Οι γυναίκες που βρίσκονται σε κακοποιητικές σχέσεις δεν αποτελούν μια ενιαία κατηγορία. Καθεμιά έχει τη δική της ιστορία, τις δικές της πληγές και τη δική της διαδρομή. Όμως, πίσω από τις προσωπικές διαφοροποιήσεις, σχηματίζονται συγκεκριμένα ψυχολογικά μοτίβα και μηχανισμοί που εξηγούν γιατί παραμένουν, γιατί καλύπτουν τον κακοποιητή τους και γιατί συχνά δυσκολεύονται να δουν τον εαυτό τους έξω από αυτόν τον κύκλο.
Η κακοποίηση δεν εμφανίζεται ξαφνικά. Διαμορφώνεται σταδιακά μέσα από μια περίπλοκη δυναμική εξάρτησης, φόβου, ενοχής και ελπίδας. Αυτά τα στοιχεία συνθέτουν ένα τοπίο όπου η ψυχική αντοχή δοκιμάζεται καθημερινά και η πραγματικότητα παραμορφώνεται, μέχρι που ακόμη και το αυτονόητο — η ανάγκη για ασφάλεια και σεβασμό — θολώνει και αλλοιώνεται η έννοια της αγάπης.
Ψυχολογικά χαρακτηριστικά και εσωτερικά μοτίβα
1. Χαμηλή αυτοεκτίμηση και εσωτερικευμένη ενοχή
Η χρόνια έκθεση στη βία και στην υποτίμηση αλλοιώνει τον τρόπο που η γυναίκα αντιλαμβάνεται την αξία της. Αν ακούει για καιρό ότι «είναι άχρηστη», «υπερβολική» ή «προκαλεί», αρχίζει να το πιστεύει. Η ενοχή γίνεται καθημερινή σκιά: «ίσως φταίω κι εγώ», «αν είχα μιλήσει πιο ήρεμα, δεν θα θύμωνε». Αυτή η ενοχή δεν γεννιέται από αφέλεια αλλά από ψυχικό τραύμα.
2. Συναισθηματική και υπαρξιακή εξάρτηση
Πολλές γυναίκες συνδέουν τον θύτη με την αίσθηση ασφάλειας, ακόμη κι αν αυτό μοιάζει παράδοξο. Όταν ο κακοποιητής έχει απομονώσει το θύμα από φίλους, οικογένεια και κοινωνικά στηρίγματα, γίνεται το μόνο πρόσωπο με το οποίο μοιράζεται την καθημερινότητα. Η ιδέα της φυγής μοιάζει απειλητική, όχι λυτρωτική. Η εξάρτηση δεν είναι μόνο συναισθηματική — είναι υπαρξιακή.
3. Διαστρεβλωμένη αντίληψη της αγάπης
Η αγάπη για αυτές τις γυναίκες συχνά συνδέεται με ένταση, ζηλοτυπία, φόβο και πάθος. Αν έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλον όπου η βία θεωρούνταν «φυσιολογική», η αγάπη μέσα από πόνο μοιάζει οικεία. Οι ελάχιστες στιγμές τρυφερότητας του θύτη λειτουργούν σαν δικαίωση: «Άρα με αγαπάει, απλώς περνάει δύσκολα».
4. Ανοχή, υπερπροσαρμοστικότητα και συνεχής επιφυλακή
Η γυναίκα μαθαίνει να «προβλέπει» τις εκρήξεις, να αλλάζει τον τρόπο που μιλά και κινείται για να αποφύγει τη βία. Η ζωή της γίνεται μια συνεχής προσπάθεια ισορροπίας πάνω σε ένα αόρατο τεντωμένο σχοινί. Αυτό που φαίνεται ως παθητικότητα είναι στην πραγματικότητα στρατηγική επιβίωσης.
Ψυχοπαθολογικοί και συναισθηματικοί μηχανισμοί
1. Τραυματικός δεσμός (trauma bonding)
Ο κύκλος κακοποίησης — ένταση, επίθεση, απολογία, τρυφερότητα — δημιουργεί εθισμό. Όταν ο θύτης γίνεται ταυτόχρονα πηγή πόνου και ανακούφισης, το θύμα δένεται μαζί του τόσο συναισθηματικά όσο και βιολογικά. Οι φάσεις «συμφιλίωσης» απελευθερώνουν οξυτοκίνη και ντοπαμίνη, ενισχύοντας τον δεσμό.
2. Σύνδρομο Στοκχόλμης
Σε περιβάλλον φόβου, το θύμα μπορεί να ταυτιστεί με τον θύτη για να μειώσει το άγχος του. Τον υπερασπίζεται, τον δικαιολογεί, αισθάνεται ευγνωμοσύνη για μικρές πράξεις καλοσύνης. Βλέπει τους έξω — φίλους, συγγενείς, ακόμη και αρχές — ως απειλή για τη «σχέση» της.
3. Μαθημένη αβοηθησία
Όταν η γυναίκα έχει προσπαθήσει να ξεφύγει και δεν τα κατάφερε — ή όταν οι προσπάθειές της συνοδεύτηκαν από περισσότερη βία — τελικά παραιτείται. Πείθεται ότι «τίποτα δεν αλλάζει». Δεν είναι έλλειψη θέλησης· είναι ψυχική εξάντληση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η γυναίκα έχει μάθει να συνδέει την αγάπη με την υποταγή. Δεν επιθυμεί τον πόνο, αλλά τον ανέχεται ως μέσο για να διατηρήσει μια σχέση που πιστεύει πως χρειάζεται.
Η εσωτερική φωνή του θύματος
Η φωνή τους, όταν μιλούν για εκείνον, έχει περίεργη τρυφερότητα:
«Δεν είναι κακός… απλώς έχει νεύρα»,
«Με αγαπάει με τον τρόπο του»,
«Μην τον κατηγορείτε».
Η αλήθεια είναι πιο σκοτεινή, αλλά και πιο ανθρώπινη: για την ίδια, αυτή η σχέση είναι το σύμπαν της. Αν την εγκαταλείψει, θα χαθεί στο κενό. Αν τον καλύπτει, διατηρεί την αυταπάτη ότι ελέγχει κάτι — έστω και το ίδιο της το τραύμα. Η σιωπή της δεν είναι συνειδητή επιλογή· είναι άμυνα. Είναι ο τρόπος της να συνεχίζει να αναπνέει μέσα σε έναν κόσμο που την πληγώνει.
Ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς μηχανισμούς επιβίωσης είναι η αποστασιοποίηση από τον ίδιο τον πόνο. Πολλές γυναίκες αρχίζουν να δικαιολογούν τη συμπεριφορά του συντρόφου τους, να ελαχιστοποιούν τη σοβαρότητα των περιστατικών ή να επωμίζονται την ευθύνη. Η εσωτερική φωνή τους λέει πως «δεν ήταν τόσο άσχημο», «ίσως έφταιξα κι εγώ», «θα αλλάξει». Αυτός ο μηχανισμός δεν είναι δείγμα αφέλειας· είναι ένας τρόπος να διαχειριστούν μια πραγματικότητα που δεν έχουν ακόμη τη δύναμη να εγκαταλείψουν. Αν δεχθούν πλήρως το τι τους συμβαίνει, τότε θα αναγκαστούν να αλλάξουν όλη τη ζωή τους — κάτι που απαιτεί τεράστια ενέργεια και, κυρίως, αίσθηση ασφάλειας που συχνά δεν έχουν.
Ένας άλλος μηχανισμός είναι η συναισθηματική αποσύνδεση. Για να προστατεύσουν τον εαυτό τους από τον διαρκή φόβο και την ένταση, ορισμένες γυναίκες μαθαίνουν να «κλείνουν» κομμάτια των συναισθημάτων τους. Επιβιώνουν λειτουργώντας σε μια κατάσταση συνεχούς εγρήγορσης, ένα είδος ψυχολογικής επιβίωσης που επιτρέπει να ζουν μέσα στο χάος χωρίς να καταρρέουν. Αυτή όμως η στρατηγική έχει τίμημα: η αυτοεκτίμηση φθείρεται, η εμπιστοσύνη στον εαυτό τους διαλύεται και η ικανότητα να αναγνωρίζουν τι πραγματικά χρειάζονται αποδυναμώνεται.
Συναισθηματικές συνέπειες
Η κακοποίηση αφήνει βαθιά σημάδια που δεν φαίνονται πάντα με γυμνό μάτι:
• χρόνια ανασφάλεια,
• διαταραχές άγχους,
• διαστρεβλωμένη εικόνα του σώματος και της αξίας,
• αδυναμία εμπιστοσύνης,
• αποξένωση από τον εαυτό,
• συμπτώματα μετατραυματικού στρες.
Η γυναίκα συχνά δυσκολεύεται να θυμηθεί ποια ήταν πριν. Η ταυτότητά της διαλύεται σιγά-σιγά, σαν χαρτί που βρέχεται μέχρι να λιώσει.
Κοινωνικές διαστάσεις του φαινομένου
Η κακοποίηση δεν είναι ατομικό ζήτημα·είναι βαθιά κοινωνικό.
1. Η κοινωνία που κατηγορεί αντί να προστατεύει
Το ερώτημα «Γιατί δεν έφευγες;» μεταφέρει στο θύμα την ευθύνη για τη βία που δέχτηκε. Η γυναίκα νιώθει ντροπή και αποσύρεται ακόμη περισσότερο.
2. Στερεότυπα για τον ρόλο της γυναίκας
Η κοινωνική πίεση να «αντέχει», να «κρατάει το σπίτι», να «μην διαλύει τη σχέση» λειτουργεί σαν αλυσίδα. Στις πιο παραδοσιακές οικογένειες, η φυγή θεωρείται αποτυχία.
3. Κοινωνική σιωπή και κανονικοποίηση της βίας
Η βία συχνά χαρακτηρίζεται «καυγάς», «δύσκολη στιγμή», «μεγάλη ένταση». Αυτή η ομαλοποίηση αποτρέπει το θύμα από το να αναγνωρίσει τη σοβαρότητα της κατάστασης.
4. Έλλειψη δομών υποστήριξης
Χωρίς ψυχολογική βοήθεια, οικονομική στήριξη και ασφαλή πλαίσια διαφυγής, η γυναίκα παραμένει εγκλωβισμένη. Η κοινωνική αμέλεια είναι συνεργός της κακοποίησης.
Οι γυναίκες που βιώνουν κακοποιητικές σχέσεις και καλύπτουν τον θύτη τους δεν είναι αδύναμες. Είναι τραυματισμένες, εξαντλημένες και εξαρτημένες μέσα από ψυχολογικούς μηχανισμούς που χτίζονται αργά και σταθερά. Κουβαλούν μέσα τους μια ιστορία που δεν φαίνεται και έναν αγώνα που δίνουν σιωπηλά.

Διδάκτωρ Κλινικής Ψυχολογίας
PhD,MSc,BSc
Clinical Psychology Researcher Mental Health Specialisteenshot