Listen to this article

Μελέτη για το ελληνικό σύστημα υγείας, με την υπογραφή των διακεκριμένων Ελλήνων επιστημόνων Ηλία Κυριόπουλου, Dr. Κώστα Αθανασάκη, ΣτεργιανήςΤσόλη, του Dr. Ηλία Μόσιαλου και της Dr. Ειρήνης Παπανικόλα, και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet Public Health. Η μελέτη τονίζει την κρίσιμη καμπή στην οποία βρίσκεται;το ελληνικό σύστημα υγείας, με μακροχρόνιες δομικές αδυναμίες, οι οποίες θα πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, η χώρα έχει δεχθεί πολλαπλές πιέσεις, συμπεριλαμβανομένης της γήρανσης του πληθυσμού, της εκρηκτικής αύξησης των χρόνιων νοσημάτων, της οικονομικής κρίσης, καθώς και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και των μεταναστευτικών ροών ενώ περαιτέρω προκλήσεις όπως η πανδημία του COVID-19, δοκίμασαν την αντοχή του συστήματος υγείας. Τα πλήγματα αυτά αποκάλυψαν όχι μόνο τις δομικές αδυναμίες, αλλά και την ανάγκη για ριζικές και συστημικές μεταρρυθμίσεις. Παρά τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια σε επίπεδο χρηματοδότησης και παροχής υπηρεσιών, η ανεπαρκής σχεδίαση και ο περιορισμένος έλεγχος υπονόμευσαν την πρόοδο.

Ακόμα, η μελέτη τονίζει ότι η σωστή διαχείριση της δημόσιας υγείας, απαιτεί πολιτικές βασισμένες σε αποδείξεις, σε συντονισμένη πολιτική δέσμευση και αποτελεσματικό συντονισμό πολλαπλών μερών, μέσα από θεσμικά όργανα και μηχανισμούς λογοδοσίας που θα μεταφράζουν τις πολιτικές σε διαρκείς πράξεις.

Οι βασικές προκλήσεις της υγείας στην Ελλάδα

Η μελέτη υπογραμμίζει ότι το σύστημα υγείας της χώρας χαρακτηρίζεται από ένα κατακερματισμένο μοντέλο, που συχνά λειτουργεί αποσπασματικά και με περιορισμένους πόρους. Η κρατική χρηματοδότηση είναι χαμηλή, καταφεύγοντας σε μεγάλο ποσοστό σε ιδιωτικές δαπάνες που επιβαρύνουν κυρίως τις ευάλωτες τάξεις. Επιπλέον, η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας παραμένει υποβαθμισμένη, ενώ οι δημόσιες δομές υγείας είναι συχνά υπερφορτωμένες και ανεπαρκείς για να καλύψουν τις ανάγκες του πληθυσμού. Η έλλειψη ενός δικτύου Μονάδων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, η δυσκολία στην διαχείριση των χρόνιων παθήσεων και η έλλειψη προληπτικών προγραμμάτων αποτελούν σοβαρά εμπόδια.

Επιπλέον, σύμφωνα με τη δημοσιευμένη μελέτη, η αλλαγή στον δημογραφικό χάρτη με το συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό ηλικιωμένων δημιουργεί νέες ανάγκες. Η γήρανση, μαζί με την αύξηση των πολλαπλών παθήσεων και των σύνθετων έξω-νοσοκομειακών αναγκών, δυσχεραίνει περαιτέρω την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Η έλλειψη συνεκτικών και οργανωμένων πολιτικών πρόληψης και η περιορισμένη διασύνδεση μεταξύ υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής προστασίας επιτείνουν το πρόβλημα.

Επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα αποτελεί, η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειες της, όπως οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες, που αυξάνουν την ανάγκη για προστασία της δημόσιας υγείας. Οι καταστροφικές αυτές καταστάσεις επιβαρύνουν το ήδη επιβαρυμένο σύστημα, ενώ η έλλειψη συγκεκριμένων εθνικών σχεδίων και στρατηγικών προσαρμογής αμβλύνει την ικανότητα αντιμετώπισής τους.

Τέλος, η μεταναστευτική κρίση συνεχίζει να ασκεί πιέσεις, με μεγάλο μέρος των προσφύγων και μεταναστών να αντιμετωπίζει δυσκολίες στην πρόσβαση στο σύστημα υγείας, ενώ πολλές εγκαταστάσεις παραμένουν υποστελεχωμένες και ανεπαρκείς.

Η σημασία της πρωτοβάθμιας φροντίδας

Η μελέτη αναφέρει πως παρά τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις, το ελληνικό σύστημα υγείας εξακολουθεί να παρουσιάζει σοβαρές δομικές αδυναμίες. Η ανικανότητα να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις τρέχουσες ανάγκες οφείλεται κυρίως σε ανεπαρκείς δομές, κακή διαχείριση και έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού. Τα συμπεράσματα της μελέτης τονίζουν ότι η βιωσιμότητα και η ανθεκτικότητα του συστήματος δεν θα επιτευχθούν χωρίς αναπτυξιακές και ριζικές αλλαγές.

Προτείνεται, λοιπόν, η εφαρμογή μιας συνολικής και μακροπρόθεσμης στρατηγικής η οποία θα εστιάζει στη βελτίωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας, στην ενίσχυση της ψηφιοποίησηςκαι της διαλειτουργικότητας των συστημάτων, στην αποπολιτικοποίηση της διοίκησης και στη διαμόρφωση πιο αποτελεσματικών και διαφανών μηχανισμών διαχείρισης. Η καλύτερη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων και η αποτελεσματικότερη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, μέσω εκπαίδευσης και βελτίωσης των συνθηκών εργασίας, αποτελούν επίσης βασικά στοιχεία για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του συστήματος.

Οι επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη για δημιουργία ενός αυτόνομου, διαφανούς οργανισμού διαχείρισης και συντονισμού υπηρεσιών υγείας, ο οποίος θα λειτουργεί με στρατηγική και θα διασφαλίζει την εφαρμογή και την αξιολόγηση των πολιτικών που εφαρμόζονται για την υγεία. Επιπλέον, προτείνονται μεταρρυθμίσεις στον τομέα της χρηματοδότησης, που θα περιλαμβάνουν την αύξηση της δημόσιας επένδυσης και την καλύτερη κατανομή πόρων, με παράλληλη μείωση της εξάρτησης από ιδιωτικές πληρωμές και out-of-pocket έξοδα.

Προτείνεται επίσης η αναδιάρθρωση και η προσαρμογή των νοσοκομείων και των υπηρεσιών, ώστε να ανταποκρίνονται καλύτερα στις γεωγραφικές και επιδημιολογικές ανάγκες του πληθυσμού, ενώ η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος πρωτοβάθμιας φροντίδας – που θα ενώνει υγεία και κοινωνική προστασία – θεωρείται αναγκαία.

Εθνική στρατηγική για το μέλλον της υγείας

Η μελέτη τονίζει ότι η βιωσιμότητα και η ανθεκτικότητα του ελληνικού συστήματος υγείας θα πρέπει να βασιστούν στην αποτελεσματική ενσωμάτωση και ολοκλήρωση των παραπάνω παρεμβάσεων. Η εφαρμογή μιας συνεκτικής στρατηγικής με σαφείς στόχους, συνεχή αξιολόγηση και προσαρμογή στα δεδομένα και τα αποτελέσματα θα βελτιώσει σημαντικά την πορεία της ελληνικής Υγείας.

Επιπλέον, η ανάπτυξη και η διατήρηση ενός «ψηφιακού οικοσυστήματος» που θα συνδέει όλα τα επίπεδα και τους φορείς της υγείας, θα επιτρέψει την παρακολούθηση, την πρόβλεψη και την αποτελεσματική διαχείριση κρίσεων. Η ενεργός συμμετοχή των πολιτών και η εμπιστοσύνη στην πολιτική και διοικητική λειτουργία είναι επίσης καθοριστικοί παράγοντες για την επιτυχία.

Τελικά, η μελέτη καταλήγει ότι η Ελλάδα οφείλει να διαμορφώσει μια φιλόδοξη, αλλά ρεαλιστική, εθνική στρατηγική για ένα σύστημα υγείας ανθεκτικό, δίκαιο και βιώσιμο. Μόνο μέσω μιας στρατηγικής που θα στηρίζεται στη διαφανή διαχείριση, την αποτελεσματική αξιολόγηση και τη συνεχή εκπαίδευση, η χώρα θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις και να διασφαλίσει την υγεία και την ευημερία των πολιτών της στο μέλλον.

 (A) Δαπάνες υγείας (% του ΑΕΠ) της Ελλάδας σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. (Β) Ποσοστό δαπανών υγείας από κυβερνητικές ή υποχρεωτικές πηγές. (Γ) Ποσοστό δαπανών υγείας βάσει τύπου υπηρεσίας. (Δ) Ποσοστό δαπανών από τους ίδιους τους πολίτες (out-of-pocket) ανά τύπο υπηρεσίας.

Τα δεδομένα βασίζονται σε στοιχεία του ΟΟΣΑ.27

ΑΕΠ = Ακαθάριστο εγχώριο προϊόν. ΟΟΣΑ = Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.

Πηγή: The Lancet Public Health

Δείτε εδώ ολόκληρη τη μελέτη: Addressing public health and health system challenges in Greece: reform priorities in a changing landscape – The Lancet Public Health

Share.
Exit mobile version