ΥΓΕΙΑ & ΕΥΕΞΙΑ

Καταλυτική για την υγεία η ομιλία Στουρνάρα

Καταλυτική για την υγεία η ομιλία Στουρνάρα

Όλα τα δεδομένα μπροστά στα μάτια τους μετά την ομιλία του Γιάννη Στουρνάρα για την οικονομία και την φαρμακοβιομηχανία

 

Εκτενής για την οικονομία της χώρας ήταν η χθεσινοβραδυνή ομιλία του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα σε εκδήλωση του ΣΦΕΕ. Στο μέρος της ομιλίας του, που αναφέρθηκε ειδικά στα ζητήματα της φαρμακοβιομηχανίας, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε σχετικά με τις δαπάνες υγείας και φαρμάκου ότι, «στην Ελλάδα, το 60% των δαπανών για την υγεία χρηματοδοτείται από τη γενική κυβέρνηση και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης (περίπου 5% του ΑΕΠ). Η συνολική δαπάνη υγείας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, παραμένει κάτω από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Το 2015, η συνολική ιδιωτική και δημόσια δαπάνη για την υγεία ήταν περίπου 14,4 δισ. ευρώ (8,2% του ΑΕΠ). Σε σύγκριση με το 2009, αυτό αντιπροσωπεύει μία πτώση πάνω από 35%, τη μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η φαρμακευτική δαπάνη, μαζί με τα άλλα ιατρικά προϊόντα, υπέστησαν τη μεγαλύτερη μείωση σε σχέση με τις υπόλοιπες δαπάνες υγείας την περίοδο 2009-2014».

Και επισήμανε για την αγορά φαρμάκου: «Η αγορά φαρμάκου, αν και υποσύνολο των συνολικών δαπανών υγείας, αποτελεί ένα σημαντικό τμήμα του τομέα υγείας. Η φαρμακευτική δαπάνη έφτασε στο πιο υψηλό ποσοστό το 2011 (34,8% της συνολικής δαπάνης για την υγεία) και από τότε βρίσκεται σε πτωτική τάση, καταλαμβάνοντας το 28,4% της συνολικής δαπάνης για την υγεία το 2014. Από το 2012 και έπειτα, η μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης είναι τέτοια που δεν επιτρέπει την κάλυψη των αναγκών των ασθενών από το κράτος, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη μετατόπιση κάλυψης των αναγκών στον ιδιωτικό τομέα. Αν και ο μέσος όρος μηνιαίας δαπάνης ανά νοικοκυριό για την υγεία το 2014 παρουσίασε μείωση κατά 21% σε απόλυτα μεγέθη σε σχέση με το 2009, το ποσοστό των δαπανών αυτών στο σύνολο των δαπανών του νοικοκυριού είναι υψηλότερο από το 2009, αντανακλώντας τόσο τη μειωμένη αγοραστική αξία των νοικοκυριών όσο και την αυξημένη συμμετοχή των ασθενών στη δαπάνη του φαρμάκου».

ΣΕ ό,τι αφορά την πλευρά της προσφοράς, δηλαδή την παραγωγή και τη διάθεση των φαρμάκων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος είπε ότι «η εγχώρια αγορά φαρμάκου παρουσιάζει χαμηλή συγκέντρωση, χωρίς κάποια ιδιαίτερη τάση μεταβολής τα τελευταία χρόνια. Οι δέκα μεγαλύτερες, με κριτήριο τις πωλήσεις, φαρμακευτικές εταιρίες συγκεντρώνουν πάνω από το 50% της αγοράς. Υψηλότερο βαθμό συγκέντρωσης παρουσιάζουν οι φαρμακαποθήκες και οι φαρμακευτικοί συνεταιρισμοί. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τρίτης εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ, ο κλάδος των φαρμάκων αποτελεί έναν από τους πλέον ρυθμιζόμενους υποκλάδους τόσο της παραγωγής όσο και της μεταποίησης. Για λόγους προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, πολιτικής υγείας αλλά και των δημοσιονομικών δεσμεύσεων για την περιστολή της κρατικής φαρμακευτικής δαπάνης, η 3η εργαλειοθήκη δεν εξέτασε τα προβλήματα του κλάδου, που απορρέουν από τις διατάξεις για τη συνταγογράφηση, τη διεξαγωγή των κλινικών μελετών, τους διαγωνισμούς δημόσιας υγείας, τη διαδικασία τιμολόγησης των συνταγογραφούμενων φαρμάκων και της αλιστικής τιμής και αποζημίωσης των φαρμακευτικών προϊόντων, παρόλο που από τους παράγοντες της αγοράς αναγνωρίστηκε ότι αποτελούν βασικές παραμέτρους, που ορίζουν το επίπεδο, το είδος και την ένταση του ανταγωνισμού, μεταξύ των δραστηριοποιούμενων επιχειρήσεων στον κλάδο. Ωστόσο, διατυπώθηκαν σημαντικότατες συστάσεις, που αναμένεται να επηρεάσουν καταλυτικά την αγορά του φαρμάκου στη χώρα».

Όπως τόνισε ο κ. Στουρνάρας, ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου, στη διαμόρφωση του συνολικού εξωτερικού εμπορίου της χώρας, είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Οι εισαγωγές και οι εξαγωγές φαρμάκων το 2016 ανήλθαν σε 3,42 δισ. ευρώ και 1,85 δισ. ευρώ αντιστοίχως. Σε σχέση με το 2015, οι εισαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων παρουσίασαν αύξηση κατά 6,3%, ενώ οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,2%, με αποτέλεσμα το έλλειμμα να αυξηθεί κατά 1,3%, ενώ, σε απόλυτα μεγέθη, διαμορφώθηκε στα 1,57 δισ. ευρώ, έναντι 1,39 δισ. ευρώ το 2015. Από το σύνολο των εισαγωγών φαρμάκων στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του 2016, το 86,2% προέρχεται από τις χώρες της ΕΕ και το 74% από τις χώρες της ευρωζώνης.

Παρόμοια εικόνα παρατηρείται και στις εξαγωγές, με το 85% των ελληνικών εξαγωγών φαρμάκων να κατευθύνεται στην ΕΕ και το 60,8% στη ζώνη του ευρώ. Οι 10 πρώτοι προορισμοί των ελληνικών εξαγωγών φαρμάκων αφορούν αποκλειστικά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο κυριότερος προορισμός είναι η Γερμανία, σε μεγάλη απόσταση από το Ηνωμένο Βασίλειο που ακολουθεί στη δεύτερη θέση. Τέλος, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές φαρμάκων βρίσκονται σταθερά μέσα στην πρώτη πεντάδα των κλάδων με τις υψηλότερες εξαγωγές».

Και κατέληξε λέγοντας: «Ο κλάδος των φαρμάκων αποτελεί σημαντικό κλάδο της οικονομίας με πλεονεκτήματα αλλά και με αδυναμίες, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Βασική προϋπόθεση είναι η συνεργασία της φαρμακευτικής βιομηχανίας με το κράτος, για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου στήριξης της επιχειρηματικότητας και την προσέλκυση νέων επενδύσεων στον κλάδο. Στόχος είναι η Ελλάδα να αναδειχθεί σε κέντρο διεξαγωγής κλινικών μελετών και σε βασικό προορισμό ιατρικών συνεδρίων και ιατρικού τουρισμού. Οι κλινικές μελέτες, ως ένας τομέας στρατηγικής ανάπτυξης, είναι σε θέση να προσφέρουν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην ελληνική οικονομία, συμβάλλοντας στην απασχόληση εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού και στη δημιουργία προϋποθέσεων για αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας στο μέλλον. Ο εγχώριος φαρμακευτικός κλάδος μπορεί να συμμετάσχει τόσο άμεσα όσο και έμμεσα (υποστηρικτικά) σε αυτές τις δραστηριότητες».