Της Τάνιας Η. Μαντουβάλου
Υπάρχουν τεράστιες ανισότητες στην κατανομή των εμβολίων στις χώρες του πλανήτη. Η προσωρινή άρση των πατεντών είναι ηθικά και πολιτικά πολύ καλή ιδέα, αλλά δύσκολα μπορεί να αποφέρει τα οφέλη που υπόσχεται, χωρίς ισχυρή πολιτική βούληση και συνεργασία από την φαρμακοβιομηχανία. Η διαπίστωση ανήκει στον Διεθνή Σύμβουλο Πολιτικής, Στρατηγικής και Διπλωματίας της Υγείας, επί σειρά ετών Διευθυντή Πολιτικής Υγείας του Π.Ο.Υ. Ευρώπης και πλέον Επισκέπτη Καθηγητή στο Imperial College του Λονδίνου Άγι Τσουρό. «Οπωσδήποτε η πρόταση για την άρση των πατεντών δεν πρέπει να γίνει άλλοθι άφεσης αμαρτιών των πλούσιων χωρών που έσπευσαν να προμηθευτούν εμβόλια με εμφανή έλλειψη αλληλεγγύης προς στις φτωχότερες χώρες. Συνήθως οι πατέντες φαρμάκων διαρκούν 15-20 χρόνια. Δεν αρκεί μόνο κανείς να έχει την συνταγή παρασκευής των εμβολίων – χρειάζονται τεχνογνωσία αιχμής (ειδικά για τα εμβόλια προηγμένης τεχνολογίας τύπου mRNA) και πρώτες ύλες από πολλές χώρες. Η φαρμακοβιομηχανια ισχυρίζεται πως θα υπάρξουν σοβαρά θέματα ασφάλειας και ποιότητας στα εμβόλια που θα παρασκευαστούν με την άρση των πατεντών, πως θα διαταραχθεί σοβαρά η αλυσίδα παροχής πρώτων υλών και παραγωγής των εμβολίων από τις εταιρείες που δημιούργησαν τα εμβόλια, και πως η άρση θα λειτουργήσει σαν αντι-κίνητρο για μελλοντικές επενδύσεις σε εμβόλια και φάρμακα, σε ανάλογες περιπτώσεις». Όπως αναφέρει ο κ Τσουρός, την ανακοίνωση του Προέδρου Μπάιντεν, ο Π.Ο.Υ. την αποκάλεσε ιστορική, ενώ η αντίδραση των χωρών της ΕΕ ήταν μεικτή. Το εξαιρετικά φιλόδοξο πρόγραμμα COVAX του Π.Ο.Υ. το οποίο αφορά στην εξασφάλιση ικανής ποσότητας εμβολίων προς στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες, δεν είχε μέχρι στιγμής επιτύχει τους στόχους του. Έμεναν πολλά κενά, γιατί οι πλούσιες χώρες έτρεξαν και μπλόκαρα τις παραγγελίες για ίδιον όφελος, σχολιάζει ο καθηγητής Τσουρός.
Στην Ελλάδα η πατρότητα της πρότασης για άρση πατεντών έγινε αντικείμενο πολιτικών κοκορομαχιών
«Στον παγκόσμιο οργανισμό εμπορίου πρωτοστάτησαν η Ινδία και η Νότιος Αφρική, με αυτό το αίτημα. Στην Ελλάδα η πατρότητα της πρότασης για την άρση των πατεντών έγινε αντικείμενο πολιτικών κοκορομαχιών!». Η αλήθεια είναι ωστόσο, επισημαίνει ο καθηγητής, πως το θέμα της άρσης πατεντών φαρμάκων, ειδικά για λόγους υψηλού κόστους, έχει απασχολήσει την διεθνή κοινότητα πολλές φορές, με πιο γνωστό παράδειγμα τα φάρμακα για το AIDS. «Πιστεύω πως η άρση θα μπορούσε να διευκολύνει την παραγωγή των εμβολίων που δημιουργήθηκαν με πιο παραδοσιακές μεθόδους (όπως για παράδειγμα τα εμβόλια της Κίνας) από τρίτες χώρες. Προς την κατεύθυνση της άρσης πατεντών ήδη η AstraZeneca είχε συνάψει συμφωνία με το Serum Institute στην Ινδία, για την παραγωγή του εμβολίου της εκεί, εθελοντικά». Το θέμα είναι στη βάση του ηθικό και πολιτικό με τεράστιες πρακτικές διαστάσεις. Η πρόκληση παραμένει να εμβολιαστεί ο πλανήτης γιατί «κανείς δεν θα είναι ασφαλής αν όλοι δεν είναι ασφαλείς» (Π.Ο.Υ.).
Η πανδημία δεν περιορίζεται μόνο σε ηλικιωμένους και ευπαθείς
Όπως αναφέρει στο DailyPharmaNews ο καθηγητής του Imperial, η πανδημία, μας έδειξε πόσο εύθραυστος και απροετοίμαστος ήταν ο κόσμος. Αναδείχθηκε η ελλιπής εφαρμογή του διεθνούς κανονισμού υγείας καθώς και η έλλειψη της απαιτούμενης διαφάνειας και διεθνούς αλληλεγγύης. Οι κρίσεις τονίζει ο κ. Τσουρός, δεν αντιμετωπίζονται με πολιτική βούληση της στιγμής και αυτοσχεδιασμούς. «Η πανδημία δεν είναι “κατοστάρι” που μερικοί πίστεψαν πως το κερδίσαμε πέρσι τον Απρίλιο, αλλά μαραθώνιος αντοχής, συνέπειας, προνοητικότητας και στρατηγικής σκέψης», είπε χαρακτηριστικά, και τόνισε τη σημασία της εμπιστοσύνης του κοινού προς την πολιτεία. Ο κ. Τσουρός, αναφορικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας, συμπλήρωσε πως δεν μιλάμε μόνο για πολιτικές ενίσχυσης των υπηρεσιών υγείας, αλλά για την υγεία, την ισότητα, την ευεξία, την βιωσιμότητα και την κοινωνική φροντίδα που πρέπει να είναι στο επίκεντρο όλων των πολιτικών μας. «Οφείλουμε να μην απαξιώνουμε τους θεσμούς της δημόσιας υγείας με προσωρινά μέτρα, αλλά και να επιλέγουμε επαρκείς ανθρώπους να ηγούνται των υπηρεσιών και οργανισμών δημόσιας υγείας. Επίσης, η πανδημία μάς ανάγκασε να αντιληφθούμε πως η ευαλωτότητα δεν περιορίζεται στους ηλικιωμένους και αυτούς που πάσχουν από πολυνοσηρότητες, αλλά αφορά και τους οικονομικά ασθενείς, τους φτωχούς, τους κοινωνικά αποκλεισμένους και εκείνους που γίνονται ευάλωτοι λόγω των συνθηκών ζωής τους».