Η αμβλυωπία, γνωστή και ως «τεμπέλικο μάτι», υποδηλώνει την χαμηλή όραση σε ένα από τα δυο μάτια. Είναι η πιο συχνή οφθαλμολογική πάθηση της παιδικής ηλικίας και συνήθως αναπτύσσεται από τη γέννηση έως την ηλικία των 7 ετών.
Η πάθηση ξεκινά τα πρώτα χρόνια της ζωής, όταν η λειτουργία της όρασης δεν αναπτύσσεται με φυσιολογικό τρόπο, γιατί ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει καθαρές οπτικές εικόνες από το ένα μάτι ώστε να μάθει να τις μεταφράζει σε “οπτική πληροφορία”. Πρόκειται επομένως για ένα πρόβλημα ανάπτυξης του εγκεφάλου και όχι ένα οργανικό, νευρολογικό πρόβλημα του οφθαλμού. Η εγκεφαλική αυτή δυσλειτουργία αφορά το 5% περίπου του πληθυσμού.
Συνήθως η αμβλυωπία εμφανίζεται στο ένα μάτι, αλλά μπορεί να είναι και αμφοτερόπλευρη. Εάν δεν θεραπευτεί εγκαίρως, δηλαδή μέχρι το τέλος της ανάπτυξης της όρασης (8 -10 ετών), τότε η αμβλυωπία παραμένει σε όλη την υπόλοιπη ζωή του παιδιού και μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια όρασης. Για τον λόγο αυτό, απαιτούνται οφθαλμολογικές εξετάσεις στα νεογέννητα, στα βρέφη και στα παιδιά πολύ μικρής ηλικίας, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία μη αναστρέψιμης βλάβης στην όρασή τους.
Αίτια
Οι βασικές αιτίες που προκαλούν αμβλυωπία είναι:
• Οι διαθλαστικές ανωμαλίες (μυωπία, υπερμετρωπία, αστιγματισμός).
• Η ανισομετρωπία (η διαφορά διαθλαστικής ισχύος ανάμεσα στους δύο οφθαλμούς).
• Ο στραβισμός.
• Ο συγγενής καταρράκτης.
• Η βλεφαρόπτωση.
• Η θόλωση του κερατοειδούς.
Παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο αμβλυωπίας είναι ο πρόωρος τοκετός, το μικρό μέγεθος του νεογνού κατά τη γέννηση, τα αναπτυξιακά προβλήματα, η κληρονομικότητα.
Συμπτώματα
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων υπάρχουν συγκεκριμένα συμπτώματα που υποδηλώνουν την ύπαρξη αμβλυωπίας:
• Το μάτι στραβίζει προς τα μέσα ή προς τα έξω.
• Τα μάτια φαίνεται να μην συνεργάζονται.
• Κακή στερεοσκοπική όραση (κακή αντίληψη βάθους πεδίου).
• Σφίξιμο ή κλείσιμο ενός ματιού.
• Το παιδί γέρνει το κεφάλι προς μια μεριά.
• Μείωση της όρασης.
Διάγνωση
Εάν η αμβλυωπία δεν διαγνωστεί και δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη απώλεια όρασης.
Τις περισσότερες φορές η διάγνωση της αμβλυωπίας γίνεται τυχαία σε μια παιδοοφθαλμολογική εξέταση, εκτός αν ένα παιδί έχει εμφανίσει στραβισμό ή συγγενή καταρράκτη.
Η διάγνωση της αμβλυωπίας στηρίζεται στις ακόλουθες εξετάσεις:
• Πλήρης οφθαλμολογικός έλεγχος που θα αποκλείσει την ύπαρξη οργανικής βλάβης στα μάτια του παιδιού.
• Μέτρηση οπτικής οξύτητας: Μεγάλη διαφορά στην οπτική οξύτητα μεταξύ των δύο ματιών ή μειωμένη οπτική οξύτητα και στα δύο μάτια είναι ενδεικτικό αμβλυωπίας.
• Ορθοπτικός έλεγχος της όρασης και της κινητικότητας των ματιών για την διάγνωση πιθανού στραβισμού.
• Διαθλαστικός έλεγχος για την διάγνωση πιθανού διαθλαστικού σφάλματος και την χορήγηση των αντίστοιχων διορθωτικών γυαλιών.
Θεραπεία
Η αντιμετώπιση της αμβλυωπίας βασίζεται στην πρώιμη διάγνωση και την έγκαιρη θεραπεία. Η θεραπεία είναι εξατομικευμένη και έχει υψηλά ποσοστά επιτυχίας εάν ξεκινήσει πριν από την ηλικία των 6 ετών. Σκοπός της θεραπείας είναι να βελτιωθεί η οπτική οξύτητα του αδύναμου οφθαλμού, ώστε να αποκτήσει μια χρήσιμη όραση για το υπόλοιπο της ζωής του.
Η πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδος είναι η κάλυψη του υγιούς (ισχυρού) ματιού με σκοπό την ενίσχυση της οπτικής λειτουργίας του ασθενέστερου. Ο χρόνος και η διάρκεια των ασκήσεων διαφέρουν ανάλογα με τις ανάγκες, το μέγεθος του προβλήματος και την ηλικία του παιδιού.
Ανάλογα με την αιτία της αμβλυωπίας ο οφθαλμίατρος μπορεί επίσης να συστήσει διορθωτικά γυαλιά, ορθοπτικές ασκήσεις, ασκήσεις πλεοπτικής, ασκήσεις που γίνονται με ειδικά προγράμματα σε computer και σπανιότερα χειρουργική επέμβαση.