Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Μια νέα πρωτοποριακή μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Stanford διαπίστωσε ότι τα πρόωρα μωρά που άκουγαν τακτικά ηχογραφήσεις με τη φωνή της μητέρας τους εμφάνισαν βελτιωμένη συνδεσιμότητα σε περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με τη γλωσσική ανάπτυξη.
Πρόκειται για την πρώτη τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή που παρέχει αιτιώδη στοιχεία ότι η φωνή της μητέρας μπορεί να επιταχύνει σημαντικά την ανάπτυξη των «γλωσσικών οδών» του εγκεφάλου.
Όπως είναι γνωστό, ακόμη και πριν από τη γέννηση, τα μωρά αναγνωρίζουν και
«συντονίζονται» με τις φωνές των γονιών τους. Τα έμβρυα αρχίζουν να ακούν γύρω στην 25η εβδομάδα της κύησης και οι πρώτοι ήχοι στους οποίους εκτίθενται, είναι η φωνή της μητέρας τους και οι ήχοι της καρδιάς της.
Τα τελειόμηνα μωρά, αυτά δηλαδή που γεννιούνται κανονικά τον ένατο μήνα της κύησης, αναγνωρίζουν ήδη τη φωνή της μητέρας τους και μάλιστα την προτιμούν σε σχέση με άλλες φωνές. Ωστόσο, για τα πρόωρα βρέφη, αυτό το οικείο και προστατευτικό «ηχητικό περιβάλλον» διακόπτεται απότομα. Αυτή η έλλειψη έκθεσης στην ομιλία της μητέρας μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη της γλώσσας αργότερα στη ζωή.
Τι αποκάλυψαν τα ευρήματα της μελέτης
Όπως έχει διαπιστωθεί, τα παιδιά που γεννιούνται πολύ πρόωρα (<32 εβδομάδες κύησης) διατρέχουν σημαντικό κίνδυνο να εμφανίσουν καθυστερήσεις στη γλωσσική ανάπτυξη και επακόλουθες μαθησιακές δυσκολίες που βασίζονται στη γλώσσα.
Με δεδομένο ότι τα πρόωρα μωρά συχνά νοσηλεύονται εβδομάδες ή ακόμη και μήνες, με αποτέλεσμα να ακούν πολύ λιγότερο τη φωνή της μητέρας τους, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Stanford θέλησαν να διερευνήσουν εάν η καθημερινή ακρόαση της φωνής της μητέρας, μέσω ηχογραφήσεων, μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη του νεογνικού εγκεφάλου και ιδιαίτερα εκείνες τις εγκεφαλικές δομές που συνδέονται άμεσα με τις γλωσσικές ικανότητες.
Οι αναλύσεις μαγνητικής τομογραφίας διάχυσης έδειξαν ότι, σε σύγκριση με τα βρέφη της ομάδας ελέγχου, τα βρέφη που βίωσαν καθημερινά αυξημένη έκθεση στην μητρική φωνή, παρουσίασαν ενδείξεις για πιο ώριμη λευκή ουσία στην αριστερή τοξοειδή δεσμίδα, μια βασική δομή του εγκεφάλου, η οποία είναι ζωτικής σημασίας στις διαδικασίες αντίληψης και παραγωγής ομιλίας καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής.
«Αυτή είναι η πρώτη αιτιώδης απόδειξη ότι μια εμπειρία ομιλίας συμβάλλει θετικά στην ανάπτυξη του εγκεφάλου σε τόσο πρώιμο στάδιο ζωής. Τα ευρήματα της μελέτης προωθούν σημαντικά την κατανόησή μας για το πώς οι πρώιμες εμπειρίες συμβάλλουν στη δομική ανάπτυξη του εγκεφάλου σε μωρά που γεννιούνται πρόωρα», εξηγεί η Δρ. Katherine Travis, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα αυτά παρέχουν μια επιστημονικά αιτιώδη σύνδεση μεταξύ της γλωσσικής εμπειρίας και της ανάπτυξης του νεογνικού εγκεφάλου. Προσφέρουν επίσης βασικές πληροφορίες σχετικά με το πώς οι παρεμβάσεις που περιλαμβάνουν την αυξημένη έκθεση στη μητρική ομιλία μπορούν να προσφέρουν σημαντικά νευροπροστατευτικά οφέλη που μπορούν να μετριάσουν τις επιπτώσεις της προωρότητας στην ανάπτυξη του εγκεφάλου.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο Frontiers in Human Neuroscience.
