ΠΑΘΗΣΕΙΣ & ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η διαχείριση της Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας

Η διαχείριση της Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας

Η Xρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια είναι μία συχνή πάθηση που μπορεί να προληφθεί και να αντιμετωπιστεί, η οποία χαρακτηρίζεται από εμμένουσα απόφραξη των αεραγωγών και επίμονα συμπτώματα από το αναπνευστικό, λόγω βλάβης των αεραγωγών ή και των κυψελίδων και προκαλείται ύστερα από έκθεση σε βλαπτικά σωματίδια ή αέρια.

            Τα πιο συχνά συμπτώματα περιλαμβάνουν δύσπνοια, βήχα ή και παραγωγή πτυέλων.

             Κυριότερος παράγοντας κινδύνου είναι το κάπνισμα, αλλά μπορεί να συμβάλλουν και άλλοι παράγοντες, όπως η έκθεση σε καύσιμα βιομάζας και η μόλυνση του αέρα ή ακόμη και γενετικοί παράγοντες.

             Χαρακτηρίζεται επίσης από περιόδους οξείας επιδείνωσης των αναπνευστικών συμπτωμάτων, που ονομάζονται παροξύνσεις. Συχνά συνυπάρχουν και άλλες παθήσεις οι οποίες αυξάνουν τη νοσηρότητα και τη θνητότητα της νόσου.

            Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ) εκτιμάται πως 65 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν μέτρια προς σοβαρή ΧΑΠ και ότι περισσότεροι από 3 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν από την ΧΑΠ το 2005, συχνότητα που αντιστοιχεί στο 5% των θανάτων παγκοσμίως. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη τις συνήθειες υγείας του πληθυσμού της χώρας μας, διαπιστώνεται πως η Ελλάδα στη καπνιστική συνήθεια κατέχει μια από τις υψηλότερες θέσεις στην Ευρώπη και η  επίπτωση της ΧΑΠ σε άτομα ηλικίας >35 ετών με ιστορικό καπνίσματος >100 τσιγάρα είναι κατ’ εκτίμηση 8.4%.

           Αφού τεθεί η διάγνωση, με βάση το ιστορικό του ασθενούς, την καπνιστική      του συνήθεια και την κλινική του εικόνα είναι απαραίτητο να εκτιμηθεί η βαρύτητα της νόσου σε κάθε ασθενή.  Για το σκοπό αυτό πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν:

  1. Τα συμπτώματα του ασθενούς
  2. Τη βαρύτητα των σπιρομετρικών διαταραχών
  3. Τον κίνδυνο που διατρέχει ο ασθενής για παρόξυνση
  4. Την ύπαρξη συννοσηροτήτων.

            Για την εκτίμηση των συμπτωμάτων του ασθενούς χρησιμοποιούνται ερωτηματολόγια στα οποία ο ασθενής ορίζει την επιλογή που περιγράφει καλύτερα την κατάστασή του. Δύο ερωτηματολόγια χρησιμοποιούνται: Το Modified British Medical Research Council Questionnaire (mMRC) και το COPD Assessment Test (CAT).

             Οι παροξύνσεις παίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της νόσου και επηρεάζουν σημαντικά τη θνητότητα. Η παρόξυνση είναι ένα οξύ γεγονός που χαρακτηρίζεται από επιδείνωση των αναπνευστικών συμπτωμάτων, υπερβαίνει τη καθημερινή διακύμανση και οδηγεί σε τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής. Η συχνότητα των παροξύνσεων ποικίλλει ανάμεσα σε διαφορετικούς ασθενείς. Ο καλύτερος δείκτης πρόγνωσης για το εάν ένας ασθενής θα έχει συχνές παροξύνσεις (2 ή περισσότερες το χρόνο) είναι το ιστορικό των παροξύνσεών του το προηγούμενο έτος. Επίσης, η επιδείνωση της απόφραξης του αέρα σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης παρόξυνσης καθώς και αυξημένο κίνδυνο θανάτου.

            Επειδή η ΧΑΠ αναπτύσσεται συνήθως σε χρόνιους καπνιστές μέσης ηλικίας, οι ασθενείς αυτοί συχνά παρουσιάζουν και άλλες παθήσεις που σχετίζονται είτε με το κάπνισμα είτε με το γήρας. Η ΧΑΠ έχει συστηματικές εκδηλώσεις, συμπεριλαμβανομένου της απώλειας βάρους, τις διατροφικές ανωμαλίες και τη δυσλειτουργία των σκελετικών μυών.  Όλα αυτά οδηγούν σε μικρή ανοχή άσκησης και πτωχή κατάσταση υγείας.

    Ο ασθενής με γνώμονα τη βαρύτητα  και τον κίνδυνο από τη νόσο κατατάσσεται σε  μία από τις 4 κατηγορίες:

A: λιγότερα συμπτώματα, χαμηλός κίνδυνος

B: περισσότερα συμπτώματα, χαμηλός κίνδυνος

C: λιγότερα συμπτώματα, υψηλός κίνδυνος

D:  περισσότερα συμπτώματα, υψηλός κίνδυνος 

 

            Η θεραπεία της ΧΑΠ διακρίνεται σε φαρμακευτική και μη φαρμακευτική.  Η μη φαρμακευτική θεραπεία περιλαμβάνει τους εμβολιασμούς, την τακτική σωματική άσκηση και  την αποκατάσταση.

 

Η προτεινόμενη  φαρμακευτική θεραπεία της σταθερής ΧΑΠ σύμφωνα με την GOLD φαίνεται στον παρακάτω πίνακα

 

 

photo

 

Η Φαρμακευτική θεραπεία για τη σταθερή ΧΑΠ περιλαμβάνει τα βρογχοδιασταλτικά φάρμακα και πιο συγκεκριμένα τους β2 αγωνιστές (SABA/LABA), τα αντιχολινεργικά (LAMA), τις μεθυλοξανθίνες, τα κορτικοστεροειδή ( ICS, εισπνεόμενα ή και  από του στόματος ) και τους αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης – 4.          

            Η βάση της θεραπείας της ΧΑΠ είναι βρογχοδιαστολή. Η διπλή βρογχοδιαστολή (LABA+LAMA) είναι η προτεινόμενη θεραπεία σύμφωνα με τις αναθεωρημένες θέσεις ομοφωνίας κατά GOLD του 2017  για τους ασθενείς των κατηγοριών B,C.D.

            Τα ICS προτείνονται σε ασθενείς με συνυπάρχον άσθμα ή σε ασθενείς σε θεραπεία με LABA/LAMA που εμφανίζουν παροξύνσεις.

               Νέα μελέτη με την ονομασία FLAME, η οποία δημοσιεύθηκε στο «New England Journal of Medicine» επιβεβαιώνει ότι o συνδυασμός της θεραπευτικής επιλογής ινδακατερόλης/γλυκοπυρρονίου δείχνει υπεροχή έναντι του συνδυασμού σαλμετερόλης/φλουτικαζόνης για την πρόληψη των παροξύνσεων της Χρόνια Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ). Όπως ανάφεραν οι επιστήμονες αναλύοντας τα αποτελέσματα της μελέτης, η πρόληψη των παροξύνσεων είναι ένας από τους πρωταρχικούς στόχους της μακροχρόνιας φροντίδας για τη διαχείριση της ΧΑΠ, καθώς έχουν αρνητική επίπτωση στην ποιότητα ζωής και στην εξέλιξη της νόσου. Επιπλέον, συμβάλλουν στην περαιτέρω μείωση της πνευμονικής λειτουργίας και σε σοβαρές περιπτώσεις επιβάλλεται η νοσοκομειακή νοσηλεία ενώ υπάρχει ακόμα και ο κίνδυνος θανάτου.

               Η μείωση των παροξύνσεων είναι απολύτως κρίσιμη όπως είπαν, για τη βελτίωση των εκβάσεων της νόσου και όπως διαπιστώθηκε στη  μελέτη ο σταθερός συνδυασμός ινδακατερόλης/γλυκοπυρρονίου προσφέρει πολύ καλύτερα αποτελέσματα έναντι της τρέχουσας θεραπείας εκλογής για τη μείωση των παροξύνσεων, σηματοδοτώντας έτσι μια στροφή από τις θεραπείες που περιέχουν στεροειδή για τη βέλτιστη αντιμετώπιση των ασθενών με ΧΑΠ.

Σε σύγκριση με το συνδυασμό σαλμετερόλης/φλουτικαζόνης, ο σταθερός συνδυασμός ινδακατερόλης/γλυκοπυρρονίου μείωσε το ποσοστό των μέτριων ή ακόμα και σοβαρών παροξύνσεων κατά 17% και παρέτεινε το χρόνο έως την εμφάνιση της πρώτης παρόξυνσης 22%.

 

 

photo

 

Επομένως  η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια είναι μια συχνή νόσος η οποία μπορεί να προληφθεί και να αντιμετωπιστεί σωστά, εφόσον γίνει έγκαιρα η διάγνωσή της και επιλεχθεί η κατάλληλη θεραπεία για τον ασθενή.

 

 

 ΘΕΟΔΩΡΑ ΧΑΤΖΗΑΝΔΡΕΟΥ

ΕΙΔΙΚΟΣ ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΟΣ 

 

photo