Listen to this article

Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους κινδύνους για τη δημόσια υγεία, προκαλώντας μια σειρά από σοβαρές ασθένειες, με κυριότερη την επιδείνωση των αναπνευστικών παθήσεων. Μια νέα μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή της Αττικής, προσφέρει σημαντικά στοιχεία για τη σύνδεση μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της αναπνευστικής λειτουργίας, ειδικά για τα άτομα που πάσχουν από χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις.

Η έρευνα, που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, επικεντρώθηκε σε ασθενείς με Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), βρογχιεκτασίες και άσθμα στην περιοχή της Αττικής.

Εικόνα 1: Χάρτης των σταθμών παρακολούθησης ατμοσφαιρικής ρύπανσης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας στην Περιοχή της Αττικής

Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε μετρήσεις της αναπνευστικής τους λειτουργίας και τα αποτελέσματα συνδέθηκαν με τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης για την ίδια ημέρα. Συγκεκριμένα, οι συγκεντρώσεις ρύπων, όπως το όζον (O₃), το διοξείδιο του θείου (SO₂), το διοξείδιο του αζώτου (NO₂), το μονοξείδιο του άνθρακα (CO) και τα αιωρούμενα σωματίδια (PM₁₀), συνδέθηκαν αρνητικά με τις παραμέτρους αναπνευστικής λειτουργίας των ασθενών.

Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι οι αυξημένες συγκεντρώσεις ατμοσφαιρικής ρύπανσης συνδέονται με σημαντική μείωση στη λειτουργία των πνευμόνων, μειώνοντας την Αναγκαστική Ζωτική Χωρητικότητα των πνευμόνων (FVC – Forced Vital Capacity), τον δυναμικά εκπνευστικό όγκο σε ένα δευτερόλεπτο (FEV₁) και τη μέγιστη εκπνευστική ροή (PEF). Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι η έκθεση σε υψηλά επίπεδα ρύπων είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για άτομα με χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές στην υγεία τους.

Η μελέτη πραγματοποιήθηκε στην Αττική, μια περιοχή με υψηλά επίπεδα ρύπανσης λόγω της έντονης αστικοποίησης και της κυκλοφορίας οχημάτων. Ειδικότερα, οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στους ρύπους που προέρχονται από τις βιομηχανικές δραστηριότητες και τα οχήματα, που είναι οι κύριες πηγές μόλυνσης του αέρα στην περιοχή. Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν την αρνητική επίδραση της ρύπανσης στην αναπνευστική υγεία, ιδίως για τους κατοίκους των πιο επιβαρυμένων περιοχών.

Η μελέτη επισημαίνει ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση, καθώς η αύξηση της θερμοκρασίας μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένα επίπεδα όζοντος και άλλων ρύπων στην ατμόσφαιρα. Αυτό ενδέχεται να επηρεάσει ακόμα περισσότερους ανθρώπους, ιδιαίτερα εκείνους που είναι ήδη ευάλωτοι σε αναπνευστικά προβλήματα.

Αν και οι εκπομπές ρύπων έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω αυστηρότερων κανονισμών, η μελέτη υπογραμμίζει ότι η ποιότητα του αέρα παραμένει προβληματική και απαιτεί περαιτέρω δράσεις για τη βελτίωση της δημόσιας υγείας. Η προστασία των ατόμων με χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις και η ενίσχυση της παρακολούθησης των ρύπων είναι κρίσιμης σημασίας για την αποφυγή περαιτέρω επιδείνωσης της υγείας τους.

Share.
Exit mobile version