Το κενό της κοινοτικής φροντίδας υγείας που θα δημιουργήσει η αυξανόμενη έλλειψη γιατρών πρωτοβάθμιας περίθαλψης στις ΗΠΑ η οποία μάλιστα προβλέπεται να επιδεινωθεί – με την Αμερικανική Ένωση Ιατρικών Κολλεγίων να αναμένει ότι έως το 2032, θα υπάρξει έλλειψη έως και 122.000 γιατρών, συμπεριλαμβανομένων έως και 55.000 στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και 66.000 σε άλλες ειδικότητες- φαίνεται πως θα κληθούν να καλύψουν σε κάποιο βαθμό τα φαρμακεία της κοινότητας προσθέτοντας νέες υπηρεσίες φροντίδας υγείας.
Το κλίμα είναι θετικό. Η πρόσφατη μελέτη Wolters Kluwer Pharmacy Next: Consumer Care and Cost Trends Care Expands Beyond the Clinic κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «Οι Αμερικανοί αναζητούν όλο και περισσότερο περίθαλψη εκτός του παραδοσιακού ιατρείου λόγω της αυξανόμενης εμπιστοσύνης στους παρόχους σε χώρους μη πρωτοβάθμιας φροντίδας για ορισμένες ιατρικές ανάγκες. Η φροντίδα αποκεντρώνεται γρήγορα και με τις νεότερες γενιές να πρωτοστατούν, οι ενδιαφερόμενοι φορείς της υγειονομικής περίθαλψης πρέπει να προετοιμαστούν για μια θεμελιώδη και μόνιμη αλλαγή στην παροχή φροντίδας. Το 81% των Αμερικανών εμπιστεύεται έναν φαρμακοποιό, μια νοσοκόμα ή έναν επαγγελματία νοσηλευτή για να παρέχει φροντίδα όταν ο ίδιος ή ένα μέλος της οικογένειας του είναι άρρωστο».
Η μελέτη Pharmacy Next απλώς ενισχύει τον ουσιαστικό ρόλο που έχουν στην πράξη παίξει οι φαρμακοποιοί της γειτονιάς που μοιάζεις με τοπικοί ήρωες.
Οι Αμερικανοί στρέφονται όλο και περισσότερο σε φαρμακοποιούς για τεστ στο σημείο της φροντίδας για γρίπη, στρεπτόκοκκο και COVID-19, όπως και για τη διαχείριση χρόνιων καταστάσεων για ασθένειες όπως ο διαβήτης, τη διακοπή του καπνίσματος και τη φαρμακευτική θεραπεία.
Η επέκταση των επιλογών για τεστ και θεραπεία οδηγεί τους φαρμακοποιούς να δημιουργούν όλο και περισσότερο την απαραίτητη υποδομή για υπηρεσίες και να αναζητούν υποστήριξη για διαδικασίες χρέωσης για ασθενείς και πληρωτές. Ωστόσο, οι φαρμακοποιοί που θέλουν να παραμείνουν ανταγωνιστικοί σε ένα περιβάλλον με συμπιεσμένο περιθώριο κέρδους χρειάζονται ακριβή και έγκαιρα δεδομένα, να γνωρίζουν τα ποσοστά αποζημίωσης που δικαιούνται μέσα από τη σχετική σύμβαση.
Οι φαρμακοποιοί, με την υποστήριξη ορισμένων πληρωτών που έχουν ενστερνιστεί έναν ρόλο «παρόχου», θέλουν να χρησιμοποιήσουν την πολυετή εκπαίδευση και εκπαίδευσή τους δίπλα στους γιατρούς για να κάνουν περισσότερα για τους ασθενείς πέρα από τις περιστασιακές συμβουλές και τη συμπλήρωση συνταγών. Ωστόσο, οι φαρμακοποιοί αγωνίζονται να καταλάβουν τι είδους αποζημίωση μπορεί να είναι διαθέσιμη σε αυτούς από τους πληρωτές και ποιες υπηρεσίες μπορεί να είναι βιώσιμες.
Τα φαρμακεία πρέπει να γνωρίζουν ότι οι υπηρεσίες που προσφέρουν είναι βιώσιμες και αποζημιώσιμες, ενώ εξυπηρετούν τις ανάγκες της κοινότητας των ασθενών που διαφορετικά μπορεί να πέσουν στο κενό περίθαλψης που διευρύνεται από την έλλειψη ιατρών.
Σε αυτό το περιβάλλον στις ΗΠΑ έχουν αναπτυχθεί εργαλεία που επιτρέπουν στον κάθε φαρμακοποιό να μπορεί να παρακολουθεί το πως θα πρέπει να κινηθεί στο πλαίσιο υλοποίησης των όρων μίας σύμβασης κι εάν αυτή τελικά τον εξυπηρετεί στο να δημιουργήσει υγιή επιχείρηση με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Με αυτόν τον τρόπο, επιτρέπεται στους φαρμακοποιούς συνολικά να συνεχίσουν να είναι βασικοί πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης, καλύπτοντας παράλληλα τα κενά φροντίδας και επιτρέποντας καλύτερη πρόσβαση σε όλους.