ΥΓΕΙΑ & ΕΥΕΞΙΑ

Τα οπιοειδή δεν είναι πιο αποτελεσματικά από τα συνήθη παυσίπονα, αποκαλύπτει η μελέτη

Τα οπιοειδή δεν είναι πιο αποτελεσματικά από τα συνήθη παυσίπονα, αποκαλύπτει η μελέτη

Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη

 

Μια ομάδα ερευνητών από το Δημόσιο Σύστημα Υγείας της Μινεάπολης (Minneapolis Veterans Affairs Health Care System) διαπίστωσε –συνυπολογίζοντας τους παράγοντες κινδύνου– ότι τα οπιοειδή δεν είναι πιο αποτελεσματικά από τα παραδοσιακά μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) στη μείωση του χρόνιου πόνου ή στη βελτίωση του βαθμού που ο πόνος αυτός επηρεάζει την καθημερινή ζωή.

 

Η έρευνα έθεσε υπό αμφισβήτηση την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι η λήψη οπιοειδών προσφέρει μοναδικό όφελος στη θεραπεία του πόνου, υπό το πρίσμα της κλιμάκωσης της κρίσης εξάρτησης στις ΗΠΑ, με νέα στοιχεία από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, τα οποία ανέφεραν ότι οι επισκέψεις στα επείγοντα -ως αποτέλεσμα υπερβολικών δόσεων οπιοειδών- αυξήθηκαν κατά 30% μεταξύ Ιουλίου 2016 και Σεπτεμβρίου 2017. Συγκεκριμένα, στην περιοχή του Midwest, η αύξηση αυτή έφτασε μέχρι 70%.

 

Η μελέτη που χρηματοδοτήθηκε από την κυβέρνηση διαπίστωσε ότι τα οπιοειδή φάρμακα, όπως η οξυκωδόνη ή η μορφίνη, δεν παρείχαν αξιοσημείωτο όφελος έναντι των παυσίπονων, όπως η ακεταμινοφαίνη, η ιβουπροφαίνη, η ναπροξένη ή η τοπική αναλγητική λιδοκαΐνη στον περιορισμό του πόνου σε ασθενείς με αρθρίτιδα ή χρόνιο πόνο στην πλάτη, στα γόνατα ή στους γοφούς. Αντίθετα, έκρινε ότι τα οπιοειδή είναι ελαφρώς λιγότερο αποτελεσματικά, λαμβάνοντας υπόψη τις περίπου διπλάσιες αναφερόμενες παρενέργειες.

 

Για τη μελέτη, χορηγήθηκε σε 240 ασθενείς με χρόνιο πόνο ή αρθρίτιδα, είτε οπιοειδή φάρμακα είτε μη-οπιούχα φάρμακα, ενισχύοντας αυτές τις θεραπείες όπως κρίθηκε απαραίτητο για την επαρκή αντιμετώπιση του πόνου. Μετά από ένα χρόνο θεραπείας, διαπιστώθηκε ότι περίπου το 60% των ασθενών και στις δύο ομάδες ήταν σημαντικά πιο ικανό να εκτελεί καθημερινές λειτουργίες ανεξάρτητες από τον πόνο, υποδηλώνοντας ότι η αποτελεσματικότητα και των δύο φαρμάκων είναι συγκρίσιμη από την άποψη αυτή. Ωστόσο, σημαντική βελτίωση στην ένταση του πόνου ανέφερε το 54% των ασθενών που έλαβαν θεραπεία με μη οπιοειδή, σε σύγκριση με μόλις το 41% των ασθενών που έλαβαν οπιοειδή φάρμακα.

 

Οι ερευνητές σημείωσαν ακόμη ότι, επειδή οι ασθενείς ήταν ενήμεροι για το είδος της θεραπείας στην οποία είχαν υποβληθεί, πολλοί ανέμεναν ότι η θεραπεία με οπιοειδή θα ήταν πιο αποτελεσματική, παρόλα αυτά -ακόμη και με αυτόν τον παράγοντα που επηρεάζει τα αποτελέσματα- η ομάδα των οπιοειδών αποδείχτηκε ότι ήταν σημαντικά λιγότερο αποτελεσματική.

 

«Συνολικά, τα οπιοειδή δεν παρουσίασαν κανένα πλεονέκτημα έναντι των μη-οπιούχων φαρμάκων λόγω του οποίου θα μπορούσαν ενδεχομένως να υπερτερούν παρά το μεγαλύτερο κίνδυνο βλάβης [...] Τα αποτελέσματα δεν υποστηρίζουν την έναρξη θεραπείας με οπιοειδή για μέτριο έως σοβαρό χρόνιο πόνο στην πλάτη ή πόνο οστεοαρθρίτιδας ισχίου ή γόνατος», ανέφερε η επίσημη επιστημονική διαπίστωση, ενώ η Dr Erin Krebs επικεφαλής της μελέτης σημείωσε ότι τα ευρήματα «θα είναι μία έκπληξη για πολλούς ανθρώπους. Τα οπιοειδή έχουν τη φήμη του ισχυρού παυσίπονου και δε νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να τα λαμβάνει κάποιος, τουλάχιστον όχι σε περιπτώσεις χρόνιου πόνου».