Πρόσφατα δεδομένα μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Lancet δείχνουν αυξημένο κίνδυνοκαταγμάτων σε μισό εκατομμύριο επιζώντες από 20 τύπους καρκίνου.
Το ατομικό ιστορικό πολλαπλού μυελώματος, καρκίνου του προστάτη και καρκίνου του μαστού έχει συσχετιστεί με αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των οστών, ωστόσο οι συσχετίσεις σε ένα ευρύτερο φάσμα καρκίνων παραμένουν ασαφείς.
Πρωταρχικός στόχος της μελέτης που δημοσιεύτηκε πρόσφατα (6 Φεβρουαρίου 2024), στο έγκριτο διεθνές περιοδικό Lancet ήταν να συγκριθεί ο κίνδυνος οποιουδήποτε κατάγματος οστού και μείζονων οστεοπορωτικών καταγμάτων σε επιζώντες από ένα ευρύ φάσμα καρκίνων έναντι υγιών ατόμων.
Σε αυτήν τη μελέτη, χρησιμοποιήθηκαν ηλεκτρονικά αρχεία υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου που συνδέονται με νοσοκομειακά δεδομένα. Συμπεριλήφθηκαν ενήλικες (ηλικίας ≥ 18 ετών) και τα δεδομένα αφορούσαν την περίοδο από 2 Ιανουαρίου 1998 έως 31 Ιανουαρίου 2020. Η ομάδα επιζώντων από καρκίνο περιελάμβανε επιζώντες από τους 20 πιο συνηθισμένους καρκίνους. Κάθε άτομο με καρκίνο αντιστοιχήθηκε με έως και πέντε μάρτυρες (1:5) που δεν είχαν καρκίνο. Τα κύρια αποτελέσματα αφορούσαν οποιοδήποτε κάταγμα οστού και οποιοδήποτε μείζον οστεοπορωτικό κάταγμα (κατάγματα πυέλου, ισχίου, καρπού, σπονδυλικής στήλης ή εγγύς βραχιονίου) που συνέβη περισσότερο από 1 χρόνο μετά την ημερομηνία διάγνωσης του αντίστοιχου ατόμου με καρκίνο.
Η μελέτη τελικά συμπεριέλαβε 578.160 ενήλικες με καρκίνο που διαγνώστηκαν στο διάστημα 1998-2020 που αντιστοιχήθηκαν με 3.226.404 άτομα χωρίς καρκίνο. Τα αποτελέσματα συνοψίζονται παρακάτω:
- Τα αδρά ποσοστά επίπτωσης καταγμάτων σε επιζώντες καρκίνου κυμαίνονταν μεταξύ 8,39 περιπτώσεων ανά 1000 άτομα για καρκίνο του θυρεοειδούς και 21,62 περιπτώσεις ανά 1000 άτομο για πολλαπλούν μυέλωμα.
- Σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς καρκίνο, ο κίνδυνος οποιουδήποτε κατάγματος οστού ήταν αυξημένος σε 15 από τους 20 καρκίνους και για μείζονα οστεοπορωτικά κατάγματα σε 17 από τους 20 καρκίνους.
- Τα μεγέθη των επιπτώσεων διέφεραν: ήταν μεγαλύτερα για το πολλαπλούν μυέλωμα και τον καρκίνο του προστάτη και λίγο μικρότερα για καρκίνους του στομάχου, του ήπατος, του παγκρέατος, του πνεύμονα, του μαστού, των νεφρών και του κεντρικού νευρικού συστήματος.
- Μικρότερες συσχετίσεις παρατηρήθηκαν για κακόηθες μελάνωμα, λέμφωμα Non-Hodgkin, λευχαιμία και καρκίνους του οισοφάγου, του παχέος εντέρου και του τραχήλου της μήτρας.
- Αυξημένοι κίνδυνοι μείζονος οστεοπορωτικού κατάγματος σημειώθηκαν στο πολλαπλούν μυέλωμα και το κεντρικό νευρικό σύστημα, στο ήπαρ, στον προστάτη και στον καρκίνο του πνεύμονα.
- Τα μεγέθη των αποτελεσμάτων έτειναν να μειώνονται με την πάροδο του χρόνου από τη διάγνωση, αλλά παρέμειναν αυξημένα για περισσότερα από 5 χρόνια σε αρκετούς καρκίνους, όπως πολλαπλούν μυέλωμα και καρκίνους του στομάχου, του πνεύμονα, του μαστού, του προστάτη και του ΚΝΣ.
Συνοψίζοντας, οι επιζώντες των περισσότερων τύπων καρκίνου διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο κατάγματος οστών για αρκετά χρόνια μετά τον καρκίνο, με διακύμανση ανά τύπο καρκίνου. Αυτά τα ευρήματα μπορούν να βοηθήσουν σε στρατηγικές έγκαιρης αντιμετώπισης και πρόληψης των καταγμάτων σε ένα ευρύτερο φάσμα καρκίνων.
Τα νεότερα δεδομένα συνοψίζουν οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Παθολόγος, Καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής), Δρ. Μαρία Καπαρέλου (Ογκολόγος – Παθολόγος) και ο Θάνος Δημόπουλος (τ. Πρύτανης ΕΚΠΑ, Καθηγητής Ογκολογίας – Αιματολογίας και Διευθυντής της Θεραπευτικής Κλινικής).