Ένας πρώην πρωθυπουργός, ο νυν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας συγκαταλέγονται στους δεκάδες υπόπτους που παραπέμπονται στη δικαιοσύνη της Μάλτας, για το σκάνδαλο της ιδιωτικοποίησης νοσοκομείων, το οποίο συγκλονίζει το κυβερνών κόμμα, ενώ απομένει μόλις ένας μήνας για τις ευρωεκλογές.
Ο Τζόζεφ Μουσκάτ, πρωθυπουργός μεταξύ 2013-2020, προερχόμενος από το Εργατικό Κόμμα και ένας από τους πρώην υπουργούς του, ο Κόνραντ Μίτσι, κατηγορούνται για διαφθορά κατά την άσκηση του δημόσιου καθήκοντός τους και για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα που περιήλθαν σήμερα στην κατοχή του Γαλλικού Πρακτορείου.
Είναι η πρώτη φορά που πρώην πρωθυπουργός θα δικαστεί από ποινικό δικαστήριο σε αυτό το μικρό νησί της Μεσογείου, που είναι μέλος της ΕΕ.
Ο πρώην προσωπάρχης του Μουσκάτ, ο Κιθ Σκέμπρι, κατηγορείται και αυτός για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας.
Ο νυν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κρις Φερν, επίσης προερχόμενος από το Εργατικό Κόμμα και νυν υποψήφιος για μια θέση Επιτρόπου στις Βρυξέλλες, καθώς και ο πρώην υπουργός Οικονομικών Έντουαρντ Σικλούνα, δοικητής της Κεντρικής Τράπεζας από το 2021, κατηγορούνται για απάτη και κατάχρηση.
Η έρευνα είχε ξεκινήσει το 2015, μετά την απόφαση της κυβέρνησης του Μουσκάτ να ιδιωτικοποιήσει τρία δημόσια νοσοκομεία, πουλώντας τα στην εταιρεία Vitals Global Healthcare. Η εταιρεία αυτή, που δεν είχε καμία εμπειρία στον τομέα της υγείας, τα πούλησε έπειτα από 21 μήνες σε μια άλλη, την Steward Health Care, χωρίς να έχει κάνει καμία από τις επενδύσεις που είχαν ανακοινωθεί. Κατόπιν προσφυγής του αντιπολιτευόμενου Εθνικιστικού Κόμματος, η δικαιοσύνη ακύρωσε πέρσι τις ιδιωτικοποιήσεις αυτές. Το Εφετείο επικύρωσε την απόφαση κάνοντας λόγο για «αθέμιτη σύμπραξη» μεταξύ των προαναφερόμενων εταιρειών και υψηλόβαθμων κυβερνητικών στελεχών.
«Γελοίες κατηγορίες»
Οι κατηγορούμενοι πρόκειται να εμφανιστούν ενώπιον δικαστηρίου τις επόμενες ημέρες, ξεκινώντας έτσι μια, κατά τα φαινόμενα, μακρά δικαστική διαδικασία.
Ο Μουσκάτ παραιτήθηκε στα τέλη του 2019, μετά το πολιτικό σκάνδαλο που προκάλεσε η δολοφονία της δημοσιογράφου-ερευνήτριας Ντάφνι Καρουάνα Γκαλιζία. Ο ίδιος επιμένει ότι είναι αθώος. «Αν δεν ήταν τόσο σοβαρές, οι κατηγορίες θα έμοιαζαν γελοίες», έγραψε χθες, Τρίτη, στη σελίδα του στο Facebook. «Χωρίς καν να με καλέσουν για κατάθεση, οι αρχές αποφάσισαν να αμαυρώσουν το όνομά μου, κατηγορώντας με για διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος, ότι συγκρότησα μια εγκληματική οργάνωση και έφτασαν στο σημείο να πουν ότι έλαβα 30 εκατομμύρια ευρώ. Θα χαρώ να διαλύσω κάθε μια από αυτές τις κατηγορίες και να δείξω ότι όχι μόνο είναι επινοημένες, αλλά βασίζονται και σε ψέματα», πρόσθεσε.
Ο πρωθυπουργός Ρόμπερτ Αμπέλα, που διαδέχτηκε τον Μουσκάτ ως επικεφαλής του Εργατικού Κόμματος, κατηγόρησε τη Δευτέρα ορισμένους δημοσιογράφους, υποστηρίζοντας ότι ανήκουν σε ένα «κατεστημένο» που επιδιώκει να βλάψει το κόμμα και να αποσταθεροποιήσει τη χώρα. Η αντιπολίτευση και μη κυβερνητικές οργανώσεις απέρριψαν αυτές τις κατηγορίες. Ο Αμπέλα «επέλεξε τους συναδέλφους του αντί για τη Μάλτα και τους Μαλτέζους», είπε ο ηγέτης του Εθνικιστικού Κόμματος Μπέρναρντ Γκρετς.
Ο Μουσκάτ παραιτήθηκε αφού κατηγορήθηκε ότι προσπάθησε να προστατεύσει τους συμμάχους του για να μην μπουν στο στόχαστρο της έρευνας για τη δολοφονία της Καρουάνα Γκαλιζία. Η δημοσιογράφος σκοτώθηκε τον Οκτώβριο του 2017, όταν εξερράγη το παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητό της. Στο μπλογκ που διατηρούσε, είχε κατηγορήσει υψηλόβαθμους αξιωματούχους, στο περιβάλλον του Μουσκάτ, για διαφθορά.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ