NEA

Τα rapid tests «πιάνουν» με ακρίβεια τον ιό κατά την πρώτη εβδομάδα της λοίμωξης

Τα rapid tests «πιάνουν» με ακρίβεια τον ιό κατά την πρώτη εβδομάδα της λοίμωξης

Τα γρήγορα (rapid) τεστ αντιγόνων για το νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2 που προκαλεί τη νόσο Covid-19, είναι ταχύτερα, φθηνότερα, πιο εύχρηστα σε σχέση με τα μοριακά διαγνωστικά τεστ και μπορούν να πουν με μεγάλη ακρίβεια αν κάποιος βρίσκεται στην πιο μολυσματική φάση της λοίμωξης, σύμφωνα με μια νέα γερμανική έρευνα αξιολόγησης τους.

   Οι Γερμανοί ερευνητές του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Charite του Βερολίνου, με επικεφαλής τον κορυφαίο ιολόγο και επιδημιολόγο της χώρας Κρίστιαν Ντρόστεν, οι οποίοι έκαναν τη σχετική προδημοσίευση στο medRxiv, σύμφωνα με το "Nature", αξιολόγησαν επτά διαθέσιμα στο εμπόριο rapid τεστ (Abbott Panbio, RapiGEN Biocredit, Healgen, Coris Bioconcept, R-Biopharm Rida, NAL von minden NADAL, Roche/SD Biosensor).

   Τα γρήγορα τεστ ανιχνεύουν συγκεκριμένες πρωτεΐνες ή αντιγόνα πάνω στην επιφάνεια του κορωνοϊού. Οι Γερμανοί επιστήμονες εφάρμοσαν τα επτά τεστ σε μια μεγάλη γκάμα δειγμάτων, μεταξύ των οποίων από ανθρώπους που είχαν διαγνωστεί θετικοί στον κορωνοϊό μέσω μοριακού τεστ αλυσιδωτής αντίδρασης πολυμεράσης (PCR). 

   Διαπιστώθηκε ότι τα πέντε πιο ευαίσθητα τεστ αντιγόνων ανίχνευσαν την παρουσία του κορωνοϊού στο 95% των δειγμάτων που είχαν υψηλές συγκεντρώσεις γενετικού υλικού του SARS-CoV-2 (από 3,4 έως 74 εκατομμύρια αντίγραφα ανά χιλιοστό του λίτρου). Τέτοια υψηλά επίπεδα ιικού φορτίου παρατηρούνται στη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας των συμπτωμάτων της Covid-19, όταν οι περισσότεροι ασθενείς είναι πιθανότερο να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους.

   Οι ερευνητές συμπέραναν ότι, καθώς καταγράφεται διεθνώς ολοένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα γρήγορα τεστ, προκειμένου να επιταχυνθεί ο έλεγχος ολοένα μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού, η νέα μελέτη δείχνει ότι τα τεστ αυτά, που «πιάνουν» τους φορείς του ιού στην πιο μολυσματική και μεταδοτική φάση τους, μπορούν να διευκολύνουν τη λήψη των αποφάσεων από τις υγειονομικές αρχές.

Σύνδεσμος για την επιστημονική προδημοσίευση:  https://www.medrxiv.org/content/10.1101/2020.11.12.20230292v1