Gatekeeping, έλλειψη γιατρών αλλά και οργάνωσης, προκαλεί αναστάτωση στους γιατρούς

 

Συγκέντρωση διαμαρτυρίας διοργάνωσαν έξω από το υπουργείο Υγείας σήμερα Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου το μεσημέρι, οι γενικοί οικογενειακοί γιατροί, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την Καθολική Κάλυψη Υγείας του Πληθυσμού.

 

Όπως επισημαίνουν, η καθολική πρόσβαση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη των στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης και οικουμενική προτεραιότητα. 

Εν τω μεταξύ, αναστάτωση και …απορίες δημιουργεί η κατάσταση που έχει προκύψει με το gatekeeping και το ρόλο των οικογενειακών γιατρών στην Πρωτοβάθμια φροντίδα Υγείας και στους υπόλοιπους γιατρούς. Όπως αναφέρουν σε επιστολή τους προς τον υπουργό Υγείας οι κ.κ. Πατσουράκος και Τσάτσος από την ΠΟΣΚΕ, υπάρχουν εύλογες απορίες του τύπου «από πότε θα ισχύσει τελικά το μέτρο», «τι σημαίνει σταδιακή εφαρμογή και τι θα γίνεται με τα έκτακτα περιστατικά».

 

Θυμίζουν οι γενικοί γιατροί, μέλη της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής Οικογενειακής Ιατρικής και της Ελληνικής Ένωσης Γενικής Ιατρικής:

«Μαζί με τον υπουργό και τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα για την ΠΦΥ, ακούσαμε στην Αστάνα, στο Παγκόσμιο Συνέδριο για την ΠΦΥ, που διοργάνωσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας επ’ ευκαιρία της επετείου των 40 ετών από την ιστορική διακήρυξη της Άλμα-Άτα, το ξεκάθαρο και ηχηρό μήνυμα “There is no UHC, without PHC- Δεν μπορεί να υπάρξει καθολική κάλυψη υγείας, χωρίς οργανωμένη και ισχυρή πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας”. Ως θερμοί υποστηρικτές της ισχυρής ΠΦΥ και της καθολικής κάλυψης υγείας, δεν είναι τυχαίο που επιλέξαμε την 12η Δεκεμβρίου για να συγκεντρωθούμε έξω από το υπουργείο Υγείας, διαμαρτυρόμενοι για την νέα ΠΦΥ που υλοποιεί το υπουργείο  και που πολύ απέχει από το να καλύψει καθολικά τον ελληνικό πληθυσμό, αλλά και να πλησιάσει σε αυτή που οραματιζόμαστε.

Και πιο συγκεκριμένα αναφέρουν ότι αγωνίζονται για:

α) Καθολική κάλυψη του πληθυσμού από οικογενειακούς γιατρούς

Οι ανορθολογικές πολιτικές του Υπουργείου Υγείας στον τομέα της ΠΦΥ αποτυγχάνουν να καλύψουν ακόμα και το μισό πληθυσμό από οικογενειακούς γιατρούς, με αποτέλεσμα κάθε σκέψη για οργανωμένη ΠΦΥ, βασισμένη σε οικογενειακό ιατρό με λίστα ασθενών και σύστημα παραπομπής προς την εξειδικευμένη φροντίδα, να παραμένει στην σφαίρα της φαντασίας, έστω και αν αυτή αποτελεί μνημονιακή δέσμευση.

Τόσο στην περίπτωση των ΤΟΜΥ, όσο και στην περίπτωση των συμβεβλημένων ιδιωτών ΟΙ, είχαμε εξαρχής προδιαγράψει τα αποτελέσματα. Ο διεπιστημονικός χαρακτήρας της ομάδας υγείας των ΤΟΜΥ σίγουρα αποτελεί χαρακτηριστικό που θα μπορούσε να προωθήσει την ποιότητα των υπηρεσιών.

Δυστυχώς όμως, η αποζημίωση των οικογενειακών γιατρών με μισθό και όχι κατά κεφαλή (per capita), η αποσύνδεση της αποζημίωσης από την απόδοση και την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, η σχέση πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς και ο αβέβαιος χρονικός ορίζοντας του προγράμματος, καταδικάζουν το εγχείρημα. Μόνο γιατροί που μόλις τελειώνουν την ειδικότητα τους εξετάζουν το ενδεχόμενο εργασίας σε ΤΟΜΥ.

Το υπουργείο Υγείας μάλιστα, για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στελέχωσης των ΤΟΜΥ, δεν δίστασε να αποδυναμώσει περαιτέρω, τα ήδη αποδυναμωμένα Κέντρα Υγείας…

Ταυτόχρονα, στους ιδιώτες γιατρούς προσφέρονται εξευτελιστικές αποζημιώσεις για σύμβαση τους με τον ΕΟΠΥΥ, ως οικογενειακοί ιατροί. Τα 10 ευρώ κατ’ έτος, ανά ασθενή εγγεγραμμένο στη λίστα τους, ανάγονται τελικά σε 5,5 ευρώ μικτά ανά επίσκεψη, πολύ λιγότερα από μια επίσκεψη στον κουρέα…

Μάλιστα για να κάνουν τη σύμβαση περισσότερο ελκυστική υποχρεώνουν τον Ο.Ι. να δεσμεύει μόνο 20 ώρες την εβδομάδα για τον ΕΟΠΥΥ, όταν για τους υπερβολικά πολλούς ασθενείς της λίστας του (2250, ενώ δεν θα έπρεπε να ξεπερνούν τους 1800), θα έπρεπε να δεσμεύει τουλάχιστον 35 ώρες, με αποτέλεσμα να αναμένονται μακρές λίστες αναμονής για ραντεβού, καθώς και αδυναμία των συμβεβλημένων Ο.Ι. να αντιμετωπίζουν οξέα περιστατικά των ασθενών τους υπό την ασφαλιστική κάλυψη του ΕΟΠΥΥ.

Οι ιδιώτες γιατροί, τηρώντας αξιοπρεπή στάση στην πλειοψηφία τους, γύρισαν την πλάτη στις απαράδεκτες συμβάσεις.

Με αυτούς δε που επέλεξαν να κάνουν σύμβαση, άρχισαν ήδη τα παρατράγουδα που είχαμε προβλέψει: πρακτικές που παραπέμπουν στο παλιό, αμαρτωλό ΙΚΑ, «αυτά τα φάρμακα πρέπει να πας στον καρδιολόγο να στα γράψει ή στα γράφω εγώ το απόγευμα ιδιωτικά», μη αποδοχή ακόμα και των λίγων αιτήσεων εγγραφής σε αυτούς ασφαλισμένων, με αποτέλεσμα να υπάρχουν οικογενειακοί γιατροί που μια τους επίσκεψη να κοστίζει τελικά 100, 200 ή ακόμα και 600 ευρώ στον ΕΟΠΥΥ (1800 ευρώ το μήνα για 18, 9 ή και 3 επισκέψεις όλο το μήνα…), κλπ.

Οι επιλογές για το ΥΥ είναι δυο και αποτελούν ΚΑΙ οι δυο μονόδρομο, εφόσον επιθυμούν πραγματικά την αλλαγή υποδείγματος στην ΠΦΥ και παράλληλα συνεχίζουν να αγνοούν την πρόταση μας για συμμετοχή των ασθενών κατ΄ αναλογία του εισοδήματός τους, από 0-100%, στο μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν κόστος για οικογενειακό γιατρό, που δεν θα μπορούσε να είναι κάτω από 40 ευρώ το έτος για κάθε εγγεγραμμένο στη λίστα.
Βελτίωση των οικονομικών όρων της σύμβασης, ώστε αυτή να γίνει περισσότερο ελκυστική, περισσότεροι γιατροί να ενταχθούν στο σύστημα και περισσότεροι πολίτες να καλυφθούν χωρίς να χρειάζεται να πληρώνουν οι ίδιοι.

Η δήλωση οικογενειακού γιατρού να παραμείνει υποχρεωτική, αλλά να δοθεί η ελευθέρια στους πολίτες να δηλώνουν οι ίδιοι όποιον οικογενειακό ιατρό επιθυμούν, είτε αυτός ανήκει στο δημόσιο τομέα (ΤΟΜΥ, ΚΥ, συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ ιδιώτη), είτε ανήκει στον ιδιωτικό τομέα (αμιγώς ιδιώτης).

Ήδη η απαίτηση να δηλώνει ο πολίτης υποχρεωτικά ως οικογενειακό γιατρό, γιατρό του δημόσιου συστήματος, από μόνη της είναι καταχρηστική, καθώς περιορίζει ασφυκτικά την ελευθερία επιλογής και θέτει σε κίνδυνο μακροχρόνιες σχέσεις ιατρού – ασθενή, πόσο μάλλον όταν δεν δίνεται στους ασφαλισμένους, ούτε καν η απαραίτητη χωρητικότητα του δημόσιου συστήματος – ο απαραίτητος αριθμός οικογενειακών γιατρών, για να αντιστοιχισθούν…

Στο παραπάνω πλαίσιο είναι πραγματικά ανήκουστες τυχόν «τιμωρίες» των ασθενών, που δεν θα εγγραφούν σε οικογενειακό γιατρό του δημοσίου συστήματος, όπως κάποιοι τεχνηέντως διαρρέουν στα μέσα: Θα απολέσουν το δικαίωμα για προληπτικές εξετάσεις, οι αναρρωτικές τους άδειες δεν θα ισχύουν, δεν θα μπορούν να συνταγογραφήσουν τα φάρμακα τους.

Ακόμα και για το ποιοι γιατροί θα έχουν το δικαίωμα να διαχειρίζονται τον ατομικό ηλεκτρονικό φάκελο υγείας του ασθενούς, για το οποίο αναμένεται υπουργική απόφαση, τυχόν περιορισμός τους μόνο στους οικογενειακούς γιατρούς του δημόσιου συστήματός θα αποτελεί μια αντιεπιστημονική και επικίνδυνη προοπτική. Θα διαγιγνώσκει ο αλλεργιολόγος μια αλλεργία και δεν θα μπορεί να την δηλώσει ο ίδιος στον ιατρικό φάκελο του ασθενούς…

β) Οικογενειακό γιατρό που θα δύναται να παίξει τον πρωταρχικό του ρόλο στο σύστημα υγείας και που ο ρόλος του δεν θα αποδυναμώνεται – ακρωτηριάζεται από ανορθολογικές αποφάσεις και περιορισμούς

Οι κατά καιρούς αποφάσεις του υπουργείου Υγείας και των φορέων που εποπτεύει (ΕΟΠΥΥ, ΚΕΣΥ, κλπ) έρχονται σε απευθείας αντίθεση με την πολιτική ενδυνάμωσης της ΠΦΥ και εγκαθίδρυσης του θεσμού του οικογενειακού γιατρού που πρεσβεύει…

Γιατί δεν γίνεται ξεκάθαρο από το Υπουργείο Υγείας, πως τα συνήθη χρόνια νοσήματα στην κοινότητα αποτελούν ένα από τα κυριότερα αντικείμενα του οικογενειακού γιατρού σε όλα τα επίπεδα (διερεύνηση / διάγνωση / θεραπεία / παρακολούθηση, κλπ) και πως τα ειδικά ιατρεία, δεν είναι ιατρεία όπου απευθύνεται ο κάθε ασθενής με το σχετικό νόσημα, αλλά ιατρεία όπου ο οικογενειακός ή άλλος ιατρός παραπέμπει τους ασθενείς όταν κρίνει ότι απαιτείται (ασθενείς με διαγνωστικές ή θεραπευτικές ιδιαιτερότητες, που δεν ανταποκρίνονται σε συνήθεις θεραπευτικές πρακτικές και γενικώς που χρήζουν ιδιαίτερης αντιμετώπισης)…

Με τρόμο είδαμε τι σύστηνε για τη διαχείριση του Σακχαρώδη Διαβήτη ο καθηγητής ενδοκρινολογίας κ. Μάρκου, αναλαμβάνοντας τη θέση του προέδρου του ΚΕΣΥ και με ανακούφιση την εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα του ΥΥ κ. Γιαννόπουλου για τη συνταγογράφηση αντιδιαβητικών σκευασμάτων…

Δεν κατανοούμε γιατί εκκρεμεί ακόμα η απάντηση στην πρόταση μας να μετονομαστεί η ειδικότητα μας σε Γενική/Οικογενειακή Ιατρική, παράλληλα με την επιμήκυνση της διάρκειας ειδίκευσης από 4 σε 5 έτη που αποφασίσθηκε, γεγονός που θα σηματοδοτούσε την αλλαγή και τον νέο, κρίσιμο ρόλο που καλείται να παίξει στο Εθνικό Σύστημα Υγείας;

Δεν καταλαβαίνουμε τους παράλογους περιορισμούς, που επικυρώνονται με τη μορφή εξωφρενικών προστίμων για εκτός ορίων ειδικότητας συνταγογράφηση φαρμάκων, στη διαχείριση μερικών από τα συχνότερα χρόνια νοσήματα στην κοινότητα, όπως η ΧΑΠ, η Άνοια κλπ., ούτε τον αποκλεισμό μας από την παραπομπή σε φυσικοθεραπείες – πως θα πετύχουμε την αποκατάσταση στους ασθενείς μας, έναν από τους πολλούς μας ρόλους ως οικογενειακοί γιατροί; Να μην μιλήσουμε για τον αποκλεισμό μας από τη συνταγογράφηση επιθεμάτων σε κατακλίσεις, συνηθισμένων σε υπερήλικες, κατάκοιτους ασθενείς απομακρυσμένων χωριών, πολλά χιλιόμετρα μακριά από τον πλησιέστερο χειρουργό.

Ούτε για τον αποκλεισμό μας από την έκδοση βεβαιώσεων υγείας για άδεια οπλοκατοχής, όταν αυτή επιτρέπεται σε παθολόγους που δεν έχουν εκπαιδευτεί στην ψυχιατρική, όπως εμείς… Ούτε για τον αποκλεισμό μας από το να λειτουργήσουμε ως οικογενειακοί γιατροί για παιδιά, εφόσον το επιθυμούν οι γονείς τους, οι οποίοι πρέπει υποχρεωτικά να επιλέξουν παιδίατρο.

Τέλος, ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στην εφαρμογή της Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης.

Αντί να αποτελεί ένα όπλο στα χέρια του γιατρού για καλύτερη ποιότητα φροντίδας και προάσπιση της ασφάλειας του ασθενούς, καταλήγει να υποβαθμίζει το ρόλο του γιατρού και να περιορίζει ασφυκτικά τη σχέση ιατρού – ασθενούς στα διαλείμματα της ενασχόλησης του γιατρού με τον υπολογιστή…

Υποψιαζόμαστε πλέον πως είναι σκοπίμως φτιαγμένη «εχθρική» προς το γιατρό. Ο τρόπος με τον οποίο έχει γίνει η ενσωμάτωση των πρωτοκόλλων και η ένταξη των ασθενών σε αυτά, η παραγγελία εξετάσεων και η συνταγογράφηση φαρμάκων, δεν προάγουν την επιστημονική και ορθολογική λήψη κλινικών αποφάσεων, αλλά αντιθέτως την αστυνόμευση και πολλάκις τον περιορισμό της διαγνωστικής και θεραπευτικής προσέγγισης με αντιεπιστημονικό τρόπο.

Ευχόμαστε οι παρατηρήσεις μας να εισακουστούν, έστω την ύστατη ώρα, μπροστά στο διαφαινόμενο ναυάγιο, γιατί κανείς περισσότερο από εμάς, και αυτό το υπουργείο Υγείας το γνωρίζει καλά, δεν επιθυμεί να δει επιτέλους και στη χώρα μας ένα οργανωμένο και ισχυρό σύστημα ΠΦΥ, βασισμένο στον οικογενειακό γιατρό, που να καλύπτει όλους τους πολίτες.

Διαβάστε παρακάτω την ανοιχτή επιστολή της ΠΟΣΚΕ προς τον υπουργό Υγείας η οποία κοινοποιήθηκε και στον πρόεδρο του ΕΟΠΥΥ, Σωτήρη Μπερσίμη:

Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,

Σε συνεχείς ανακοινώσεις του Υπουργείου Υγείας και παρεμβάσεις στα ΜΜΕ εκπροσώπων του Υπουργείου γίνεται προσπάθεια εξωραϊσμού της αποτυχίας του θεσμού του Οικογενειακού Ιατρού με στοιχεία τα οποία δεν αντιστοιχούν στη πραγματικότητα.

Αναφέρθηκε ότι υπάρχουν διαθέσιμοι 4000 οικογενειακοί ιατροί εκ των οποίων οι περίπου 1000 είναι των ΤΟΜΥ και συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ και οι υπόλοιποι 3000 είναι αυτοί που υπηρετούν στα κέντρα Υγείας. Αποκρύπτεται σκοπίμως λοιπόν ότι ουσιαστικά 1000 είναι αυτοί που είναι πραγματικά οικογενειακοί ιατροί, ενώ οι άλλοι επιτάχθηκαν να κάνουν τον οικογενειακό παράλληλα με τα καθήκοντα τους στα κέντρα Υγείας και φυσικά εδώ προκύπτει το εξής ερώτημα :

Ποιο από τα καθήκοντα τους θα κάνουν αφού για να κάνουν τον οικογενειακό θα εγκαταλείψουν την δουλειά για την οποία προσλήφθηκαν δηλαδή την παροχή των υπηρεσιών τους στο κέντρο Υγείας.

Ο σοφός λαός κύριε Υπουργέ λέει σε αυτές τις περιπτώσεις ότι «δύο καρπούζια δεν χωρούν στην ίδια μασχάλη». Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι εκκρεμεί και δικαστική απόφαση με προσφυγή των ιατρών των Κέντρων Υγείας για το πόσο είναι σύννομο να είναι οικογενειακοί ιατροί παράλληλα με την λοιπή υπηρεσία τους
Παράλληλα με τον θεσμό του Οικογενειακό ιατρού από 1/1/2019 έχει αναφερθεί ότι θα ισχύσει και ο θεσμός των παραπομπών από τον οικογενειακό ιατρό στους ιατρούς λοιπών ειδικοτήτων (καρδιολόγο-πνευμονολόγο κλπ που είναι γνωστός ως gatekeeping). Σε πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Υγείας κ. Ξανθού Ανδρέα. αναφέρθηκε ότι ο θεσμός του Οικογενειακού Ιατρού θα εφαρμόζεται σταδιακά, χωρίς περαιτέρω διευκρινήσεις.

Ερωτάται λοιπόν ο κ. Υπουργός :

α) Το σύστημα παραπομπών θα ισχύσει από 1/1/2019;
β) Οι συμβάσεις των λοιπών ιατρών πλην οικογενειακών θα συνεχίσουν να ισχύουν όπως είναι σήμερα
γ) Συγκεκριμένα τι σημαίνει σταδιακή εφαρμογή του οικογενειακού ιατρού και πως θα υλοποιηθεί;
δ) Η δέσμευση ότι τα επείγοντα περιστατικά και τα χρόνια νοσήματα για τα οποία μάλιστα υπάρχουν διαγνωστικά και θεραπευτικά πρωτόκολλα, θα μπορούν να επισκέπτονται τον ειδικό ιατρό ελεύθερα είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό σύστημα και απλά θα πρέπει να ενημερώνουν τον οικογενειακό τους ιατρό παραμένει ;
ε) Τέλος τι θα γίνει με τους νέους ιατρούς πλην οικογενειακών, δηλαδή τους ιατρούς λοιπών ειδικοτήτων που ενδεχομένως θέλουν να κάνουν σύμβαση με τον ΕΟΠΥΥ και περιμένουν από το 2014. Γιατί δεν ανοίγει το σύστημα να κάνουν σύμβαση όσοι το επιθυμούν με τις παρούσες συμβάσεις για να βοηθήσουμε έτσι να γίνει μια μικρή ανάσχεση φυγής ιατρών εκτός Ελλάδος;

Αξιότιμε κ. Υπουργέ,

Η θέση μας είναι γνωστή όπως και όλου του ιατρικού κόσμου αλλά και των ασθενών. Ελεύθερη επιλογή ιατρού κατά πράξη και περίπτωση.
Ναι στον οικογενειακό ιατρό αλλά ως δικαίωμα του ασθενή και όχι ως υποχρέωση, διότι ο κάθε ασθενής θέλει τον ιατρό που εμπιστεύεται και όχι αυτόν που θα του επιβάλλεται.

Φώτιος Πατσουράκος    Αναστάσιος Τσάτσος

 

 

Μ.Τ.

 

 

Share.
Exit mobile version