Ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Ηρακλείου κ. Αριστοτέλης Σκουντάκης μίλησε στο DailyPharmaNews με αφορμή την κινητοποίηση όλων των φαρμακείων του Νομού Ηρακλείου την Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου «για το μεγάλο πρόβλημα των ελλείψεων των φαρμάκων» –η οποία περιλάμβανε στάση εργασίας (1 μ.μ. – 2.30 μμ.), συνέντευξη Τύπου για τα τοπικά ΜΜΕ και συνάντηση στην Περιφέρεια Κρήτης όπου επιδόθηκε σχετικό ψήφισμα διαμαρτυρίας.
Ο κ. Σκουντάκης τόνισε ότι η όποια διαμαρτυρία ευαισθητοποιεί τον κόσμο για το πρόβλημα, αλλά εκείνο που μετράει για τον ίδιο περισσότερο είναι να έχουν αποτέλεσμα οι προσπάθειες. Και το αποτέλεσμα για τον ίδιο μπορεί να έρθει όταν απαντηθούν ευθαρσώς κάποια ερωτήματα, τηρηθεί η νομοθεσία, και να αναλάβουν την ευθύνη τους εκείνοι που θεσμικά είναι υποχρεωμένοι να ελέγχουν την αγορά.
Από τον Χαράλαμπο Πετρόχειλο
Ξεκαθαρίζοντας από την αρχή ότι όταν μιλά για ελλείψεις δεν αναφέρεται μόνο σε φάρμακα εξαφανισμένα από την αγορά αλλά και για τα φάρμακα που έχουν περιορισμένη επάρκεια, μιλά για μία κατάσταση που «φαίνεται να έχει ξεφύγει σε σχέση με ό,τι συνέβαινε πριν δύο –τρεις μήνες».
Ποια φάρμακα λείπουν; Διευκρινίζει ότι «τα φάρμακα που βρίσκονται σε έλλειψη μεταβάλλονται μέρα με τη μέρα και ίσως αυτό που θα πω ότι είναι έλλειψη εδώ να μην είναι έλλειψη κάπου αλλού. Εμάς γενικά μας ενδιαφέρει το ποσοστό των παραγγελιών που κάνουμε σε τι βαθμό καλύπτεται. Έχουμε μετρήσει και έχουμε βρει ότι το 30% περίπου των τεμαχίων που παραγγέλλουμε, δεν έρχονται στα φαρμακεία. Δηλαδή στα δέκα φάρμακα που παραγγέλλουμε τα τρία με τέσσερα δεν φτάνουν γιατί είναι σε έλλειψη. Είναι μεγάλο ποσοστό».
Με αυτή τη διευκρίνιση ο κ. Σουντάκης αναφέρει ότι οι ελλείψεις αφορούν τα πάντα. Από ογκολογικά φάρμακα, καρδιολογικά, αιματολογικά, ακόμη και σε Depon έχουμε πρόβλημα. Έχουμε φτάσει να μη βρίσκουμε Depon, το πιο κινήσιμο αντιπυρετικό, παυσίπονο. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει στην αγορά. Μεγάλο πρόβλημα παρατηρείται και με τα φάρμακα του αναπνευστικού που τώρα έχουν μεγάλη ζήτηση λόγω του κορονοϊού καθώς άνθρωποι που βγαίνουν από τη νοσηλεία ή από τη νόσηση είναι πιθανό να αντιμετωπίσουν προβλήματα και γι’ αυτό χρειάζονται αγωγή με εισπνεόμενα τα οποία όμως, όπως λέει ο κ. Σκουντάκης είναι σε έλλειψη ή μειωμένη επάρκεια στην αγορά.
Γιατί όμως τώρα αυτή η κινητοποίηση; Είναι τα πολλά καθημερινά παράπονα από τους φαρμακοποιούς που δεν βρίσκουν το φάρμακο που πρέπει να δώσουν στον ασθενή που μπαίνει στο φαρμακείο τους. «Και βεβαίως κάτι μπορεί να συμβεί παροδικά. Αυτό όμως που μας κινητοποίησε είναι το ότι βλέπουμε να αυξάνεται καθημερινά το ποσοστό των φαρμάκων σε μία παραγγελία μας που δεν ικανοποιείται πλέον».
Στο ερώτημα για το εάν έχουν σταλεί επιστολές για το θέμα στους αρμόδιους κεντρικούς φορείς, ο κ. Σκουντάκης απαντά πως υπάρχουν επιστολές προς τον Πανελλήνιο Φαρμακευτικό Σύλλογο, τονίζοντας πως «δεν υποκαθιστούμε σε καμία περίπτωση τον Πανελλήνιο κι ούτε έχω τη φιλοδοξία να “καπελώσω” την όποια προσπάθεια θα κάνει ο Πανελλήνιος. Ίσα – ίσα που τη στηρίζω».
Αυτό που έχει κάνει ο Φαρμακευτικός Σύλλογος Ηρακλείου είναι να έρθει σε επαφή «με αρμόδιους φορείς, τους τοπικούς πάντοτε, και με τις τοπικές φαρμακαποθήκες, το Συνεταιρισμό και τις ιδιωτικές φαρμακαποθήκες που εξυπηρετούν κι αυτές ένα μεγάλο μέρος των μελών μας».
Εκείνο πάντως που μετρά περισσότερο για τον πρόεδρο του Συλλόγου είναι όχι τόσο η όποια κινητοποίηση όσο η αποτελεσματικότητά της. Tο να συμβάλλει στο να μπορούν οι φαρμακοποιοί και κατ’ επέκταση και οι ασθενείς να βρίσκουν το φάρμακό τους, την ώρα που το έχουν ανάγκη. Υπ’ αυτήν την έννοια θεωρεί ότι η πρόσφατη κινητοποίηση είχε αποτέλεσμα καθώς ακούστηκε όχι μόνο στο νομό Ηρακλείου αλλά σε όλη την Κρήτη ευαισθητοποιώντας τον κόσμο για το θέμα. Αυτό όμως που περιμένει να δει είναι παρεμβάσεις για διευθέτηση του προβλήματος στον μέγιστο δυνατό βαθμό
Υπάρχουν λύσεις
Μία κίνηση για τον ίδιο που θα συνέβαλε αποφασιστικά θα ήταν «να απαγορευτεί το κλείδωμα του φαρμάκου, του εμπορικού σκευάσματος από τον γιατρό, επομένως όταν ένα φάρμακο έχει δέκα γενόσημα θα μπορούσε να υπάρχει μία συνεννόηση μεταξύ του γιατρού και του φαρμακοποιού, να αλλάζει το φάρμακο επί τόπου και να σταματήσουν σε κάποιες περιπτώσεις να έχουν μία αλαζονική συμπεριφορά».
Μεγάλη ευθύνη για το ίδιο έχει η πολιτεία που «εξακολουθεί να μην εκσυγχρονίζει το ηλεκτρονικό σύστημα συνταγογράφησης, όπως απαιτούν οι προδιαγραφές της επιστήμης, και της ιατρικής και της φαρμακευτικής. Σε όλο τον εξελιγμένο κόσμο δεν υπάρχει συνταγογράφηση εμπορικού σκευάσματος και με δεδομένο το πρόβλημα των ελλείψεων θα έπρεπε το σύστημα να είναι πιο ευέλικτο, να μη γίνεται φασαρία κάθε φορά. Όταν ένα φάρμακο δηλώνεται σε έλλειψη αμέσως να δίνεται η δυνατότητα μέσα από το ηλεκτρονικό σύστημα να έχει επιλογές ο φαρμακοποιός και πάντα σε συνεννόηση με τον γιατρό».
Βέβαια, συνεχίζει, «δεν θα πρέπει να περιορίζουμε το πρόβλημα στη συνταγογραφική συμπεριφορά του κάθε γιατρού. Οι ελλείψεις οφείλονται σε άλλα ζητήματα τα οποία και ο Πανελλήνιος μπορεί να τα θίγει δημόσια αλλά επί της ουσίας θα πρέπει κάποια στιγμή να αρχίσουμε να μιλάμε με ονόματα. Ποιοι κάνουν τις εξαγωγές; Ποιες είναι οι παράνομες φαρμακαποθήκες και τα παράνομα φαρμακεία που κάνουν εξαγωγές; Γιατί η πολιτεία δεν τους έχει μέχρι σήμερα πιάσει; Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί γιατί δεν τους έχουν σταματήσει; Γιατί δεν τηρείται ο νόμος για την υποχρέωση κάλυψης τριών μηνών επάρκειας φαρμάκων στην Ελλάδα πριν γίνουν εξαγωγές; Και το κύριο ερώτημα είναι ποιος λογοδοτεί για όλα αυτά τα ζητήματα;».