Τι αλλαγές πρέπει να γίνουν στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του υπ. Δικαιοσύνης

Την πλήρη αντίθεση της με την υποχρεωτική ιατροδικαστική διερεύνηση σε όλα τα περιστατικά θανάτων ανηλίκων, θανάτων που σχετίζονται άμεσα με χειρουργικές επεμβάσεις, περιγεννητικών θανάτων και θανάτων σε οίκους ευγηρίας, ανεξαρτήτως υποκείμενης και γνωστής παθολογίας, έτσι όπως αυτή προβλέπεται στο υπό διαβούλευση αναρτηθέν νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, εκφράζει η Καθηγήτρια Ιατροδικαστικής, ΕΚΠΑ, Σταυρούλα Παπαδόδημα, επισημαίνοντας ότι η ως άνω παράγραφος θα πρέπει να εκλείψει ή να αντικατασταθεί και να εναρμονιστεί με τις ευρωπαϊκές συστάσεις.

Όπως αναφέρει στο DailyPharmaNews , σύμφωνα με το επίμαχο άρθρο, (40 παρ. 3) θα πρέπει να πραγματοποιείται στις προαναφερόμενες περιπτώσεις ιατροδικαστική διερεύνηση, «ακόμη και όταν το ιατρικό ιστορικό (κακοήθειες, ανίατες νόσοι, σοβαρές λοιμώξεις, μακρόχρονες νοσηλείες, θανατηφόρες ασθένειες κ.λπ.) δικαιολογεί πλήρως τον θάνατο». Η νεκροτομή δεν είναι μια διαδικασία που μπορεί να διενεργείται άκριτα και μαζικά, χωρίς να υπάρχει σαφής λόγος για τη διενέργειά της, τονίζει η καθηγήτρια Ιατροδικαστικής, για να επισημάνει στη συνέχεια ότι, η χωρίς αιτιολόγηση διενέργεια νεκροτομής (δηλαδή όταν υπάρχει σαφές ιατρικό ιστορικό) σε άτομα οποιασδήποτε ηλικίας, συνιστά προσβολή για το νεκρό σώμα και προκαλεί αδικαιολόγητη ψυχική ταλαιπωρία στην οικογένεια, ειδικά όταν η ίδια δεν το επιθυμεί.

Σε ποιες περιπτώσεις διενεργείται υποχρεωτικά ιατροδικαστική διερεύνηση

«Στη Σύσταση του Συμβουλίου των Υπουργών των κρατών-μελών για την εναρμόνιση των κανόνων των ιατροδικαστικών πράξεων, οι περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται ότι πρέπει να πραγματοποιείται ιατροδικαστική διερεύνηση είναι οι εξής: ανθρωποκτονίας ή υπόνοιας ανθρωποκτονίας, αιφνίδιου θανάτου, παραβίασης των ανθρώπινων δικαιωμάτων (όπως βασανιστήρια ή οποιασδήποτε μορφής κακή μεταχείριση), αυτοκτονίας ή υπόνοιας αυτοκτονίας, υπόνοιας ιατρικής αμέλειας, ατυχημάτων (είτε με τα μέσα μεταφοράς είτε στον επαγγελματικό χώρο είτε στο οικιακό περιβάλλον), επαγγελματικών νοσημάτων και ατυχημάτων, τεχνολογικών ή περιβαλλοντικών καταστροφών, θανάτων στις φυλακές ή σε περιστατικά που σχετίζονται με ενέργειες της αστυνομίας ή του στρατού, μη ταυτοποιημένων πτωμάτων ή σκελετών».

Προς επίρρωση των προαναφερθέντων η καθηγήτρια υπενθυμίζει την αντιπαράθεση που έχει προκύψει στο πλαίσιο της δίκης για την έφεση της επίθεσης στη Νίκαια, «όπου το γαλλικό κράτος κατηγορείται για καταχρηστικές λήψεις οργάνων από θύματα της τρομοκρατικής επίθεσης της 14ης Ιουλίου 2016, στο πλαίσιο της ιατροδικαστικής διερεύνησης. Οι καταγγέλλοντες υποστηρίζουν ότι οι συγκεκριμένες λήψεις δεν αιτιολογούνταν από ιατροδικαστικές ανάγκες ή από ιατρικούς λόγους (όπως για μεταμοσχεύσεις) και ζητούν αποζημιώσεις».

Προσωπικό και υποδομές δεν επαρκούν ήδη για τόσες νεκροτομές

Η κυρία Παπαδόδημα υπογραμμίζει ότι σε καμία χώρα στον κόσμο δεν ακολουθείται η τακτική της μαζικής ιατροδικαστικής διερεύνησης, π.χ., βάσει ηλικιακής ομάδας. «Στη Γαλλία, για παράδειγμα, υπάρχει πρωτόκολλο διερεύνησης των βρεφικών και παιδικών θανάτων ηλικίας κάτω των δύο ετών από το Υπουργείο Υγείας, ήδη από το 2007. Ωστόσο, αυτό αφορά αποκλειστικά αιφνίδιους θανάτους, δηλαδή περιπτώσεις όπου το ιατρικό ιστορικό δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει την επέλευση του θανάτου. Στις επιλεγμένες περιπτώσεις που απαιτείται ιατροδικαστική διερεύνηση, το πρωτόκολλο είναι εξονυχιστικό, περιλαμβάνει πολλαπλές εξετάσεις, και προϋποθέτει τη συνεργασία ειδικών από διάφορους επιστημονικούς τομείς. Για αυτόν τον λόγο, η διερεύνηση δεν μπορεί να γίνεται μαζικά, αλλά όταν είναι απαραίτητη».

Σύμφωνα με την καθηγήτρια, η υπερφόρτωση των φορέων που πραγματοποιούν ιατροδικαστικές πράξεις, ελλείψει σταθμισμένης επιλογής, θα έχει αναπόφευκτα αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα διερεύνησης κάθε περιστατικού. «Παρόμοια υπερφόρτωση θα υπάρξει και στους φορείς που διενεργούν τις προανακριτικές πράξεις. Ο στόχος δεν είναι η συλλήβδην «διερεύνηση» περιστατικών, ανεξαρτήτως υποκείμενης παθολογίας, αλλά η σε βάθος και ορθή διερεύνηση περιστατικών αιφνίδιων και βίαιων θανάτων. Το υπάρχον προσωπικό και οι διαθέσιμες υποδομές (νεκροτομεία και εργαστήρια) δεν επαρκούν τη δεδομένη χρονική στιγμή για να ανταποκριθούν, ούτε στα περιστατικά που η ανάγκη ιατροδικαστικής τους διερεύνησης είναι αδιαμφισβήτητη. Άλλωστε υπάρχουν σοβαρά προβλήματα και ελλείψεις στο Νεκροτομείο Αθηνών, καθώς και αδυναμία πρόσβασης σε παθολογοανατόμους στην Περιφέρεια για την εξέταση νεκροτομικού υλικού, αφού λόγω ανεπαρκούς χρηματοδότησης υπάρχει επικρεμάμενη αδυναμία λειτουργίας βασικών Πανεπιστημιακών Εργαστηρίων».

Τα βασικά ζητήματα που πρέπει να ληφθούν υπόψιν πριν αλλάξει η νομοθεσία

Καταλήγοντας η κ Παπαδόδημα τονίζει ότι θέματα που θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν είναι:

«1. Η διεύρυνση της έννοιας της ιατροδικαστικής διερεύνησης: Η ιατροδικαστική εξέταση δεν πρέπει να ταυτίζεται αποκλειστικά με τη διενέργεια νεκροτομής. Σε αρκετές χώρες, η εξωτερική εξέταση σε συνδυασμό με τον έλεγχο ιατρικών εγγράφων θεωρείται επαρκής σε αρκετές περιπτώσεις.

2. Η αναβάθμιση υποδομών και στελέχωση προσωπικού: Πριν από την εφαρμογή οποιασδήποτε νέας νομοθεσίας, είναι απαραίτητη η αναβάθμιση των υφιστάμενων υποδομών και η στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό. Αυτό πρέπει να γίνει στο πλαίσιο των τριών βασικών αξόνων της Ιατροδικαστικής στη χώρα μας: α) Ιατροδικαστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης, β) Νοσοκομεία του Εθνικού Συστήματος Υγείας, και γ) Εργαστήρια Ιατροδικαστικής των Πανεπιστημίων.

3. Διαβούλευση και συστηματική μελέτη: Η προσέγγιση του θέματος απαιτεί λεπτομερή μελέτη και ευρεία διαβούλευση μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Η υιοθέτηση διεθνών βέλτιστων πρακτικών αποτελεί κρίσιμο βήμα για την αποτελεσματική εναρμόνιση και βελτίωση του συστήματος».

Share.
Exit mobile version