνθρωποι με εκκολπώματα δεν θα εμφανίσουν ποτέ συμπτώματα. Ένα μικρότερο ποσοστό όμως θα χρειαστεί επεμβατική αντιμετώπιση, ιδίως αν δεν αντιμετωπιστεί σωστά στην αρχή . Η πρόγνωση εξαρτάται από την ηλικία, τη γενική κατάσταση υγείας και το είδος των επιπλοκών».
Τα μέτρα πρόληψης
Η πρόληψη της εκκολπωμάτωσης και των υποτροπών της εκκολπωματίτιδας βασίζεται στη βελτίωση των διατροφικών συνηθειών και στον τρόπο ζωής. Σύμφωνα με τον κ. Κοντιζά, «η αυξημένη πρόσληψη φυτικών ινών από φρούτα, λαχανικά και δημητριακά ολικής άλεσης βοηθά στη ρύθμιση των κενώσεων και στη μείωση της ενδοαυλικής πίεσης. Η επαρκής ενυδάτωση και η τακτική σωματική άσκηση συμβάλλουν στη σωστή λειτουργία του εντέρου.
Οι σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες δίνουν έμφαση στην εξατομίκευση της θεραπείας, στην προσεκτική παρακολούθηση των ασθενών και στην εφαρμογή μέτρων πρόληψης με διατροφή και άσκηση που βελτιώνουν συνολικά την εντερική υγεία και μειώνουν τον κίνδυνο νέων επεισοδίων.
Συνολικά, η εκκολπωμάτωση και η εκκολπωματίτιδα αποτελούν μια κλινική ενότητα που συνδέει την ανατομία του παχέος εντέρου με τον τρόπο ζωής και τη διατροφή, αναδεικνύοντας τη σημασία της έγκαιρης αναγνώρισης, της ορθής θεραπευτικής στρατηγικής και της πρόληψης μέσω υγιεινών συνηθειών» καταλήγει ο κ. Κοντιζάς.
