ΠΑΘΗΣΕΙΣ & ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2: Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη ρύθμιση της νόσου

Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2:  Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη ρύθμιση της νόσου

Σημαντικά ευρήματα η αξιοποίηση των οποίων θα μπορούσε να συμβάλλει ουσιωδώς στην καλύτερη αντιμετώπιση των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔτ2) στη χώρα μας, φέρνουν τρεις νέες μελέτες –οι  RELOAD, RECAP και ΑDVICE– με δεδομένα από την ελληνική κλινική πράξη.

 

Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη

 

Σύμφωνα με τα δεδομένα των τριών μελετών, ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ενώ βρίσκονται σε θεραπεία, παραμένουν αρρύθμιστοι για περισσότερο από τρεις μήνες, αν και στο διάστημα αυτό οι κατευθυντήριες οδηγίες συστήνουν επανεκτίμηση της θεραπείας. Συγκεκριμένα, περίπου το 50% των ασθενών σε μετφορμίνη και περίπου το 60% των ασθενών που λαμβάνουν σουλφονυλουρία είτε ως μονοθεραπεία είτε συνδυαστικά με μετφορμίνη δεν πετυχαίνουν τον γλυκαιμικό στόχο- γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) <7%.

Ταυτόχρονα, η συστηματική εκπαίδευση του διαβητικού ασθενούς μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην καλύτερη συμμόρφωση στη θεραπεία, παράγοντα εξαιρετικής σημασίας για χρόνιες ασθένειες όπως ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2.

 

Με βάση το τρέχον θεραπευτικό πρωτόκολλο για το σακχαρώδη διαβήτη, τα άτομα με ΣΔ πρέπει πάντοτε να ενθαρρύνονται για αλλαγές στον τρόπο ζωής σε κάθε θεραπευτικό βήμα. Συνιστάται να γίνεται τακτικά αυτοέλεγχος καθώς και έλεγχος της HbA1c κάθε 3 μήνες. Όταν δεν επιτυγχάνεται η επιθυμητή γλυκαιμική ρύθμιση συνιστάται να γίνεται τροποποίηση στη θεραπεία, όπως εξηγούν οι ειδικοί και επικεφαλής ερευνητές,  Νικόλαος Τεντολούρης, Καθηγητής Παθολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθήνας και Βασίλης Τσιμιχόδημος, Επίκουρος Καθηγητής Παθολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

 

Η μελέτη RELOAD

Είναι μια πολυκεντρική, αναδρομική, επιδημιολογική μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε διάστημα ≥24 μηνών, με στόχο την αξιολόγηση του γλυκαιμικού ελέγχου σε ασθενείς με ΣΔτ2 που λαμβάνουν μονοθεραπεία με μετφορμίνη στη μέγιστη ανεκτή δόση. Στη μελέτη συμμετείχαν 316 ασθενείς από 18 κέντρα.

Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι σχεδόν τα 2/3 των ασθενών με ΣΔτ2 που λαμβάνουν μονοθεραπεία με μετφορμίνη στη μέγιστη ανεκτή δόση δεν πετυχαίνουν τον γλυκαιμικό στόχο για γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) <6.5%, Επιπλέον, οι ασθενείς που δεν ρυθμίζονται στη μονοθεραπεία με μετφορμίνη, παραμένουν σε υψηλές τιμές HbA1c για μεγάλες περιόδους και η εντατικοποίηση της θεραπείας καθυστερεί, καθώς σχεδόν το 50% των ασθενών παραμένουν σε τιμές HbA1c ≥7%, 9 μήνες μετά την έναρξη της θεραπείας με μετφορμίνη.

 

Η μελέτη RECAP

Είναι μια πολυκεντρική, αναδρομική μελέτη παρατήρησης, που εστίασε στην αξιολόγηση του επιπολασμού των υπογλυκαιμιών και τον αντίκτυπό τους στη γλυκαιμική ρύθμιση των διαβητικών ασθενών που λάμβαναν θεραπεία με σουλφονυλουρίες σε πραγματικές συνθήκες. Στη μελέτη, συμμετείχαν 33 κέντρα σε όλη την επικράτεια και συμπεριλήφθηκαν 383 ασθενείς με ΣΔτ2 που λάμβαναν σουλφονυλουρία είτε ως μονοθεραπεία είτε συνδυαστικά με μετφορμίνη.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 43% των ασθενών ανέφεραν υπογλυκαιμικό επεισόδιο τους τελευταίους 6 μήνες πριν την ένταξή τους στη μελέτη, ενώ ταυτόχρονα, σχεδόν το 60% των ασθενών δεν πέτυχαν το γλυκαιμικό στόχο για γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) <7%. Επίσης, φάνηκε ότι η παρουσία υπογλυκαιμίας ως ανεπιθύμητης ενέργειας και η σοβαρότητά της συσχετίστηκαν με μειωμένη ποιότητα ζωής, φόβο υπογλυκαιμίας καθώς και μειωμένη συμμόρφωση στη θεραπεία. Συνολικά, τα αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι η μείωση της συχνότητας εμφάνισης και σοβαρότητας των υπογλυκαιμικών επεισοδίων θα μπορούσε να οδηγήσει σε βελτιωμένες κλινικές εκβάσεις, οι οποίες με τη σειρά τους θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου και κατ’ επέκταση στην καλύτερη διαχείριση της νόσου συνολικά.

 

Η μελέτη ADVICE

Αποτελεί μία μη παρεμβατική, πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη ανά συστάδες μελέτη που αξιολόγησε την επίδραση της συστηματικής εκπαίδευσης του ασθενούς και των προγραμμάτων υποστήριξης στην αυτοαναφερόμενη συμμόρφωση στη θεραπεία για τον ΣΔτ2 σε ασθενείς στην Ελλάδα. Στη μελέτη, συμμετείχαν 457 ασθενείς σε συνολικά 45 κέντρα  (22 κέντρα στην ομάδα εμψύχωσης και 23 κέντρα στην ομάδα ελέγχου).

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα, η συστηματική εκπαίδευση του ασθενούς και τα προγράμματα υποστήριξης για τη διαχείριση του ΣΔτ2 μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στη βελτίωση της συμμόρφωσης στη θεραπεία. Επιπλέον, στους ασθενείς της ομάδας εμψύχωσης παρατηρήθηκε μεγαλύτερη μέση βελτίωση της HbA1c, σημαντική βελτίωση στις συνήθειες αναφορικά με τη σωματική άσκηση και σημαντικά μεγαλύτερη ικανοποίηση από την θεραπεία σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.

 

 

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης

 

Η νόσος αποτελεί μία από τις συχνότερες αιτίες καρδιακής νόσου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, απώλειας όρασης, νεφρικής ανεπάρκειας και ακρωτηριασμού κάτω άκρων, ενώ όλα τα στατιστικά στοιχεία που τη συνοδεύουν είναι πραγματικά συγκλονιστικά:

 

  • 1 στους 11 ανθρώπους στον κόσμο ζουν με ΣΔ, δηλαδή
  • 425 εκατομμύρια ενήλικες
  • 522 εκατομμύρια αναμένεται να φτάσουν οι πάσχοντες μέχρι το 2030
  • 1 στα 2 άτομα με ΣΔ παραμένουν αδιάγνωστα, δηλαδή
  • 212 εκατομμύρια άτομα δε γνωρίζουν ότι πάσχουν
  • περισσότερα από ένα εκατομμύριο παιδιά και έφηβοι, πάσχουν από ΣΔτ1
  • τα 2/3 των ατόμων με ΣΔ βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία, δηλαδή
  • 327 εκατομμύρια περίπου είναι οι νέοι πάσχοντες
  • 4 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίωςπροκάλεσε ο ΣΔ μόνο μέσα στο 2017
  • οι δαπάνες για νοσηλεία/θεραπείες ξεπέρασαν τα 727 δισεκατομμύρια δολάρια το 2017

 

Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2 (ΣΔτ2) έχει λάβει διαστάσεις «επιδημίας» σε παγκόσμιο επίπεδο. Το αυξανόμενο προσδόκιμο επιβίωσης και ο τρόπος ζωής, σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα, είναι υπεύθυνα για την αύξηση του αριθμού των ατόμων με ΣΔ τύπου 2 (ΣΔτ2)

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Διαβήτη, στην Ελλάδα, το 2017 τα διαγνωσμένα περιστατικά ασθενών με Διαβήτη ήταν 578.300 και έως το 2045, αναμένεται να αυξηθούν σε 649.400.

 

Αντιμετώπιση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2

 

Με βάση το τρέχον θεραπευτικό πρωτόκολλο για τον σακχαρώδη διαβήτη, τα άτομα με ΣΔ πρέπει πάντοτε να ενθαρρύνονται για αλλαγές στον τρόπο ζωής σε κάθε θεραπευτικό βήμα. Συνιστάται να γίνεται τακτικά αυτοέλεγχος καθώς και έλεγχος της HbA1c κάθε 3 μήνες. Όταν δεν επιτυγχάνεται η επιθυμητή γλυκαιμική ρύθμιση συνιστάται να γίνεται τροποποίηση στη θεραπεία.

Στην επιλογή των φαρμάκων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των φαρμάκων και τα οφέλη, καθώς και οι κίνδυνοι που προκύπτουν από τη χορήγησή τους. Τονίζεται ότι δεν είναι απαραίτητη η χορήγηση αντιδιαβητικών φαρμάκων σε άτομα με νεοδιαγνωσθέντα σακχαρώδη διαβήτη, όταν τα υγιεινοδιαιτητικά μέτρα είναι αποτελεσματικά και επιτυγχάνονται οι στόχοι της γλυκαιμικής ρύθμισης

Για την αντιμετώπιση της υπεργλυκαιμίας στο ΣΔτ2 τα θεραπευτικά βήματα που πρέπει να ακολουθούνται είναι: α) υγιεινοδιαιτητικά μέτρα, β) μονοθεραπεία με μετφορμίνη, γ) συνδυασμός δύο θεραπειών: μετφορμίνη και άλλη μια κατηγορία και δ) συνδυασμός τριών θεραπειών: μετφορμίνη και δύο ακόμα κατηγορίες.