Καθώς η πανδημία COVID-19 εισέρχεται πλέον στον τρίτο χρόνο της, οι προσπάθειες για το μετριασμό του κινδύνου μόλυνσης παραμένουν ζωτικής σημασίας, ειδικά για τους ευάλωτους πληθυσμούς.
Μια πρόσφατη μελέτη*, που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό JAMA, κατέδειξε ότι ο εμβολιασμός κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχει ως αποτέλεσμα διαρκή παρουσία αντισωμάτων στα βρέφη συγκριτικά με εκείνα που γεννήθηκαν από μη εμβολιασμένες αλλά μολυσμένες με COVID-19 μητέρες.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Massachusetts General Hospital στη Βοστώνη των ΗΠΑ.
Συμπεριέλαβε:
- 77 γυναίκες που εμβολιάστηκαν με δύο δόσεις εμβολίου mRNA και
- 12 γυναίκες που είχαν συμπτωματική μόλυνση από κορονοϊό μεταξύ 20ης και 32ης εβδομάδας κύησης.
Στους 2 μήνες από τη γέννηση, συλλέχθηκαν δείγματα αίματος από 49 βρέφη εμβολιασμένων μητέρων.
Στους 6 μήνες από τη γέννηση συλλέχθηκαν δείγματα από 28 βρέφη εμβολιασμένων μητέρων και από 12 βρέφη μολυσμένων μητέρων.
Μετρήθηκαν αντισώματα IgG έναντι της Spike πρωτεΐνης του κορονοϊού.
Οι εμβολιασμένες μητέρες είχαν σημαντικά υψηλότερους τίτλους αντισωμάτων κατά τον τοκετό σε σύγκριση με τις μητέρες που μολύνθηκαν (p<0,001). Ομοίως, οι αντίστοιχοι μέσοι τίτλοι του ομφάλιου λώρου ήταν υψηλότεροι μετά τον εμβολιασμό έναντι της φυσικής μόλυνσης (p<0,001). Μεταξύ των βρεφών εμβολιασμένων μητέρων στους 2 μήνες, 98% είχαν ανιχνεύσιμα αντισώματα. Οι συγκεντρώσεις τους μάλιστα συσχετίστηκαν με αυτές της μητέρας και του ομφάλιου λώρου.
Στους 6 μήνες, 57% (16/28) των βρεφών που γεννήθηκαν από εμβολιασμένες μητέρες είχαν ανιχνεύσιμα αντισώματα σε σύγκριση με μόνο 8% (1 από 12) των βρεφών που γεννήθηκαν από μητέρες που μολύνθηκαν (p<0,005).
Ούτε οι μητρικοί τίτλοι αντισωμάτων ούτε οι τίτλοι του ομφάλιου λώρου συσχετίστηκαν σημαντικά με τους βρεφικούς τίτλους αντισωμάτων στους 6 μήνες, κυρίως επειδή το 43% των βρεφών δεν είχε ανιχνεύσιμο τίτλο εκείνη τη στιγμή.
Οι έγκυοι διατρέχουν πολύ υψηλό κίνδυνο για σοβαρές επιπλοκές από COVID-19. Δεδομένης της υστέρησης στην ανάπτυξη εμβολίων για βρέφη, τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής θα πρέπει να παρακινήσουν τις εγκύους να εμβολιαστούν όχι μόνο για την ασφάλεια των ίδιων, αλλά και για να ενισχύσουν την άμυνα των μωρών τους έναντι της COVID-19.
*Τα κύρια σημεία της μελέτης αυτής συνοψίζουν οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής τους Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σταυρούλα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής), Μαριάννα Θεοδωρά (Επίκουρη Καθηγήτρια Μαιευτικής-Γυναικολογίας-Εμβρυομητρικής και Περιγεννητικής Ιατρικής), Γιώργος Δασκαλάκης (Καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας- Εμβρυομητρικής Ιατρικής), Βασιλική (Βάνα) Παπαευαγγέλου (Καθηγήτρια Παιδιατρικής-Λοιμωξιολογίας) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ).