Το 10% έως το 40% των εργαζομένων βιώνουν εργασιακό στρες.
Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη
Το εργασιακό άγχος συνδέεται με υψηλό κίνδυνο καρδιαγγειακών νόσων σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη Αμερικανών ερευνητών. Το εργασιακό άγχος είναι ένας ψυχοκοινωνικός παράγοντας κινδύνου που χαρακτηρίζεται από επιβλαβείς σωματικές και συναισθηματικές αντιδράσεις που προκαλούνται από μια ανισορροπία μεταξύ των εργασιακών απαιτήσεων και των ικανοτήτων, των πόρων ή των αναγκών του εργαζομένου.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι, το 10% έως το 40% των εργαζομένων βιώνουν εργασιακό στρες, με συνέπεια να εμφανίζουν υψηλότερο κίνδυνο ανεπιθύμητων εκβάσεων καρδιαγγειακής νόσου, ιδιαίτερα στεφανιαίας νόσου. Ωστόσο, η συσχέτιση μεταξύ εργασιακού στρες και καρδιαγγειακής υγείας δεν είναι ακόμη καλά τεκμηριωμένη.
Η πρόσφατη μελέτη των Αμερικανών ερευνητών θέλησε να εξετάσει τη συσχέτιση μεταξύ εργασιακού στρες και καρδιαγγειακής υγείαςσε ενήλικες, άνδρες και γυναίκες, χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακής νόσος. Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας.
Τι αποκάλυψαν τα ευρήματα της μελέτης
Στην μελέτη, η οποία διήρκησε δύο χρόνια, συμμετείχαν 6.814 άνδρες και γυναίκες, ηλικίας 45 έως 84 ετών, που δεν είχαν κλινική διάγνωση καρδιαγγειακής νόσου ή καρδιακή ανεπάρκεια κατά την έναρξη της μελέτης. Για τη λήψη βασικών δεδομένων από τους συμμετέχοντες στη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν τυποποιημένα ερωτηματολόγια, εργαστηριακές εξετάσεις αίματος νηστείας και φυσικές εξετάσεις. Το εργασιακό άγχος, το οποίο αξιολογήθηκε μέσω ερωτηματολογίου, αναφέρθηκε από το 20% των συμμετεχόντων.
Η καρδιαγγειακή υγεία προσδιορίστηκε λαμβάνοντας υπόψη τη βαθμολογία από επτά μετρήσεις: το κάπνισμα, τη σωματική δραστηριότητα, το δείκτη μάζας σώματος, τη διατροφή, την ολική χοληστερόλη, την αρτηριακή πίεση και την γλυκόζη αίματος.
Τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν ότι, οι συμμετέχοντες με εργασιακό άγχος εμφάνισαν δυσμενέστερες μετρήσεις καρδιαγγειακής υγείας συγκριτικά με τους συμμετέχοντες που δεν είχαν εργασιακό άγχος.
«Για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της δημόσιας υγείας του εργασιακού στρες και των επιβλαβών επιπτώσεών του στην καρδιαγγειακή υγεία, η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στη χρήση διαχρονικών μελετών για τον εντοπισμό των μηχανισμών που διέπουν αυτή τη συσχέτιση. Επιπλέον, η διεξαγωγή ενδελεχών μελετών παρέμβασης στο χώρο εργασίας είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη και την εφαρμογή αποτελεσματικών στρατηγικών διαχείρισης του άγχους που μπορούν να βελτιώσουν την ευημερία των εργαζομένων και να βελτιώσουν την καρδιαγγειακή υγεία» εξηγεί ο Dr Oluseye Ogunmoroti, MD, MPH, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Emory στην Ατλάντα των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα της μελέτης είναι σημαντικά καθώς υπογραμμίζουν τη σημασία της ψυχολογικής ευημερίας στο χώρο εργασίας και υποδεικνύουν την ανάγκη για μελέτες σχετικά με παρεμβάσεις που μπορεί να μειώσουν το εργασιακό άγχος και να προάγουν την καρδιαγγειακή υγεία των εργαζομένων. Προς την κατεύθυνση αυτή, οι διαχρονικές μελέτες θα πρέπει να εξετάσουν με ποιους μηχανισμούς το χρόνιο εργασιακό στρες επηρεάζει την καρδιαγγειακή υγεία.
Υπενθυμίζεται ότι, οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι η κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως. Υπολογίζεται ότι πεθαίνουν 17,9 εκατομμύρια άνθρωποι το χρόνο από καρδιακά νοσήματα. Περισσότεροι από τέσσερις στους πέντε θανάτους από καρδιαγγειακά νοσήματα οφείλονται σε καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια. Το ένα τρίτο μάλιστα πρόωρων θανάτων συμβαίνει σε άτομα ηλικίας κάτω των 65ετών.
Πηγή: Journal of the American Heart Association