Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Μια ανώδυνη, μη επεμβατική τεχνική διέγερσης εγκεφάλου θα μπορούσε να βελτιώσει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο οι νέοι ενήλικες μαθαίνουν μαθηματικά, αποκαλύπτει μια νέα μελέτη.
Η γνώση των μαθηματικών είναι απαραίτητη στις επιστήμες, την τεχνολογία, τη μηχανική και τα χρηματοοικονομικά. Ωστόσο, μια έκθεση του ΟΟΣΑ του 2016 είχε διαπιστώσει ότι ένα μεγάλο ποσοστό ενηλίκων στις ανεπτυγμένες χώρες (24% έως 29%) εμφάνιζε μαθηματικές δεξιότητες ίδιες με ένα τυπικό επτάχρονο παιδί. Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτή η έλλειψη μαθηματικής ικανότητας μπορεί να συμβάλει σε χαμηλότερο εισόδημα, κακή υγεία, μειωμένη πολιτική συμμετοχή, ακόμη και μειωμένη εμπιστοσύνη στους άλλους.
Γιατί όμως ορισμένοι άνθρωποι αντιμετωπίζουν δυσκολία στην εκμάθηση των μαθηματικών; Ορισμένες μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι βιολογικοί παράγοντες, όπως τα γονίδια, η συνδεσιμότητα του εγκεφάλου και η χημική σηματοδότηση, ενδέχεται να παίζουν ισχυρότερο ρόλο στα μαθησιακά αποτελέσματα από ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες. Αυτό έχει τεκμηριωθεί επαρκώς σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των μαθηματικών, όπου οι διαφορές στη βιολογία μπορούν να εξηγήσουν τα εκπαιδευτικά επιτεύγματα.
Ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Surrey στην Αγγλία θέλησε να εξετάσει εάν η ηλεκτρική διέγερση του εγκεφάλου θα μπορούσε να επιδράσει στη βελτίωση των μαθηματικών επιδόσεων.
Στην μελέτη συμμετείχαν 72 φοιτητές από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Οι ερευνητές αξιολόγησαν τις μαθηματικές ικανότητες των εθελοντών με ειδικά τεστ, πριν και μετά την ηλεκτρική διέγερση του εγκεφάλου τους.
Σε όλους τους συμμετέχοντες τοποθετήθηκαν ηλεκτρόδια στο κεφάλι, τα οποία μπορούσαν να μεταφέρουν ήπια ηλεκτρικά σήματα στον εγκέφαλο. Μια ομάδα έλαβε διακρανιακή διέγερση τυχαίου θορύβου (tRNS) στον ραχιοπλάγιο προμετωπιαίο φλοιό (dlPFC), η δεύτερη ομάδα έλαβε tRNS στον οπίσθιο βρεγματικό φλοιό (PPC) και η τρίτη ομάδα των φοιτητών έλαβε εικονική διέγερση.
Η ενεργοποίηση του εγκεφάλου βελτιώνει τις μαθηματικές δεξιότητες
Τα ευρήματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες που έλαβαν διακρανιακή διέγερση τυχαίου θορύβου (tRNS) στο ραχιοπλάγιο προμετωπιαίο φλοιό – μια περιοχή που εμπλέκεται στη μάθηση, τη μνήμη, την εστίαση και την επίλυση μαθηματικών προβλημάτων – είχαν καλύτερη απόδοση κατά τη διάρκεια της μαθηματικής εκπαίδευσης από εκείνους που έλαβαν θεραπεία με εικονικό φάρμακο.
Αυτές οι βελτιώσεις ήταν πιο αξιοσημείωτες σε άτομα με χαμηλότερη προϋπάρχουσα συνδεσιμότητα μεταξύ βασικών περιοχών του εγκεφάλου που εμπλέκονται στη μάθηση. Τα οφέλη συνδέθηκαν επίσης με χαμηλότερα επίπεδα GABA, μιας χημικής ουσίας του εγκεφάλου που επηρεάζει την ικανότητα μάθησης.
«Μέχρι στιγμής, οι περισσότερες προσπάθειες για τη βελτίωση της εκπαίδευσης έχουν επικεντρωθεί στην αλλαγή του περιβάλλοντος, την εκπαίδευση των εκπαιδευτικών και τον επανασχεδιασμό των προγραμμάτων σπουδών, παραβλέποντας σε μεγάλο βαθμό τη νευροβιολογία του μαθητή. Ωστόσο, ένα αυξανόμενο σύνολο ερευνών έχει δείξει ότι οι βιολογικοί παράγοντες συχνά εξηγούν τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα στα μαθηματικά με μεγαλύτερη ισχύ από τους περιβαλλοντικούς», λέει ο Δρ. Roi Cohen Kadosh, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και Καθηγητής στη Σχολή Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο του Surrey.
Σύμφωνα με τους ερευνητές τα ευρήματα της μελέτης είναι σημαντικά καθώς παρέχουν αιτιώδη στοιχεία σχετικά με τον ρόλο της μετωπο-βρεγματικής συνδεσιμότητας στη μάθηση των μαθηματικών. Τα ευρήματα δείχνουν ότι η τροποποίηση της μετωπικής δραστηριότητας με διέγερση του εγκεφάλου βελτίωσε τη μάθηση των μαθηματικών σε άτομα με χαμηλή συνδεσιμότητα, υποδηλώνοντας ότι οι διαφορές συνδεσιμότητας οδηγούν σε μαθησιακές διαφορές.
Το συναρπαστικό, σημειώνουν οι ερευνητές, είναι ότι αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η αλλαγή της συνδεσιμότητας με διέγερση θα μπορούσε να απελευθερώσει μαθησιακές δυνατότητες σε μαθητές που δυσκολεύονται με την εκμάθηση των μαθηματικών.
Ίσως μελλοντικά, εξατομικευμένες παρεμβάσεις όπως το tRNS θα μπορούσαν να υποστηρίξουν τους μαθητές που μένουν πίσω όχι λόγω κακής διδασκαλίας ή προσωπικών συνθηκών, αλλά λόγω φυσικών διαφορών στον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου τους.
Πηγή: Plos Biology
