Σημαντική αύξηση στη συμμετοχή της βιομηχανίας κατά 379% και των ασθενών κατά 54%
Της Τάνιας Η. Μαντουβάλου
Η Πολιτεία δαπανά, παρά την έξοδο από την κρίση, πολύ λιγότερα χρήματα για το φάρμακο συγκριτικά με τις χώρες τόσο της Νότιας όσο και της Δυτικής Ευρώπης. Στη δημόσια κατά κεφαλή νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη παρατηρείται σημαντική υστέρηση της Ελλάδας -52% και -63% έναντι των χωρών της Νότιας Ευρώπης (ΝΕ) και της Δυτικής Ευρώπης (ΔΕ) αντίστοιχα, ενώ στη δημόσια κατά κεφαλή εξω-νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, η Ελλάδα βρίσκεται στο -12% και -38% έναντι της ΝΕ και ΔΕ.
Τα συμπεράσματα ανήκουν στον Γενικό Διευθυντή του ΣΦΕΕ Μιχάλη Χειμώνα, ο οποίος επισημαίνει στο «DailyPharmaNews» ότι η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη δεν επαρκεί να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού της χώρας και ως αποτέλεσμα, οι φαρμακευτικές εταιρίες καλύπτουν την υπέρβασή της, πληρώνοντας υπέρογκα ποσά σε επιστροφές (clawback & rebates), οι οποίες μάλιστα είναι διαρκώς αυξανόμενες, χωρίς όριο και χωρίς καμία προβλεψιμότητα. «Ενδεικτικά αναφέρω ότι η συνολική εξω-νοσοκομειακή δημόσια φαρμακευτική δαπάνη (συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης συμμετοχής των ασθενών και της φαρμακοβιομηχανίας) ξεπερνάει τα €3,9 δισεκατ. το 2020. Η μείωση της δημόσιας εξωνοσοκομειακής χρηματοδότησης την περίοδο 2012-2020 κατά περίπου 31%, είχε ως αποτέλεσμα την σημαντική αύξηση στη συμμετοχή της βιομηχανίας την ίδια περίοδο κατά 379% και των ασθενών κατά 54%».
Η υποχρηματοδότηση της δημόσιας υγείας και του φαρμάκου, οδηγούν στην αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες υγείας και νέες θεραπείες
Το σύστημα υγείας της χώρας μας, όπως και όλων των ευρωπαϊκών χωρών, αντιμετωπίζει σήμερα πρωτόγνωρες προκλήσεις, ειδικά λόγω της αυξημένης ζήτησης για σύνθετη και δαπανηρή υγειονομική φροντίδα, λέει ο Γενικός Διευθυντής του ΣΦΕΕ, για να συμπληρώσει στη συνέχεια ότι η υποχρηματοδότηση της δημόσιας υγείας και του φαρμάκου για πολλά χρόνια, ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, οι δημογραφικές αλλαγές με την συνεχή γήρανση του πληθυσμού, η αύξηση των χρονίως νοσούντων, οι περιορισμένοι πόροι στην πρόληψη, αλλά και απειλές όπως η μικροβιακή αντοχή και η κλιματική αλλαγή, οδηγούν στην αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες υγείας και νέες θεραπείες. Η πανδημία μάλιστα της COVID-19 ώθησε το σύστημα υγείας στα όριά του, αποκαλύπτοντας και επιδεινώνοντας σοβαρά υποκείμενα προβλήματα και ελλείψεις, προερχόμενα από την υποχρηματοδότηση και τις στρεβλώσεις δεκαετιών.
Η Πολιτεία οφείλει να βελτιώσει την απόδοση της φαρμακευτικής δαπάνης χρησιμοποιώντας τα εργαλεία ψηφιακής τεχνολογίας
Οι υγειονομικές και κοινωνικές συνθήκες δημιουργούν μεγάλη πίεση στο σύστημα υγείας, καθώς έχουμε μεγάλο αριθμό -και συνεχώς αυξανόμενο- γηραιού πληθυσμού, βρισκόμαστε στη δεύτερη θέση καπνιστών ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης, έχουμε μεγάλο ποσοστό παχυσαρκίας (και δυστυχώς και στα παιδιά), έχουμε μειωμένους προϋπολογισμούς για πρόληψη και είμαστε και ανάμεσα στις χώρες με τα χαμηλότερα επίπεδα Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης, σημειώνει ο κ. Χειμώνας. «Παρά τις ως άνω προκλήσεις, ο ΣΦΕΕ είναι αισιόδοξος για ένα πιο υγιές μέλλον. Αρκεί τώρα να προτεραιοποιήσουμε την υγεία σε πολιτικό και δημόσιο επίπεδο, ανοίγοντας το δρόμο για να ενδυναμώσουμε το σύστημα υγείας. Η διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού συστήματος υγείας ξεκινά με τη χρηματοδότησή του ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας μας. Προφανώς δεν μπορούμε να φτάσουμε εν μια νυκτί άλλες δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά σταδιακά μπορούμε να εξισωθούμε με αντίστοιχες χώρες της Νότιας Ευρώπης. Ταυτόχρονα, η Πολιτεία χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της ψηφιακής τεχνολογίας θα πρέπει να βελτιώσει την απόδοση της φαρμακευτικής δαπάνης, μέσω εδραιοποίησης συστημάτων ελέγχου, όπως είναι τα πρωτόκολλα, τα Μητρώα Ασθενειών, ο ηλεκτρονικός φάκελος ασθενή, η ηλεκτρονική συνταγογράφηση στα νοσοκομεία, οι διαγωνισμοί στα νοσοκομεία, αλλά και επέκταση των διαπραγματεύσεων, μέσω της αντίστοιχης Επιτροπής».
Η Κυβέρνηση δεν πρέπει πλέον να θεωρεί τις δαπάνες για την υγεία ως κόστος ή στόχο για βραχυπρόθεσμο περιορισμό του κόστους, αλλά ως κοινωνική επένδυση τόσο στην ευημερία των πολιτών όσο και στο οικονομικό μας μέλλον. Η καλύτερη υγεία οδηγεί στην ευημερία της κοινωνίας και της ανάπτυξης, τονίζει ο Γενικός Διευθυντής του ΣΦΕΕ. «Στοχεύοντας στη βιωσιμότητα και προβλεψιμότητα, οι θέσεις του ΣΦΕΕ (αποτέλεσμα ενδελεχούς μελέτης της Delloitte 2020), τις οποίες έχει παρουσιάσει στην Κυβέρνηση ήδη από τον Ιούνιο του 2020, συνοψίζονται σε 7 πυλώνες δράσεων:
1ος: Επαναπροσδιορισμός της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης.
2ος: Αύξηση αποτελεσματικότητας.
3ος : Αναθεώρηση του μηχανισμού επιστροφών (clawback).
4ος : Ενίσχυση της πρόσβασης των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες.
5ος: Προώθηση επενδύσεων.
6ος : Ενίσχυση εποπτείας συστήματος και αξιοποίηση ψηφιακών δυνατοτήτων.
7ος : Προώθηση κοινωνικής και ηθικής Ευθύνης.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, ο ΣΦΕΕ έχει θέσει στη διάθεση της Πολιτείας τις δυνάμεις του για μια νέα εξορθολογισμένη φαρμακευτική πολιτική ως ασπίδα προστασίας σε ένα ισχυρό σύστημα υγείας».