ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ

Απ. Βαλτάς: Εμείς πρώτοι προτείναμε στον υπουργό χορήγηση αντιβιοτικών με ιατρική συνταγή.

Απ. Βαλτάς: Εμείς πρώτοι προτείναμε στον υπουργό χορήγηση αντιβιοτικών με ιατρική συνταγή.

 Μιλάμε θεσμικά με τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο

 

Από τον Χαράλαμπο Πετρόχειλο

 

Οι φαρμακοποιοί ήταν αυτοί που ζήτησαν από το υπουργείο να επαναφέρει παλιά διάταξη που επέβαλλε τη διάθεση των αντιικών φαρμάκων με ιατρική συνταγή. Δεν ήταν οι γιατροί εκείνοι που ζήτησαν από το υπουργείο να το επιβάλει στους φαρμακοποιούς! Αυτό ανέφερε ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου κ. Απόστολος Βαλτάς σχολιάζοντας στο DailyPharmaNews τις πρόσφατες εξελίξεις που έφερε η έλλειψη του γνωστού αντιικού Tamiflu αλλά και η κίνηση του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών να ζητήσει τη νομοθέτηση αυστηρών ποινών για τους φαρμακοποιούς που χορηγούν αντιβιοτικά και άλλα φάρμακα χωρίς ιατρική συνταγή.

Μάλιστα ο ΙΣΑ στην επιστολή του προς τον υπουργό Υγείας, υπενθυμίζει στον κ. Κικίλια ότι «από πολλών ετών στους προκατόχους σας έχουμε επισημάνει την ανάγκη να νομοθετηθεί έλεγχος και ποινή για τους φαρμακοποιούς που χορηγούν αντιβιοτικά αλλά και άλλα φάρμακα χωρίς ιατρική συνταγή» ενώ κατηγορεί τους φαρμακοποιούς ότι «ευθύνονται μεταξύ άλλων για τις μεγάλες ελλείψεις φαρμάκων που παρουσιάζει η ελληνική αγορά».

Ο κ. Βαλτάς θεώρησε απόλυτα αναγκαίο να τονιστεί το τι ακριβώς συνέβη καθώς προφανώς άλλο είναι να φαίνονται οι φαρμακοποιοί ότι «μπήκαν στο σωστό δρόμο» επειδή διαμαρτυρήθηκαν οι γιατροί κι άλλο ότι οι ίδιοι –όπως σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΠΦΣ συνέβη- ζήτησαν από τον υπουργό να εφαρμόσει ένα μέτρο –το μέτρο της περιορισμένης ιατρικής συνταγής φυλασσόμενης επί διετία -που πράγματι υπήρχε και είχε συζητηθεί η εφαρμογή και στο παρελθόν (δες εδώ) αλλά στην πράξη δεν έχει εφαρμοστεί.

«Το είπαμε στον υπουργό Υγείας ο οποίος λογικά δεν το ήξερε. Το ήξεραν όμως οι υπηρεσιακοί παράγοντες στον ΕΟΦ (σ.σ. Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων) οι οποίοι το αποδέχτηκαν μετά χαράς. Επομένως την ευαισθησία για την επίλυση του προβλήματος την είχαν οι φαρμακοποιοί, διότι ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών είπε ότι ο υπουργός το επέβαλε. Εμείς το ζητήσαμε από τον υπουργό και θα πρέπει αυτό να διευκρινιστεί» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βαλτάς.  Και μάλιστα για να φανεί ακόμη περισσότερο το με ποιού φορέα πρωτοβουλία ήρθε η ανακοίνωση αυτή του υπουργού, ο κ. Βαλτάς είπε, ότι ουσιαστικά το μέτρο αποφασίστηκε την ίδια μέρα που πάρθηκαν οι αποφάσεις και για τα ελλειπτικά φάρμακα στη σύσκεψη του ΠΦΣ με το υπουργείο και τον ΕΟΦ την Τρίτη 28 Ιανουαρίου (δες εδώ και εδώ).

Πίσω από όλη αυτήν την κατάσταση ως αιτία ο πρόεδρος του ΠΦΣ βλέπει τον πανικό των πολιτών. Για τον κ. Βαλτά είναι κακός σύμβουλος ο πανικός και οι ίδιοι οι φαρμακοποιοί προσπαθούν μέσα από τα φαρμακεία να καθησυχάσουν τον κόσμο. «Το να μπαίνει κάποιος σ’ ένα φαρμακείο και να παίρνει ένα αντιικό φάρμακο και να το έχει στο ράφι του σπιτιού του είναι ένα τεράστιο λάθος. Οι φαρμακοποιοί ήδη έχουν ενημερωθεί πως δεν είναι δυνατόν να γίνεται αυτό και πως πρέπει να δώσουμε στον κόσμο να καταλάβει πως το συγκεκριμένο φάρμακο μπορεί να χορηγηθεί σε ενήλικες και παιδιά που εμφανίζουν συμπτώματα γρίπης και σε άτομα του συγγενικού περιβάλλοντος, όπου υπάρχει ασθενής που έχει προσβληθεί από τη γρίπη ή σε άτομα που έχουν έρθει σε επαφή με κάποιον που έχει προσβληθεί από γρίπη. Όταν κάποιος θέλει να πάρει αντιικό γιατί φαντάζεται ότι θα τον βοηθήσει είναι υποχρεωμένος ο ιατρικός, ο φαρμακευτικός κόσμος, το υπουργείο Υγείας να του δώσουν να καταλάβει ότι το σκεύασμα αυτό θα πρέπει να το πάρει αυτός που πραγματικά το έχει ανάγκη. Γι’ αυτό και κάτω από αυτόν τον κίνδυνο του πανικού και έχοντας στα χέρια μας τα απαραίτητα στοιχεία –γιατί μόνο με στοιχεία προχωρούμε σε κάθε βήμα μας- ζητήσαμε την εφαρμογή του μέτρου της συνταγής από τον κ. Κικίλια».

Υπάρχει η έλλειψη παιδείας που οδηγεί σε αυτά τα φαινόμενα πανικού, όπως εξηγεί ο κ. Βαλτάς. «Ο πανικός είναι το πρώτο εύκολο πράγμα για τον Έλληνα. Εδώ έχουν εξαφανιστεί όλες οι μάσκες. Τις μαζεύουν στο σπίτι. Τις βλέπετε να τις χρησιμοποιεί κανείς; Εμείς ως φαρμακοποιοί, ως υπεύθυνοι επαγγελματίες υγείας είμαστε υποχρεωμένοι να συμβάλλουμε στην πάταξη του πανικού. Ο πανικός δημιουργεί όλα αυτά τα προβλήματα».

Από την άλλη όμως θα πρέπει αυτός ο πανικός να αντιμετωπίζεται από κοινού και πίσω από τις κουρτίνες απ’ όλους μαζί τους επαγγελματίες υγείας. Θέλοντας να εκφράσει αυτή τη λογική ο πρόεδρος των φαρμακοποιών εξήγησε ότι «έχω μία αρχή. Δεν μπορώ να κάνω αντιπαραθέσεις με άλλους επιστημονικούς συλλόγους, ειδικά από τη στιγμή που είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχουν διακριτοί ρόλοι, όπως συμβαίνει με τους γιατρούς και τους φαρμακοποιούς για θέματα που έχουν σχέση με την υγεία των πολιτών. Δεν βγαίνω με κανέναν τρόπο αντιπαραθετικά να κάνω ανακοινώσεις αλλά δεν μπορώ να μη μιλήσω για τις αναφορές του προέδρου του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών πως το πρόβλημα με την υπερκατανάλωση των αντιβιοτικών οφείλεται στην ελεύθερη και χωρίς συνταγή χορήγησή τους. Γνωρίζει πολύ καλά γιατί υπάρχουν και μελέτες ότι οι γιατροί υπερσυνταγογραφούν αντιβιοτικά για λόγους που καλό θα ήταν να τεθούν στο τραπέζι σε μία σύσκεψη γι’ αυτό το θέμα στο υπουργείο. Αντί να βγαίνουμε και να κάνουμε δηλώσεις εντυπωσιασμού και να ρίχνουμε τα λάθη ο ένας στον άλλο, θα οφείλαμε να κάνουμε δύο πράγματα. Πρώτον, να γίνει μία σύσκεψη που την έχουμε ζητήσει εμείς από τον υπουργό Υγείας και για το θέμα αυτό. Δεύτερον να δούμε πως θα αλλάξουμε την κουλτούρα του έλληνα πολίτη γιατί για μένα από εκεί ξεκινούν όλα. Στις προηγμένες χώρες όπως πιστεύω είναι και η Ελλάδα δημιουργούν από τα μαθητικά χρόνια μία σωστή κουλτούρα απέναντι στο φάρμακο. Θα πρέπει από μαθητής κάποιος να μαθαίνει πώς να χρησιμοποιεί σωστά το φάρμακο. Να ξέρει τι σημαίνει φάρμακο και να μην πανικοβάλλεται σε τέτοιες καταστάσεις. Γι’ αυτό άλλωστε και σε συνάντηση μας με τον πρόεδρο του ΕΟΦ του ζητήσαμε να μπούμε στα σχολεία και να μιλήσουμε για το φάρμακο. Να μιλήσουμε για τα αντιβιοτικά, να μιλήσουμε για διάφορες κατηγορίες φαρμάκων και να περάσουμε το μήνυμα ότι το φάρμακο δεν είναι ένα προϊόν που δεν είναι καταναλωτικό. Εάν από παιδιά μαθαίναμε το τι σημαίνει φάρμακο, τώρα δεν θα είχαμε τέτοια προβλήματα. Πολλοί γονείς επιβάλλουν στους γιατρούς να δώσουν στα παιδιά τους αντιβιοτικά. Επομένως λοιπόν αυτές οι δηλώσεις μόνο καλό δεν κάνουν». Και καταλήγει ο κ. Βαλτάς επί του θέματος. «Εγώ μιλάω με τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο με τον οποίο έχουμε μία εκπληκτική συνεργασία. Έχουμε μιλήσει για το ασφαλιστικό, για το θέμα των ελλείψεων και σίγουρα έχουμε μιλήσει και για το  αυτό το θέμα στο οποίο τώρα αναφερόμαστε. Ο οποιοσδήποτε πρόεδρος θέλει να εκφράσει την άποψή του είναι σεβαστή αλλά εγώ μιλάω θεσμικά με τον πρόεδρο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου. Μιλάω μαζί του σχεδόν καθημερινά. Είναι ένας άνθρωπος σοβαρός, υπεύθυνος, μετρημένος στα λόγια του και με πολλή δουλειά. Μπορεί να διαφωνήσουμε αλλά προσέξτε, μιλάμε».

 

Πάνω από 6.000 οι πιστοποιημένοι για αντιγριπικό εμβολιασμό φαρμακοποιοί

 

Κι ενώ συμβαίνουν αυτά η πρώτη εξεταστική περίοδος για την απόκτηση πιστοποίησης από τους ενδιαφερόμενους φαρμακοποιούς στο να μπορούν επίσημα πλέον να διεξάγουν στο φαρμακείο τους αντιγριπικό εμβολιασμό έληξε την Παρασκευή 31 Ιανουαρίου και είχε απόλυτη επιτυχία τόσο ως προς το θέμα της συμμετοχής όσο και ως προς το θέμα του αριθμού των φαρμακοποιών που πήραν την πιστοποίηση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν 9.480 φαρμακοποιοί συμμετείχαν στο πρόγραμμα πιστοποίησης παρακολουθώντας το, μπήκαν στη διαδικασία να εξεταστούν 6.405 και πήραν την πιστοποίηση 6.107 φαρμακοποιοί.

Για τον πρόεδρο του ΠΦΣ αυτή η μεγάλη ανταπόκριση στο πρόγραμμα έβαλε στο περιθώριο κάποιους ελάχιστους σκοταδιστές που όπως είπε, θέλουν να επιβάλλουν μεσαιωνικές αντιλήψεις στον Σύλλογο. Οι φαρμακοποιοί αυτό που ζητούν είναι διεκδίκηση στα συνδικαλιστικά τους θέματα, εκπαίδευση, εκσυγχρονισμό και προοπτική.

Οι φαρμακοποιοί που έχουν πιστοποιηθεί οφείλουν πλέον να αναρτήσουν την πιστοποίησή τους σε εμφανές σημείο στο φαρμακείο τους ώστε να μπορούν να το βλέπουν οι πολίτες που μπαίνουν για να εμβολιαστούν και να διευκολύνουν τους αρμοδίους σε πιθανούς ελέγχους στα φαρμακεία.

Μέχρι το μεσημέρι της Παρασκευής είχαν εκδοθεί 1567 πιστοποιητικά τα οποία έφτασαν στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο των φαρμακοποιών που πιστοποιήθηκαν κάτι που προφανώς θα ολοκληρωθεί για όλους όσους πέτυχαν στις εξετάσεις πιστοποίησης.

Έρχονται νέες πρωτοβουλίες 

Ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος πάντως δεν θα σταματήσει εδώ. Σύμφωνα με τον κ. Βαλτά άμεσα θα απευθύνει πρόσκληση προς τις τρεις πανεπιστημιακές φαρμακευτικές σχολές της χώρας με σκοπό να συζητηθούν εκπαιδευτικά θέματα που απασχολούν τον κλάδο. Ένα από αυτά θα είναι τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Ινστιτούτου δια βίου Εκπαίδευσης και Επαγγελματικής Ανάπτυξης Φαρμακοποιών (ΙΔΕΕΑΦ) ενώ ένα ακόμη πολύ σημαντικό ζήτημα που θα τεθεί στο τραπέζι από τον ΠΦΣ θα είναι τα μαθήματα για την άδεια ασκήσεων επαγγέλματος. Όπως είπε ο κ. Βαλτάς στο DailyPharmaNews «αυτό που θα ζητήσουμε είναι τα μαθήματα για την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος να είναι τα ίδια για όλους τους φοιτητές σε όλη την Ελλάδα. Δεν είναι δυνατόν αυτή τη στιγμή το κάθε Πανεπιστήμιο να έχει τα δικά του μαθήματα. Αυτή τη στιγμή για μένα είναι λάθος τα παιδιά της Πάτρας να είναι υποχρεωμένα να δώσουν για άδεια ασκήσεως επαγγέλματος μαθήματα του πανεπιστημίου της Αθήνας. Η ύλη θα πρέπει να είναι κοινή για όλους σε όλη την Ελλάδα. Το εάν υπάρχουν εξεταστικά κέντρα στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα για διευκόλυνση των φοιτητών, είναι άλλο πράγμα. Η ύλη για την απόκτηση άδειας ασκήσεως επαγγέλματος πρέπει να αναμορφωθεί σύμφωνα με τα σύγχρονα ευρωπαϊκά δεδομένα, κάτι για το οποίο έχει άποψη ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος».

Το τρίτο και κυριότερο ζήτημα που θα θέσει ο ΠΦΣ προς τα τρία πανεπιστήμια θα είναι ένα πάγιο αίτημα του κλάδου. «Από εδώ και στο εξής όσοι φαρμακοποιοί θα βγαίνουν από το πανεπιστήμιο θα πρέπει να έχουν παρακολουθήσει μάθημα για τους εμβολιασμούς και για τις πρώτες βοήθειες όχι ως προαπαιτούμενο αλλά ως υποχρεωτικό, πράγμα που σήμερα δεν συμβαίνει». Μάλιστα σε ό,τι αφορά τους εμβολιασμούς ο κ. Βαλτάς διευκρίνισε ότι το μάθημα θα πρέπει να αφορά όλους τους εμβολιασμούς ενηλίκων. «Γενικά θεωρούμε αδιανόητο να πιστεύουν ορισμένοι ότι είναι ιατρική πράξη το θέμα των εμβολιασμών. Εδώ και χρόνια οι νοσηλευτές νομίμως εμβολιάζουν. Αυτά που ακούμε είναι παραλογισμοί και δείχνουν μία δογματική φιλοσοφία που δεν αρμόζει αυτή τη στιγμή σε επιστημονικούς χώρους. Δείχνουν με τη στάση τους αυτή ορισμένοι ότι προσπαθούν να κρατήσουν κεκτημένα τα οποία δεν υπάρχουν καθώς πολύ απλά δεν είναι έτσι τα πράγματα. Κανείς δεν αμφισβήτησε αυτή τη στιγμή το θεσμικό ρόλο του γιατρού. Κανείς δεν αμφισβήτησε ότι είναι διακριτοί οι ρόλοι μας. Άλλος ο ρόλος του γιατρού, άλλος ο ρόλος του φαρμακοποιού, άλλος ο ρόλος του νοσηλευτή. Δεν είναι δυνατόν να δημιουργούμε προβλήματα που άλλες χώρες τα έχουν λύσει. Δηλαδή οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Άγγλοι, οι Αυστραλοί, οι Αμερικάνοι είναι παλαβοί όταν έχουν φαρμακεία ως πιστοποιημένα κέντρα εμβολιασμών; Και εδώ την ίδια στιγμή να ακούμε ορισμένους να λένε ότι “όχι, είναι ιατρική πράξη”; Τι είναι αυτά;»

Σε ό,τι αφορά τις αντιδράσεις που ακούγεται ότι υπάρχουν και από την πλευρά των νοσηλευτών για το ζήτημα των εμβολιασμών από φαρμακοποιούς, ο κ. Βαλτάς απάντησε ότι «ο κόσμος πάει μπροστά», εξηγώντας ότι κάποιος μπορεί να δει τι λέει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας για το ρόλο των φαρμακοποιών στους εμβολιασμούς. Πέρα όμως από αυτό μίλησε και για την ελληνική πραγματικότητα. «Φέτος μέχρι στιγμής έχουν γίνει πάνω από 3,1 εκατομμύρια αντιγριπικοί εμβολιασμοί. Μπορεί κάποιος να μου πει από ποια σημεία του συστήματος υγείας θα μπορούσαν να γίνουν αυτοί οι εμβολιασμοί μέσα σε δύο μήνες; Το φαρμακείο είναι ο πλέον προσβάσιμος χώρος του συστήματος υγείας για τον πολίτη». Έθεσε όμως και το θέμα της εξοικονόμησης κόστους τόσο για τους ασθενείς όσο και για την πολιτεία καθώς οι φαρμακοποιοί κάνουν τους εμβολιασμούς δωρεάν. Άφησε δε να εννοηθεί ως προβληματισμό το τι θα συνέβαινε εάν τα πράγματα ήταν διαφορετικά. «Τι θέλουν ορισμένοι; Να πάω να πάρω 5 ή 10 ευρώ; Να έρθουν λοιπόν αυτοί να πουν “όχι, θα πρέπει να πας στο νοσηλευτή. Επειδή όμως δεν υπάρχουν νοσηλευτές ή γιατροί θα του πεις να πάει ιδιωτικά και να του πάρει 5, 10, 15 ευρώ για να τον εμβολιάσει».