Τα πρόσφατα περιστατικά που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας για το 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και τα οποία οδήγησαν στις έκτακτες κρίσεις, είναι μέρος των παθογενειών των στρατιωτικών νοσοκομείων που είχε διακρίνει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας ανέφερε ο υφυπουργός Γιάννης Κεφαλογιάννης εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση θα αναβαθμίσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους ένστολους.
«Προφανώς τα περιστατικά αυτά δεν ήταν σε γνώση μας… Υφίστανται παθογένειες δεκαετιών και γι’ αυτό θυμίζω ότι τον Οκτώβριο παρουσιάσαμε με τον κ. Δένδια, στο Υπουργικό Συμβούλιο, ένα νέο νομοσχέδιο για την ενίσχυση του στελεχιακού δυναμικού των στρατιωτικών νοσοκομείων και την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών» ανέφερε ο κ. Κεφαλογιάννης.
Ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας ανέφερε πάντως ότι τα τελευταία «απαράδεκτα περιστατικά», διερευνώνται και ήταν αυτά που προκάλεσαν τις έκτακτες κρίσεις. «Δεν πρέπει όμως να ισοπεδώνουμε το τεράστιο κοινωνικό έργο το οποίο επιτελούν οι υγειονομικοί των Ενόπλων Δυνάμεων» σημείωσε ο κ. Κεφαλογιάννης υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων ότι «τα στρατιωτικά νοσοκομεία είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση σε σχέση με ένα μέσο νοσοκομείο του ΕΣΥ».
Ο κ. Κεφαλογιάννης υπενθύμισε μάλιστα ότι πάνω από 180 στρατιωτικοί γιατροί καλύπτουν κενά σε μια σειρά από νοσοκομεία του ΕΣΥ, σε περιοχές όπως οι Σέρρες, η Κομοτηνή, η Ξάνθη, όπου όπως είπε, αν έλειπαν οι στρατιωτικοί γιατροί θα είχαν καταρρεύσει. Σε ότι αφορά το ΕΚΑΒ, ο στρατός διαθέτει 225 άτομα σε πληρώματα. Παράλληλα διέψευσε για μια ακόμη φορά το ενδεχόμενο ένταξης των στρατιωτικών νοσοκομείων στο ΕΣΥ τονίζοντας με έμφαση πως θα διατηρήσουν την αυτοτέλειά τους.
Οι αλλαγές που προωθούνται αφορούν τον χρόνο διοίκησης, την δυνατότητα να παίρνουν την ειδίκευσή τους πιο σύντομα είπε επίσης ο υφυπουργός Εθνικής Άμυνας εξηγώντας ότι στόχος του υπουργείου είναι να αντιμετωπίσει τα ζητήματα υποστελέχωσης δίνοντας κίνητρα, που θα καταστήσουν πιο ελκυστικό το επάγγελμα του στρατιωτικού γιατρού.
Στον αντίποδα των δηλώσεων Κεφαλογιάννη, ο ΓΓ της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών, Παναγιώτης Παπανικολάου, εξέφρασε τη Δευτέρα σοβαρές επιφυλάξεις για το μέλλον των στρατιωτικών νοσοκομείων επισημαίνοντας ότι η ιδιωτικοποίησή τους είναι «μνημονιακή επιταγή».
«Η υποστελέχωση και η υποχρηματοδότηση αποτελούν διαχρονικές πληγές για τα στρατιωτικά νοσοκομεία», ανέφερε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του, προσθέτοντας ότι αυτές οι συνθήκες δεν είναι τυχαίες αλλά σκόπιμες. Εξήγησε ότι τα στρατιωτικά νοσοκομεία αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα οικονομικά προβλήματα, καθώς δεν υπάγονται στο Υπουργείο Υγείας αλλά στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, γεγονός που περιορίζει τη χρηματοδότησή τους.
Ο κ. Παπανικολάου περιέγραψε την ιδιωτικοποίηση ως σταδιακή, μέσω συνεργασιών με ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και της εισόδου ιδιωτών γιατρών στις δομές των στρατιωτικών νοσοκομείων. «Αυτή η λογική της αυτοχρηματοδότησης είναι μια μνημονιακή επιταγή που ξεκίνησε από το δεύτερο μνημόνιο. Στόχος είναι το δημόσιο νοσοκομείο να εξαρτάται από ασφαλιστικά ταμεία και ιδιωτικές ασφάλειες για να καλύψει τα έξοδά του», δήλωσε, επισημαίνοντας ότι κάτι τέτοιο είναι αδιέξοδο, καθώς «τα ασφαλιστικά ταμεία είναι χρεοκοπημένα».
Αναφερόμενος στα σχέδια για συγχωνεύσεις, προειδοποίησε ότι η εξομοίωση στρατιωτικών και δημόσιων νοσοκομείων σε επίπεδο οργάνωσης και λειτουργίας ανοίγει τον δρόμο για κλείσιμο νοσοκομείων και περαιτέρω υποβάθμιση των υπηρεσιών υγείας. «Η κυβέρνηση δείχνει να ακολουθεί την ίδια τακτική που εφαρμόστηκε στο ΕΣΥ, οδηγώντας τα νοσοκομεία σε χάος», σχολίασε.
Τέλος ο κ. Παπανικολάου στάθηκε ιδιαίτερα στις συνθήκες εργασίας των στρατιωτικών γιατρών, οι οποίοι, όπως είπε, είναι «εγκλωβισμένοι» σε ένα σύστημα που υποβαθμίζει τη μισθολογική και επιστημονική αξιοπρέπειά τους. Σημείωσε ότι οι στρατιωτικοί γιατροί δεν έχουν την ελευθερία επιλογής ειδικότητας και καλούνται συχνά να εκτελούν διοικητικά καθήκοντα, τα οποία δεν συνάδουν με την ιατρική τους ιδιότητα.