ΠΑΘΗΣΕΙΣ & ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Υποτροπιάζουσα Πολλαπλή Σκλήρυνση: Έγκριση της οφατουμουμάμπης από τον FDA

Υποτροπιάζουσα Πολλαπλή Σκλήρυνση: Έγκριση της οφατουμουμάμπης από τον FDA

Ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (FDA) ενέκρινε την οφατουμουμάμπη ως ένεση για υποδόρια χρήση για την για την θεραπεία ενηλίκων ασθενών με υποτροπιάζουσες μορφές σκλήρυνσης κατά πλάκας, περιλαμβανομένων του κλινικά μεμονωμένου συνδρόμου, της υποτροπιάζουσας διαλείπουσας μορφής της νόσου, καθώς και της ενεργού δευτεροπαθώς προϊούσας νόσου, σε ενήλικες ασθενείς.

 

Η οφατουμουμάμπη είναι μια στοχευμένη θεραπεία κατά των Β-κυττάρων, η οποία δοσολογείται και χορηγείται με ακρίβεια, έχει καταδείξει ανώτερη αποτελεσματικότητα και παρόμοιο προφίλ ασφάλειας σε σύγκριση με την τεριφλουνομίδη και αποτελεί θεραπευτική επιλογή πρώτης γραμμής για ασθενείς με RMS. Η οφατουμουμάμπη είναι η πρώτη θεραπεία κατά των Β-κυττάρων, για αυτοχορήγηση κατ’ οίκον, μία φορά το μήνα, με τη βοήθεια της συσκευής αυτόματης ένεσης τύπου πένας Sensoready®.

 

«Στις κλινικές μελέτες, αυτή η πρωτοποριακή θεραπεία οδήγησε σε μεγάλη μείωση των νέων εγκεφαλικών βλαβών, μειώνοντας τις υποτροπές και επιβραδύνοντας την προοδευτικότητα της υποκείμενης νόσου», είπε ο καθηγητής Stephen L. Hauser, Διευθυντής του Ινστιτούτου Νευροεπιστημών Weill του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Σαν Φρανσίσκο (UCSF) και συμπροεδρεύων της οργανωτικής επιτροπής των μελετών ASCLEPIOS I και II. «Χάρη στο ευνοϊκό προφίλ ασφάλειας και το καλώς ανεκτό σχήμα μηνιαίων ενέσεων, οι ασθενείς μπορούν να αυτοχορηγήσουν τη θεραπεία στο σπίτι τους, αποφεύγοντας τις επισκέψεις στο κέντρο έγχυσης».

 

Ένας από τους στόχους κατά τη διαχείριση της RMS είναι η διατήρηση της νευρολογικής λειτουργίας, ώστε να επιβραδυνθεί η επιδείνωση της αναπηρίας. Παρόλο που οι νοσοτροποποιητικές θεραπείες (DMT) που είναι διαθέσιμες για την αντιμετώπιση της RMS είναι αρκετές, τα περισσότερα άτομα με RMS συνεχίζουν να παρουσιάζουν ενεργότητα της νόσου. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η πρώιμη έναρξη θεραπείας υψηλής αποτελεσματικότητας έχει τη δυνατότητα να βελτιώσει τις μακροπρόθεσμες εκβάσεις στους ασθενείς με RMS.

 

Οι θεραπείες έναντι των Β-κυττάρων, οι οποίες συνδέονται στα Β-κύτταρα που σχετίζονται με την ενεργότητα της νόσου στη MS και μειώνουν τον αριθμό τους, είναι παραδοσιακά διαθέσιμες κυρίως σε νοσοκομεία ή κέντρα έγχυσης θεραπευτικών αγωγών, γεγονός το οποίο μπορεί να αυξήσει το κόστος που επιβαρύνει το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, ενώ επιβαρύνει και τον τρόπο ζωής ορισμένων ασθενών. Η οφατουμουμάμπη προσφέρει στους ασθενείς την ευελιξία της αυτοχορήγησης, χάρη στη μηνιαία υποδόρια χορήγηση της δόσης, χωρίς να απαιτείται προκαταρκτική φαρμακευτική αγωγή, εξαλείφοντας την ανάγκη μετάβασης σε κέντρο έγχυσης. Τα θετικά αποτελέσματα που προέκυψαν από τη μελέτη APLIOS—μια ανοικτή μελέτη Φάσης ΙΙ για τον προσδιορισμό της βιοϊσοδυναμίας της υποδόριας χορήγησης της οφατουμουμάμπης μέσω προγεμισμένης σύριγγας και μέσω συσκευής τύπου πένας Sensoready σε ασθενείς με RMS—και των μελετών ASCLEPIOS I & II, φάσης ΙΙΙ δείχνουν ότι η οφατουμουμάμπη είναι μια εξαιρετικά αποτελεσματική θεραπεία κατά των Β-κυττάρων, η οποία προσφέρεται για εύκολη αυτοχορήγηση κατ’ οίκον.

 

«Στη Novartis, δεν επαναπαυόμαστε στους διαθέσιμους τρόπους αντιμετώπισης και αγωνιζόμαστε για να προσφέρουμε την καλύτερη θεραπευτική επιλογή στους ασθενείς», είπε η Marie-France Tschudin, Πρόεδρος της Novartis Pharmaceuticals. «Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των ασθενών με RMS, η οφατουμουμάμπη συνιστά μια ουσιαστική θεραπευτική επιλογή που παρέχει τόσο υψηλή αποτελεσματικότητα όσο και ασφάλεια, δίνοντας στους ασθενείς τη δυνατότητα να έχουν περισσότερη ελευθερία στη διαχείριση της νόσου τους. Η ανάπτυξη της οφατουμουμάμπης είναι ένα λαμπρό παράδειγμα της αφοσίωσής μας, καθώς και των γνώσεων και της κατανόησης που διαθέτουμε για την πολλαπλή σκλήρυνση, στοιχεία που μας επέτρεψαν να αναπτύξουμε μια στοχευμένη θεραπεία που έχει τη δύναμη να βελτιώσει σημαντικά τις εκβάσεις και την εμπειρία των ασθενών».

 

Η οφατουμουμάμπη εγκρίθηκε για πρώτη φορά από τον FDA το 2009 για την αντιμετώπιση της χρόνιας λεμφοκυτταρικής λευχαιμίας (CLL), ως ενδοφλέβια έγχυση υψηλής δόσης, που χορηγείται από επαγγελματία υγείας. Κατόπιν, η οφατουμουμάμπη αποτέλεσε το αντικείμενο διερεύνησης σε ένα εντελώς καινούργιο πρόγραμμα ανάπτυξης για την RMS, δεδομένου ότι είναι γνωστό ότι τα Β-κύτταρα διαδραματίζουν έναν κρίσιμο ρόλο στην εκδήλωση αυτοάνοσων νοσημάτων, όπως η MS.
Στο πρόγραμμα κλινικής ανάπτυξης για την οφατουμουμάμπη στην RMS που διήρκεσε 10 έτη συμμετείχαν περισσότεροι από 2.300 ασθενείς από ολόκληρο τον κόσμο, στο πλαίσιο διεξοδικών μελετών που ήταν αντιπροσωπευτικές του μεγάλου εύρους του πληθυσμού των ασθενών.

Βρέθηκε ότι η οφατουμουμάμπη ενεργεί μέσω ενός διακριτού μηχανισμού δράσης, καθώς και ότι το θεραπευτικό σχήμα (οι δόσεις)—που έχει σχεδιαστεί ειδικά για την RMS—διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην έκβαση. Πρόκειται για διαφορετικό δοσολογικό σχήμα και διαφορετική οδό χορήγησης από αυτά που έχουν εγκριθεί στο παρελθόν για την ένδειξη της CLL.

 

Η έγκριση της οφατουμουμάμπης βασίζεται σε αποτελέσματα των μελετών ASCLEPIOS I και II Φάσης ΙΙΙ, στις οποίες η οφατουμουμάμπη κατέδειξε ανωτερότητα έναντι της τεριφλουνομίδης μειώνοντας σημαντικά τον ετησιοποιημένο ρυθμό υποτροπών (ARR, πρωτεύον καταληκτικό σημείο), την τρίμηνη επιβεβαιωμένη εξέλιξη της αναπηρίας (CDP), καθώς και τον αριθμό των ενισχυόμενων με γαδολίνιο (Gd+) βλαβών T1 και των νέων ή διευρυμένων βλαβών T2. Τα αποτελέσματα αυτών των δύο μελετών δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο τεύχος της ιατρικής επιθεώρησης The New England Journal of Medicine με ημερομηνία 6 Αυγούστου 2020.

 

Η οφατουμουμάμπη διατίθεται στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Βρίσκεται σε εξέλιξη υποβολή επιπλέον φακέλων σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ η έγκριση των ρυθμιστικών αρχών στην Ευρώπη για την οφατουμουμάμπη αναμένεται το δεύτερο τρίμηνο του 2021.

 

Η οφατουμουμάμπη αναπτύχθηκε αρχικά από την Genmab και παραχωρήθηκε με άδεια στην GlaxoSmithKline. Η Novartis απέκτησε τα δικαιώματα της οφατουμουμάμπης για όλες τις ενδείξεις, περιλαμβανομένης της RMS, από την GlaxoSmithKline το Δεκέμβριο του 2015.