ΠΑΘΗΣΕΙΣ & ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Ισχυρά οφθαλμικά οφέλη και σταθερότητα αποτελέσματος θεραπείας για την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας

Ισχυρά οφθαλμικά οφέλη και σταθερότητα αποτελέσματος θεραπείας για την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας

Δεδομένα δύο ετών για το brolucizumab της Novartis επιβεβαιώνουν εκ νέου την ανωτερότητα έναντι του aflibercept στη μείωση του υγρού στον αμφιβληστροειδή σε ασθενείς με νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (nAMD)

 

Επιπρόσθετα αποτελέσματα Φάσης ΙΙΙ για το brolucizumab από το δεύτερο έτος που επιβεβαίωσαν εκ νέου τα θετικά ευρήματα του πρώτου έτους ανακοίνωσε η Novartis.

Το brolucizumab κάλυψε το κύριο καταληκτικό σημείο της μη κατωτερότητας έναντι του aflibercept όσον αφορά την καλύτερα διορθωμένη οπτική οξύτητα (BCVA) και εμφάνισε ανωτερότητα σε βασικές εκβάσεις όσον αφορά τον αμφιβληστροειδή κατά το πρώτο έτος (48 εβδομάδες).

Τα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία κατά το δεύτερο έτος (96 εβδομάδες) επιβεβαίωσαν εκ νέου την ανωτερότητα του brolucizumab 6 mg στη μείωση του υγρού στον αμφιβληστροειδή που αποτελεί σημαντικό δείκτη της δραστηριότητας της νόσου σε ασθενείς με νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας (nAMD).

Περίπου 20 ως 25 εκατομμύρια άτομα πάσχουν από νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας (nAMD), γνωστή επίσης ως υγρή ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, που είναι βασική αιτία τύφλωσης παγκοσμίως.

Τα ευρήματα από το δεύτερο έτος των HAWK και HARRIER έδειξαν ότι λιγότεροι ασθενείς με νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας (nAMD) είχαν ενδοαμφιβληστροειδικό υγρό (IRF) ή/και υποαμφιβληστροειδικό υγρό (SRF) — βασικοί δείκτες που χρησιμοποιούνται από τους ιατρούς για να καθορίσουν τη συχνότητα ένεσης στην κλινική πρακτική — με το brolucizumab 6 mg έναντι του aflibercept στην εβδομάδα 96 [24% για το brolucizumab 6 mg έναντι του 37% για το aflibercept στην HAWK (P=0.0001), 24% έναντι 39%, αντιστοίχως, στην HARRIER (P<0.0001)].

Επιπροσθέτως, οι ασθενείς που λάμβαναν brolucizumab 6 mg συνέχισαν να εμφανίζουν μειώσεις στο πάχος του κεντρικού υποπεδίου (CST) κατά την εβδομάδα 96. Μια αύξηση στο πάχος του κεντρικού υποπεδίου (CST) στη νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλιδάς είναι σημαντική μέτρηση παθολογικής συσσώρευσης υγρού και οιδήματος και μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη όραση. Απόλυτες μειώσεις στην CST από το σημείο αναφοράς (baseline) ήταν ?175 µm για το brolucizumab 6 mg έναντι ?149 µm για το aflibercept στη HAWK (P=0.0057) και ?198 µm έναντι ?155 µm, αντίστοιχα, στη HARRIER (P<0.0001).

Επίσης, την εβδομάδα 96, λιγότεροι ασθενείς που λάμβαναν brolucizumab 6 mg είχαν υποαμφιβληστροειδικό υγρό στο μελάγχρουν επιθήλιο (sub-RPE) (11% για το brolucizumab 6 mg έναντι 15% για το aflibercept στη HAWK, 17% έναντι 22%, αντίστοιχα, στη HARRIER). Επιπροσθέτως, από τους ασθενείς που λάμβαναν brolucizumab 6 mg και ολοκλήρωσαν με επιτυχία το πρώτο έτος με δοσολογικό μεσοδιάστημα 12 εβδομάδων, το 82% στη HAWK και το 75% στη HARRIER διατήρησαν το δοσολογικό μεσοδιάστημα 12 εβδομάδων κατά το δεύτερο έτος.


Η HAWK και η HARRIER κάλυψαν το κύριο καταληκτικό σημείο της μη κατωτερότητας στη μέση μεταβολή στην καλύτερα διορθωμένη οπτική οξύτητα (BCVA) κατά την εβδομάδα 48 με το brolucizumab έναντι του aflibercept. Το brolucizumab διατήρησε ισχυρά οφθαλμικά οφέλη κατά το δεύτερο έτος με μέση μεταβολή της καλύτερα διορθωμένης οπτικής οξύτητας κατά 5,9 γράμματα για το brolucizumab 6 mg έναντι 5,3 γραμμάτων για το aflibercept στη HAWK και 6,1 γράμματα έναντι 6,6 γραμμάτων, αντιστοίχως, στη HARRIER.

«Σε διάστημα δύο ετών το brolucizumab στέγνωσε σταθερά το υγρό από τον αμφιβληστροειδή καλύτερα από το aflibercept ενώ πολλοί ασθενείς διατηρήσαν ένα τριμηνιαίο δοσολογικό σχήμα», δήλωσε ο Shreeram Aradhye, Παγκόσμιος Επικεφαλής Ιατρικών Υποθέσεων (Global Head Medical Affairs) και Επικεφαλής Ιατρικός Σύμβουλος (Chief Medical Officer), Novartis Pharmaceuticals. «Επιπροσθέτως, τα ισχυρά οφθαλμικά οφέλη που παρουσιάστηκαν κατά το πρώτο έτος με το brolucizumab διατηρήθηκαν στο δεύτερο έτος. Με σταθερές βελτιώσεις σε βασικά ανατομικά χαρακτηριστικά που δηλώνουν τη δραστηριότητα της νόσου το brolucizumab είναι μια σημαντική επιστημονική πρόοδος και τονίζει την αφοσίωσή μας στον επαναπροσδιορισμό της ιατρικής».

 

Δεν παρατηρήθηκε κανένα είδος συμβάντος σχετικά με την ασφάλεια που να μην είχε ήδη αναφερθεί κατά την εβδομάδα 96 και το brolucizumab συνέχισε να είναι συγκρίσιμο με το aflibercept, ενώ η συνολική επίπτωση ανεπιθύμητων συμβάντων παρουσίασε ισορροπία σε όλες τις θεραπευτικές ομάδες και στις δύο μελέτες. Τα πιο συχνά οφθαλμολογικά ανεπιθύμητα συμβάντα (≥5% των ασθενών σε κάθε θεραπευτικό σκέλος) ήταν μειωμένη οπτική οξύτητα, αιμορραγία του επιπεφυκότα, κινούμενα σωματίδια στον υαλοειδή, οφθαλμικός πόνος, ξηροφθαλμία, αιμορραγία αμφιβληστροειδούς, καταρράκτης και αποκόλληση υαλοειδούς1. Τα πιο συχνά μη οφθαλμικά ανεπιθύμητα συμβάντα ήταν παρόμοια με εκείνα που αναφέρονταν σε πληθυσμό με νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας. Δεν υπήρχαν αξιοσημείωτες διαφορές μεταξύ των σκελών.

 

Αυτά τα νέα δεδομένα 96 εβδομάδων με βάση τα προκαθορισμένα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία από τις μελέτες HAWK και HARRIER παρουσιάστηκαν στην Ετήσια Συνεδρίαση της Αμερικανικής Ακαδημίας Οφθαλμολογίας (AAO) για το 2018 ως συνέχεια των δεδομένων του πρώτου έτους που παρουσιάστηκαν το Νοέμβριο του 2017.

 

Το brolucizumab (RTH258)

Είναι ένα ανθρωποποιημένο μονής αλύσου κλάσμα αντισώματος (scFv) και το περισσότερο κλινικά προηγμένο ανθρωποποιημένο κλάσμα αντισώματος μονής αλύσου που έχει φτάσει σε αυτό το στάδιο ανάπτυξης. Τα θραύσματα αντισωμάτων μονής αλύσου είναι περιζήτητα στην ανάπτυξη φαρμάκων λόγω του μικρού μεγέθους τους, της ενισχυμένης διείσδυσης στους ιστούς, της ταχείας απομάκρυνσης από τη συστηματική κυκλοφορία και των χαρακτηριστικών χορήγησης του φαρμάκου.

 

Από την ιδιόκτητη καινοτόμο δομή προκύπτει ένα μικρό μόριο (26 kDa) με ισχυρή αναστολή και υψηλή συγγένεια με όλες τις ισομορφές του VEGF-A. Σε προκλινικές μελέτες, το brolucizumab ανέστειλε την ενεργοποίηση των υποδοχέων του VEGF μέσω της πρόληψης της αλληλεπίδρασης προσδέτη-υποδοχέα. Η αυξημένη σηματοδότηση μέσω του μονοπατιού VEGF σχετίζεται με παθολογική οφθαλμική αγγειογένεση και οίδημα του αμφιβληστροειδούς. Η αναστολή του μονοπατιού VEGF έχει αποδειχτεί ότι αναστέλλει την ανάπτυξη νεοαγγειακών βλαβών, οδηγεί στην υποχώρηση του οιδήματος του αμφιβληστροειδούς και βελτιώνει την όραση σε ασθενείς με χοριοαμφιβληστροειδικές αγγειακές νόσους.

 

Η νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας (nAMD ή υγρή AMD)

Η nAMD είναι η κύρια αιτία σοβαρής απώλειας όρασης και τύφλωσης σύμφωνα με το νόμο σε άτομα άνω των 65 ετών στη Βόρεια Αμερική, στην Ευρώπη, στην Αυστραλία και στην Ασία, επηρεάζοντας περίπου 20 με 25 εκατομμύρια άτομα παγκοσμίως. Η νεοαγγειακή ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας παρατηρείται όταν σχηματίζονται παθολογικά αιμοφόρα αγγεία κάτω από την ωχρά κηλίδα, το τμήμα του αμφιβληστροειδούς που ευθύνεται για την οξεία, κεντρική όραση. Αυτά τα αιμοφόρα αγγεία είναι ευπαθή και παρουσιάζουν διαρροή υγρού, διαταράσσοντας τη φυσιολογική δομή του αμφιβληστροειδούς και τελικώς προκαλώντας βλάβη στην ωχρά κηλίδα.

 

Τα πρώιμα συμπτώματα νεοαγγειακής ηλικιακής εκφύλισης ωχράς κηλίδας (nAMD) συμπεριλαμβάνουν παραμόρφωση της όρασης ή μεταμορφοψία και δυσκολία του ατόμου να δει αντικείμενα καθαρά. Η έγκαιρη διάγνωση και η πρόληψη είναι ουσιαστικές. Καθώς εξελίσσεται η νόσος, αυξάνεται η κυτταρική βλάβη με αποτέλεσμα να μειώνεται περαιτέρω η ποιότητα της όρασης. Αυτή η εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη απώλεια της κεντρικής όρασης, με αποτέλεσμα ο ασθενής να μην μπορεί να διαβάσει, να οδηγήσει ή να αναγνωρίσει οικεία πρόσωπα. Χωρίς θεραπεία, η όραση μπορεί να επιδεινωθεί ταχέως.