Listen to this article

Με την έναρξη της χειμερινής περιόδου και την αναμενόμενη έξαρση των ιώσεων, πολλά από τα μεγάλα δημόσια νοσοκομεία του ΕΣΥ βρίσκονται ήδη σε καθεστώς πίεσης, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, Μιχάλης Γιαννάκος. Πολλά μάλιστα από αυτά, σύμφωνα με τον κ. Γιαννάκο, αδυνατούν να διαχειριστούν με ασφάλεια τον τεράστιο όγκο των παθολογικών περιστατικών που συρρέουν καθημερινά.

Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη

«Ένα σύστημα στα όρια με το ξεκίνημα του χειμώνα»

Η εικόνα είναι κοινή σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες μεγάλες περιφέρειες: επισκεψιμότητα που ξεπερνά τις πραγματικές δυνατότητες των νοσοκομείων, με ασθενείς να προσέρχονται είτε με το ΕΚΑΒ είτε μόνοι τους, συχνά επειδή τα μεγάλα νοσοκομεία διαθέτουν τις εξειδικεύσεις που δεν βρίσκουν αλλού.

«Όταν ο φόβος της ασθένειας οδηγεί σε υπερσυγκέντρωση περιστατικών»

Οι ασθενείς συχνά προτιμούν τα μεγάλα νοσοκομεία για να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά »το πρόβλημα υγείας τους, γνωρίζοντας ωστόσο πως αυτή η επιλογή μπορεί να τους φέρει αντιμέτωπους με ράντζα, φορεία ή —το πιο επικίνδυνο— τη νοσηλεία στη διασπορά, δηλαδή την εισαγωγή παθολογικών περιστατικών σε κλινικές άλλων ειδικοτήτων, όπως χειρουργικές.

Η πρακτική αυτή αυξάνει κατακόρυφα τον κίνδυνο ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, ένα πεδίο στο οποίο η Ελλάδα παραμένει πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο σε κρούσματα όσο και σε θανάτους.

«Γολγοθάς για το προσωπικό, ταλαιπωρία για τους ασθενείς»

»Η διαχείριση των παθολογικών περιστατικών αποτελεί διαχρονικά έναν «γολγοθά» για τους υγειονομικούς. Τον χειμώνα όμως η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο: τα διαθέσιμα παθολογικά και πνευμονολογικά κρεβάτια δεν επαρκούν για τις ανάγκες, με αποτέλεσμα τα νοσοκομεία να αναγκάζονται να φιλοξενούν ασθενείς σε ράντζα, διαδρόμους ή σε κλινικές άλλων ειδικοτήτων.

Ο κ. Γιαννάκος τονίζει ότι το πιο επικίνδυνο είναι η νοσηλεία στη διασπορά, η οποία δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά πρακτική που συναντάται σε όλα τα μεγάλα νοσοκομεία.

«Οι βαθιές αιτίες της κρίσης: Πρωτοβάθμια και περιφέρεια σε ανεπάρκεια»

Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΠΟΕΔΗΝ, δύο βασικοί παράγοντες τροφοδοτούν αυτή την επικίνδυνη κατάσταση:

1. Ανεπαρκής Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας

Η έλλειψη λειτουργικών, ενισχυμένων δομών πρωτοβάθμιας περίθαλψης οδηγεί τους πολίτες στα Τμήματα Επειγόντων με το παραμικρό σύμπτωμα. Η κατάσταση επιδεινώνεται από το γεγονός ότι πολλοί δεν μπορούν να βρουν τον προσωπικό τους γιατρό — ή αυτός βρίσκεται εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά.

2. Περιφερειακές ανισότητες που βαθαίνουν

Πολλά περιφερειακά νοσοκομεία έχουν χάσει τον δευτεροβάθμιο χαρακτήρα τους λόγω σοβαρών ελλείψεων σε βασικές ειδικότητες, νοσηλευτές και άλλο προσωπικό. Σε αρκετές περιπτώσεις έχουν πλέον μετατραπεί σε «κέντρα διακομιδών», αδυνατώντας να νοσηλεύσουν περιστατικά που μεταφέρονται τελικά σε νοσοκομεία μεγάλων αστικών κέντρων.

Το αποτέλεσμα είναι δραματικό:

Το 50% των νοσηλευόμενων ασθενών στα νοσοκομεία της Αττικής και της Θεσσαλονίκης προέρχεται από την περιφέρεια.
Το ίδιο ποσοστό παρατηρείται και στα μεγάλα νοσοκομεία της περιφέρειας, τα οποία δέχονται ασθενείς από όμορους νομούς.

Λιγότερα κρεβάτια από ό,τι στην Ευρώπη – Η παρακαταθήκη των μνημονίων

Η Ελλάδα διαθέτει σήμερα 3,5 νοσοκομειακές κλίνες ανά 1.000 κατοίκους, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται στις 5,3. Η εικόνα αυτή αποτελεί απόρροια της μνημονιακής περιόδου, όταν έκλεισαν νοσοκομεία και κλινικές, τα οποία τώρα γίνεται προσπάθεια να επαναλειτουργήσουν.

Η υποστελέχωση, οι αυξημένες ροές ασθενών και οι μειωμένες κλίνες δημιουργούν έναν φαύλο κύκλο συμφόρησης.

«Τα μέτρα βελτίωσης στα ΤΕΠ βοηθούν – αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα»

Ορισμένα μέτρα που εφαρμόζονται, όπως:

·         η ανακατασκευή ΤΕΠ,

·         το σύστημα διαχείρισης με «βραχιολάκι»,

·         οι προσλήψεις τραυματιοφορέων,

είναι χρήσιμα, όμως —όπως τονίζεται— δεν επαρκούν για να περιοριστεί η πολύωρη αναμονή και η ταλαιπωρία των ασθενών. Η πραγματική αποσυμφόρηση θα έρθει μόνο εάν ενισχυθεί ουσιαστικά η πρωτοβάθμια περίθαλψη και λειτουργήσει αποτελεσματικά ο θεσμός του προσωπικού γιατρού.

«Προσωπικό σε φυγή – Σχολές που αδειάζουν»

Οι επαγγελματίες υγείας απομακρύνονται από το ΕΣΥ, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και αμοιβές στο εξωτερικό ή στον ιδιωτικό τομέα. Την ίδια στιγμή, οι σχολές επαγγελμάτων υγείας καταγράφουν μείωση στη συμμετοχή φοιτητών — μια ανησυχητική εξέλιξη για τη μελλοντική στελέχωση του συστήματος.

«Απαραίτητες παρεμβάσεις για τη διάσωση του ΕΣΥ»

Για να αλλάξει η εικόνα, απαιτείται ένα πλέγμα στοχευμένων πολιτικών:

·         ανάπτυξη νέων νοσοκομειακών κλινών,

·         στελέχωση των περιφερειακών νοσοκομείων,

·         αναβάθμιση των διασυνδεόμενων νοσοκομείων ώστε να μη λειτουργούν ως «τροφοδότες» προσωπικού,

·         βελτίωση των συνθηκών εργασίας,

·         αύξηση μισθών και ωρομισθίων,

·         ένταξη στα ΒΑΕ,

·         μονιμοποίηση συμβασιούχων.

Όπως υπογραμμίζει ο κ. Γιαννάκος, χωρίς ουσιαστικά κίνητρα οι προκηρύξεις θα συνεχίσουν να μένουν άγονες.

 «Αύξηση των δημόσιων δαπανών: Μονόδρομος για βιώσιμο ΕΣΥ»

Με δημόσιες δαπάνες υγείας στο 5,5% του ΑΕΠ, η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 7,5%. Η προοδευτική αύξηση της χρηματοδότησης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ουσιαστική ανασυγκρότηση του ΕΣΥ και τη δημιουργία ενός ασφαλέστερου, ποιοτικότερου συστήματος φροντίδας.

Share.
Exit mobile version