Η Ελισσάβετ Δερβενιωτάκη δίνει τις απαντήσεις –που δεν έδωσε ο Γ.Γ. του Π.Ι.Σ.- σχετικά με τον εμβολιασμό στα φαρμακεία
Με τα όσα αναφέρει στο DailyPharmanNews η τέως Πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Koζάνης δημιουργεί το εύλογο ερώτημα γιατί στην Ελλάδα αμφισβητείται κάτι που με επιτυχία εφαρμόζεται σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου και συνεχώς επεκτείνεται;
Από τον Χαράλαμπο Πετρόχειλο
Ξεκινά αύριο 15 Οκτωβρίου και επίσημα η περίοδος του αντιγριπικού εμβολιασμού σύμφωνα με τα όσα έχει ορίσει η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών και δυστυχώς για μία ακόμη φορά, και παρά το γεγονός ότι από το 2019 και επίσημα οι φαρμακοποιοί έχουν το δικαίωμα και βάσει νόμου να κάνουν αυτό που εδώ και δεκαετίες έκαναν, να προβαίνουν δηλαδή στη διενέργεια του αντιγριπικού εμβολιασμού σε μία εποχή μάλιστα που σε διεθνές επίπεδο υπάρχει η τάση όλο και περισσότερα εμβόλια να γίνονται στα φαρμακεία, στην Ελλάδα υπάρχει ακόμη μία αντιπαράθεση γιατρών και φαρμακοποιών με τους πρώτους να θεωρούν ότι ο εμβολιασμός είναι ιατρική πράξη.
Με αφορμή την αντιπαράθεση του Προέδρου του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου κ. Απόστολου Βαλτά και του Γενικού Γραμματέα του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου κ. Γιώργου Ελευθερίου, κατά τη διάρκεια του Εvidence Based Healtcare online Conference που πραγματοποιήθηκε στις 8 και 9 Οκτωβρίου (δες εδώ), το DailyPharmaNews απευθύνθηκε σ’ έναν από τους ανθρώπους που έχει ασχοληθεί πολύ με το ζήτημα των εμβολιασμών –και στη συγκεκριμένη περίπτωση του αντιγριπικού εμβολιασμού- και έχει μία καλή εικόνα για το τι συμβαίνει στην Ευρώπη και στον κόσμο.
Η κ. Ελισσάβετ Δερβενιωτάκη, τέως Πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Κοζάνης η οποία –από κοινού με τον συνάδελφό της κ. Κώστα Βαρδιάμπαση Πρόεδρο του Φαρμακευτικού Συλλόγου Ρεθύμνου- είχε παρουσιάσει μία πολύ ενδιαφέρουσα επισκόπηση του ρόλου και της συμβολής του φαρμακοποιού στον αντιγριπικό εμβολιασμό σε παγκόσμιο επίπεδο, κατά τη διάρκεια του 4ου Πανθεσσαλικού Συνεδρίου, τον Νοέμβριο του 2018 (δες εδώ), ουσιαστικά επανέλαβε αυτό που ως επιχείρημα επικαλέστηκε ο πρόεδρος του ΠΦΣ κ. Βαλτάς απέναντι στον κ. Ελευθερίου, χωρίς ωστόσο να πάρει ποτέ απάντηση. Ότι ο εμβολιασμός στα φαρμακεία είναι μία πρακτική που όχι μόνο γίνεται αλλά διαρκώς κερδίζει έδαφος.
Όπως ανέφερε η κ. Δερβενιωτάκη, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα σε 14 χώρες μπορούν να προβούν σύμφωνα με το νόμο οι φαρμακοποιοί σε αντιγριπικό εμβολιασμό ενώ σε συνολικά 20 χώρες είναι νόμιμο να γίνεται ο εμβολιασμός στο φαρμακείο είτε από φαρμακοποιό είτε από νοσηλευτή.
Στην Ιρλανδία ήδη η πραγματοποίηση του αντιγριπικού εμβολιασμού από φαρμακοποιούς έχει νομιμοποιηθεί από το 2011. Από τότε, όπως αναφέρει η κ. Δερβενιωτάκη «τα ποσοστά του πληθυσμού κάθε χρόνο που προέβαιναν και προβαίνουν σε αντιγριπικό εμβολιασμό εκτοξεύτηκαν, σχεδόν έχουν δεκαπλασιαστεί. Μάλιστα το καλό είναι ότι τα ποσοστά των ατόμων που κάνουν το αντιγριπικό εμβόλιο αυξήθηκαν όχι μόνο στα φαρμακεία αλλά και στα ιατρεία των γενικών γιατρών. Σε αυτό βοήθησαν πάρα πολύ οι εκστρατείες ενημέρωσης που πραγματοποιήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια μέσα από τα φαρμακεία, καθώς οι φαρμακοποιοί έχουν το προνόμιο ως η πρώτη πόρτα του υγειονομικού συστήματος, να έρχονται σε επαφή καθημερινά με πάρα πολύ κόσμο και να μπορούν να το ενημερώσουν για διάφορα θέματα υγείας, όπως για παράδειγμα είναι η σημασία του αντιγριπικού εμβολιασμού, ειδικά για τις ευπαθείς ομάδες πληθυσμού».
Στην Αγγλία, ο εμβολιασμός στο φαρμακείο έχει ενταχθεί στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού από το 2013 και αποζημιώνεται από το Εθνικό σύστημα υγείας. Και πιο παλιά μπορούσε να γίνει το αντιγριπικό εμβόλιο στο φαρμακείο απλά έπρεπε να πληρώσει ο ασφαλισμένος τη χορήγησή του.
Στις ΗΠΑ από το 1996 και έπειτα ξεκίνησε η εκπαίδευση των φαρμακοποιών και φτάσανε σταδιακά μέσα σε μία δεκαετία τους 280.000 να είναι εκπαιδευμένοι για να εμβολιάζουν και στις 50 πολιτείες.
Το γενικό πλαίσιο σε όλες τις χώρες που εμβολιάζουν φαρμακοποιοί σύμφωνα με την κ. Δερβενιωτάκη είναι το εξής: Οι φαρμακευτικοί σύλλογοι, εθνικοί και τοπικοί, καταρχήν οργανώνουν την εκπαίδευση των φαρμακοποιών στον αντιγριπικό εμβολιασμό, εκπαίδευση που είναι υποχρεωτική για να μπορεί ο φαρμακοποιός να προβεί νόμιμα στη διενέργεια της πράξης. Επίσης διοργανώνουν εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού για τον αντιγριπικό εμβολιασμό, ενώ οι φαρμακοποιοί ως υπεύθυνοι επαγγελματίες υγείας είναι υποχρεωμένοι να τηρούν αρχείο εμβολιασμών, το οποίο είναι κάτι πολύ καλό και ξεκίνησε να εφαρμόζεται πλέον και στη χώρα μας. Τέλος στις περισσότερες από αυτές τις χώρες που οι φαρμακοποιοί προβαίνουν σε αντιγριπικό εμβολιασμό υπάρχει οργανωμένο σύστημα αποκομιδής και απόρριψης συρίγγων, βελονών και γενικά του υλικού που χρησιμοποιείται για τον εμβολιασμό με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.
Η κ. Δερβενιωτάκη υπενθυμίζει επίσης ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του προηγούμενου Επιτρόπου Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων κ. Vytenis Andriukaitis είχε υποστηρίξει επίσημα το ρόλο του φαρμακοποιού και ως συμβούλου υγείας αλλά και ως επαγγελματία υγείας που μπορεί να διενεργεί εμβολιασμούς ενώ γενικότερα είχε υποστηριχθεί ότι οποιοσδήποτε επιστήμονας υγείας βοηθά στην πρόληψη της ασθένειας μέσω των εμβολιασμών λειτουργεί προς όφελος της κοινωνίας μας».
Προσωπικά η ίδια η κ. Δερβενιωτάκη διευκρινίζει ότι «σίγουρα δεν είναι η πρώτη μας εργασία αυτή, εμείς έχουμε σπουδάσει τη φαρμακευτική επιστήμη, αλλά όταν η κοινωνία εξελίσσεται, και το επάγγελμα εξελίσσεται. Τη στιγμή που είμαστε οι πλέον προσβάσιμοι στους πολίτες επαγγελματίες υγείας όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς είναι λογικό να εξυπηρετούμε και στο επίπεδο του εμβολιασμού, ειδικά όταν μιλάμε για ένα ασφαλές εμβόλιο, αδρανοποιημένο με λίγες ανεπιθύμητες ενέργειες. Όπως αναφέρει το SPC του εμβολίου πάρα πολύ σπάνια μπορεί να υπάρχουν ευρείες αλλεργικές αντιδράσεις, περίπου 1 περίπτωση στις 10.000. Επιπλέον οι φαρμακοποιοί έχουν θεσμικά αναγνωριστεί από την πολιτεία ότι μπορούν να αναγνωρίσουν αυτές τις αντιδράσεις ενώ και μέσα από τα προγράμματα παροχής πρώτων βοηθειών που έχουμε κάνει είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε μία τέτοια κατάσταση, στα πλαίσια των ανθρώπινων δυνατοτήτων και του εύρους των γνώσεων που παρέχει το αντικείμενο αυτό».
Πολύ σημαντικό, σημειώνει η κ. Δερβενιωτάκη είναι να αναλογιστεί κανείς τι θα γινόταν στο σύστημα εάν πήγαινε όλος αυτός ο κόσμος που πρέπει να εμβολιαστεί, στα νοσοκομεία για να κάνει το εμβόλιο και όχι στα φαρμακεία, όπως το έκανε πάντοτε. Σε αυτήν την περίπτωση δεν θα εμβολιάζονταν ούτε οι μισοί από αυτούς που κάθε χρόνο εμβολιάζονται. Αυτό θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο για κάποιον που πρέπει να εμβολιαστεί. Αντίθετα τα φαρμακεία βρίσκονται σε κάθε γειτονιά και κάθε χωριό της χώρας, άριστα κατανεμημένα, χάρις στους γεωγραφικούς περιορισμούς στις αδειοδοτήσεις.
Σε ό,τι αφορά πάντως το θέμα των αντιδράσεων των γιατρών η κ. Δερβενιωτάκη εκφράζει την απορία της για ποιο λόγο σε όλες αυτές τις χώρες που εδώ και πολλά χρόνια οι φαρμακοποιοί κάνουν όχι μόνο τον αντιγριπικό αλλά και άλλους εμβολιασμούς δεν υπάρχουν αντιδράσεις αλλά αντίθετα υποστηρίζεται ολοένα και περισσότερο η ορθότητα της διεξαγωγής των εμβολίων στα φαρμακεία; «Γιατί σε χώρες όπως η Αυστραλία που διεξάγεται ο αντιγριπικός εμβολιασμός στα φαρμακεία από τη δεκαετία του 1990 συνεχίζουν να υποστηρίζουν την ορθότητα αυτής της επιλογής» ;
Η απάντηση για εκείνη βρίσκεται όπως λέει «στο ότι πράγματι μία τέτοια επιλογή γίνεται προς όφελος των συστημάτων υγείας και της κοινωνίας.
Ο φαρμακοποιός μπαίνει γενικά σε μία διαδικασία που για να γίνει σωστά είναι χρονοβόρα και μάλιστα φέτος που χρειάζεται να τηρούνται αυστηρές διαδικασίες για την προφύλαξη από την COVID 19 και χρειάζεται ο φαρμακοποιός να φορά γάντια, μάσκα, ποδιά μίας χρήσης, να κάνει χρήση αντισηπτικού, να βάζει οινόπνευμα, βαμβάκι και τσιρότο. Και η διαδικασία να συζητήσεις με τον ασθενή για να διαπιστώσεις εάν πρέπει να τον εμβολιάσεις θέλει το χρόνο του. Παλιά γενικότερα για τον εμβολιασμό υπήρχε η σύσταση να αναβάλλεται εάν ο πολίτης που προσερχόταν για να εμβολιαστεί είχε εμπύρετη νόσο ή οξεία λοίμωξη. Ειδικά φέτος όμως ακόμη και με ελαφρά συμπτώματα, όπως ένας πονόλαιμος, υπάρχει η σύσταση να αναβάλλεται ο εμβολιασμός γιατί υπάρχει ο φόβος του κορωνοϊού. Και βέβαια ούτε η ιατρική γνωμάτευση μας καλύπτει καθώς μπορεί να έχουν μεσολαβήσει πολλές μέρες μεταξύ της στιγμής που ο πολίτης είχε πάει στο γιατρό του και της στιγμής που φτάνει στο φαρμακείο για να εμβολιαστεί. Εμείς σε κάθε περίπτωση πρέπει να ρωτήσουμε τον πολίτη εάν είναι εντάξει ή εάν έχει κάποιο σύμπτωμα που πρέπει να ληφθεί υπόψιν. Στις περιπτώσεις που υπάρχει κάποιο σύμπτωμα του ζητάμε να μιλήσει με τον γιατρό του και να ξαναέρθει μετά από μία εβδομάδα».
Η κ. Δερβενιωτάκη τονίζει πως αυτή η τάση που υπάρχει διεθνώς ο φαρμακοποιός να συμμετέχει ενεργά στα προγράμματα εμβολιασμών και στη διεξαγωγή τους έχει τη λογική της καλύτερης δυνατής εξυπηρέτησης του ασθενή, αυτός είναι στο επίκεντρο. Επισημαίνει δε ως προς αυτό ότι όπου έγιναν έρευνες για το πως ο πολίτης είδε τη διεξαγωγή των εμβολιασμών στα φαρμακεία, παντού το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακά υπέρ αυτής της πολιτικής.
Δυστυχώς τη στιγμή που στη χώρα μας υπάρχει αντιπαράθεση γιατρών – φαρμακοποιών περί της δυνατότητας του φαρμακοποιού να κάνει το αντιγριπικό εμβόλιο, σε άλλες χώρες όπως για παράδειγμα στην Πορτογαλία, μία χώρα του νότου που πέρασε μνημόνια με πληθυσμό παρόμοιο της Ελλάδας ήδη γίνονται περισσότερα από δέκα εμβόλια στα φαρμακεία με τα υπουργεία Υγείας σε όλες αυτές τις χώρες να στηρίζουν απόλυτα αυτήν την πολιτική και διαρκώς να την ενισχύουν.