Σύμφωνα με έρευνα, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα κατά την εγκυμοσύνη ενδέχεται να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο προώρου τοκετού.

Τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ( ΣΜΝ ) αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία λοιμώξεων που μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή και μπορεί να οφείλονται σε βακτηρίδια, μύκητες, πρωτόζωα, παράσιτα και ιούς. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, κάθε μέρα καταγράφονται περισσότερο από ένα εκατομμύριο κρούσματα σεξουαλικά μεταδιδόμενων λοιμώξεων, με πιο διαδεδομένες λοιμώξεις εκείνες που προκαλούνται από τα χλαμύδια, τη γονόρροια (ή βλεννόρροια), τη σύφιλη και τις τριχομονάδες.

Ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Τέξας εξέτασε τα πιστοποιητικά γέννησης από συνολικά 14 εκατομμύρια εγκύους. Οι γυναίκες που θα συμμετείχαν στην έρευνα θα έπρεπε να έχουν τουλάχιστον 1 τοκετό και να υπήρχαν δεδομένα σχετικά με την εβδομάδα της κύησης που γέννησαν. Η μέση ηλικία τους ήταν τα 29 έτη. Το 3.3% των γυναικών είχαν ιστορικό προώρου τοκετού, το 58.3% δεν είχαν ιστορικό, ενώ για το 38% ήταν ο πρώτος τοκετός. Για τις υπόλοιπες δεν υπήρχαν δεδομένα.

Περίπου το 2% των γυναικών είχαν χλαμύδια, το 0.3% είχαν γονόρροια, ενώ το 0.1% είχε σύφιλη. Τα ποσοστά και των τριών παραπάνω σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων ήταν υψηλότερα στις γυναίκες κάτω των 25 ετών, στις γυναίκες με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, στις καπνίστριες και στις γυναίκες που δεν είχαν παντρευτεί.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης διαπιστώθηκε ότι, η διάγνωση σύφιλης συνδέεται με 17% αυξημένο κίνδυνο προώρου τοκετού, η γονόρροια με 11% αυξημένο κίνδυνο και τα χλαμύδια με 3% αυξημένο κίνδυνο.

Σχεδόν το 10% του συνόλου των τοκετών στην έρευνα ήταν πρόωροι, γεγονός που, σύμφωνα με τους ερευνητές, προκαλεί ανησυχία καθώς τα ποσοστά της παραπάνω επιπλοκής παρουσιάζουν συνεχής αύξηση τα τελευταία χρόνια. Οι περισσότερες έρευνες μέχρι σήμερα δεν είχαν εξετάσει τη σύνδεση ανάμεσα στα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και τον κίνδυνο προώρου τοκετού.

Ένας περιορισμός της παρούσας ανάλυσης ήταν ότι βασίστηκε σε δεδομένα παρατήρησης καθώς και το γεγονός ότι δεν είχε δεδομένα για τις θεραπείες που λάμβαναν οι γυναίκες για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα από τα οποία έπασχαν.

Σύμφωνα με την επικεφαλής της έρευνας Dr.Emily Adhikari, « ακόμα δεν έχουμε κατανοήσει πλήρως μέσω ποιου μηχανισμού τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα αυξάνουν τον κίνδυνο προώρου τοκετού και πόσο αποτελεσματικές είναι οι θεραπείες των ΣΜΝ στην πρόληψη της παραπάνω επιπλοκής. θα πρέπει να γίνουν τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες προκειμένου να διαπιστωθεί ο μηχανισμός με τον οποίο η σύφιλη, η γονόρροια και τα χλαμύδια μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο προώρου τοκετού, κάτι που δεν είναι εύκολα εφικτό. Επίσης, αν δεν γνωρίζουμε τι θεραπείες έπαιρναν οι γυναίκες που γέννησαν πρόωρα, δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιήσουμε τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης για να ξεκινήσουμε κλινικές μελέτες».

Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Network Open.

Share.
Exit mobile version