ΥΓΕΙΑ & ΕΥΕΞΙΑ

ΠΟΥ: Ανεπαρκής η ανάπτυξη αντιβιοτικών για να αντιμετωπίσει την παγκόσμια απειλή αντιμικροβιακής αντοχής

ΠΟΥ: Ανεπαρκής η ανάπτυξη αντιβιοτικών για να αντιμετωπίσει την παγκόσμια απειλή αντιμικροβιακής αντοχής

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) δημοσίευσε μια έκθεση –με τίτλο: Antibacterial agents in clinical development- που αναφέρει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών δε συμβαδίζει με τον αυξανόμενο επιπολασμό της αντιμικροβιακής αντοχής, με άμεσο κίνδυνο την ανικανότητα να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη ανάγκη κάλυψης των ασθενών έναντι επικίνδυνων παθογόνων.

 Από τη Ρούλα Σκουρογιάννη

 

Η έκθεση που εκπονήθηκε από μια ομάδα ειδικών προειδοποιεί ότι αναμένονται μόλις 10 νέα αντιβιοτικά να φτάσουν στην αγορά τα επόμενα πέντε χρόνια, πολύ κάτω από το στόχο που επιβάλλει η αυξανόμενη απειλή. Τα περισσότερα από τα φάρμακα αυτά είναι τροποποιήσεις των υπαρχουσών κατηγοριών αντιβιοτικών και είναι μόνο βραχυπρόθεσμες λύσεις. Η έκθεση βρήκε πολύ λίγες πιθανές θεραπευτικές επιλογές για εκείνες τις μολύνσεις που είναι ανθεκτικές στα αντιβιοτικά, οι οποίες χαρακτηρίζονται από τον ΠΟΥ ως οι μεγαλύτερες απειλές για την υγεία, συμπεριλαμβανομένης της ανθεκτικής στα φάρμακα φυματίωσης, η οποία σκοτώνει περίπου 250 000 ανθρώπους κάθε χρόνο.

 Εκτός από την ανθεκτική φυματίωση, ο ΠΟΥ έχει εντοπίσει 12 κατηγορίες παθογόνων προτεραιότητας -ορισμένες από αυτές προκαλούν κοινές λοιμώξεις όπως η πνευμονία ή οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος- που είναι ολοένα και πιο ανθεκτικές στα υπάρχοντα αντιβιοτικά και χρειάζονται επειγόντως νέες θεραπείες. Μεταξύ αυτών και η (μερικές φορές θανατηφόρος) λοίμωξη από το Clostridium difficile, ένα Gram-θετικό βακτήριο που παράγει μεγάλο αριθμό τοξινών και προσβάλλει πιο συχνά ενήλικες που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία και μονάδες μακροχρόνιας περίθαλψης που λαμβάνουν αντιβιοτικά, να και πρόσφατες μελέτες δείχνουν αυξημένα ποσοστά μόλυνσης και σε νέα υγιή άτομα χωρίς προηγούμενο ιστορικό χρήσης αντιβιοτικών ή νοσηλείας σε νοσοκομεία.

 Συνολικά, αναπτύσσονται 51 νέα αντιβιοτικά, μερικά από τα οποία είναι συνδυασμένες θεραπείες, ενώ άλλα είναι ήδη δοκιμασμένα σε κλινικές έρευνες. Μεταξύ των 51 νέων αντιβιοτικών, περιλαμβάνονται 11 βιολογικά φάρμακα, τα οποία οι εμπειρογνώμονες του ΠΟΥ πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να παράσχουν μια λύση θεραπείας για σοβαρή βακτηριακή λοίμωξη.

Μεταξύ όλων αυτών των υποψήφιων φαρμάκων, ωστόσο, μόνο 8 χαρακτηρίζονται από τον ΠΟΥ ως καινοτόμες θεραπείες που θα προσδώσουν αξία στο σημερινό οπλοστάσιο αντιβιοτικής θεραπείας.

 

Η ανησυχία προκύπτει για το αν αυτά τα φάρμακα μπορούν να αντιμετωπίσουν τους gram-αρνητικούς παθογόνους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των Acinetobacter και Enterobacteriaceae (όπως Klebsiella και E.coli) που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές και συχνά θανατηφόρες λοιμώξεις που δημιουργούν ιδιαίτερο απειλή σε νοσοκομεία και ιδρύματα φιλοξενίας ηλικιωμένων. Υπάρχουν επίσης πολύ λίγα από του στόματος αποτελεσματικά αντιβιοτικά, ωστόσο αυτά είναι απαραίτητα σκευάσματα για τη θεραπεία λοιμώξεων εκτός νοσοκομείων.

 

Μόνο 12 από τα 51 νέα αντιβιοτικά που αναπτύσσονται είναι ενεργά έναντι αυτών των παθογόνων υψηλής προτεραιότητας, ενώ μόνο δύο μπορούν να σκοτώσουν περισσότερα από ένα από αυτά.

 «Η αντιμικροβιακή αντοχή είναι μια παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την υγεία που θα διακινδυνεύσει σοβαρά την πρόοδο της σύγχρονης ιατρικής», δήλωσε ο Δρ Tedros Adhanom Ghebreyesus, Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, προσθέτοντας ότι υπάρχει «επείγουσα ανάγκη για περισσότερες επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη για μολύνσεις ανθεκτικές στα αντιβιοτικά συμπεριλαμβανομένης της φυματίωσης, διαφορετικά θα αναγκασθούμε να επιστρέψουμε σε μια εποχή που οι άνθρωποι φοβούνται τις κοινές λοιμώξεις και διακινδυνεύουν τη ζωή τους από μικρές χειρουργικές επεμβάσεις».

 Για να αντιμετωπιστεί αυτή η απειλή, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και η Πρωτοβουλία Φάρμακα για τις Παραμελημένες Νόσους (Drugs for Neglected Diseases Initiative - DNDi) δημιούργησαν την Global Antibiotic Research and Development Partnership (γνωστή ως GARDP). Στις 4 Σεπτεμβρίου 2017, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Νότια Αφρική, η Ελβετία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Βόρεια Ιρλανδία δεσμεύτηκαν να διαθέσουν περισσότερα από 56 εκατομμύρια ευρώ για το έργο αυτό.

 «Η έρευνα για τη φυματίωση είναι σοβαρά ανεπαρκής, με μόνο δύο νέα αντιβιοτικά για την αντιμετώπιση της ανθεκτικής σε φάρμακα φυματίωσης να έχουν φτάσει στην αγορά εδώ και πάνω από 70 χρόνια», λέει ο Δρ Mario Raviglione, Διευθυντής του Παγκόσμιου Προγράμματος Φυματίωσης του ΠΟΥ. «Αν θέλουμε να τερματίσουμε τη φυματίωση, απαιτούνται επειγόντως περισσότερα από 800 εκατομμύρια δολάρια, ετησίως, για τη χρηματοδότηση της έρευνας για νέα αντιφυματικά φάρμακα».

 Ωστόσο, δεν επαρκούν μόνο οι νέες θεραπείες για την καταπολέμηση της απειλής της μικροβιακής αντοχής. Ο ΠΟΥ συνεργάζεται με χώρες και εταίρους για τη βελτίωση της πρόληψης και του ελέγχου των λοιμώξεων και για την προώθηση της κατάλληλης χρήσης των υφιστάμενων και μελλοντικών αντιβιοτικών. Ο ΠΟΥ συνιστά, επίσης, με οδηγίες του την υπεύθυνη χρήση αντιβιοτικών στον ανθρώπινο, ζωικό και γεωργικό τομέα.