Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Τα μωρά που γεννιούνται πρόωρα αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο θνητότητας και στην ενήλικη ζωή, ακόμη και μέχρι την τρίτη δεκαετία της ζωής τους, αποκαλύπτει μια νέα έρευνα. Είναι η πρώτη μελέτη που αποτιμά τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πρόωρης γέννησης στον κίνδυνο θνητότητας κατά την ενηλικίωση.
Ένας τοκετός είναι πρόωρος όταν το μωρό γεννιέται προτού συμπληρωθούν οι 37 εβδομάδες κύησης. Τα πρόωρα βρέφη αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη ομάδα ασθενών παιδικής ηλικίας και η πρόωρη γέννα αποτελεί πλέον τη μεγαλύτερη αιτία βρεφικής θνησιμότητας και εκ γενετής αναπηρίας τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Σχεδόν 15 εκατομμύρια βρέφη σε όλο τον κόσμο και περίπου 500.000 βρέφη στην Ευρώπη γεννιούνται πρόωρα κάθε χρόνο, δηλαδή περίπου 1 στα 10 μωρά.
Αν και η πλειονότητα των μωρών που γεννιούνται πρόωρα επιβιώνουν μέχρι την ενηλικίωση, διαρκώς αυξανόμενα στοιχεία δείχνουν ότι παραμένουν σε αυξημένο κίνδυνο θανάτου σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Προηγούμενες μελέτες επικεντρώθηκαν στα πρώτα χρόνια της ζωής των πρόωρων μωρών, εντοπίζοντας έναν αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας για τα μωρά που γεννήθηκαν πρόωρα. Μέχρι σήμερα ωστόσο καμία μελέτη δεν είχε αποτιμήσει τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πρόωρης γέννησης στον κίνδυνο θνητότητας στην ενήλικη ζωή.
Οι επιπτώσεις του πρόωρου τοκετού επιμένουν και στην ενήλικη ζωή
Ερευνητική ομάδα από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Wake Forest στην Β. Καρολίνα, θέλησε να διερευνήσει ποιες είναι οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του πρόωρού τοκετού στον κίνδυνο θνητότητας, από την βρεφική ηλικία έως και την τρίτη δεκαετία της ζωής τους.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από σχεδόν 5 εκατομμύρια γεννήσεις στον Καναδά μεταξύ 1983 και 1996. Από αυτές τις γεννήσεις, το 6,9% ήταν πρόωρες. Τα μωρά που γεννήθηκαν πρόωρα παρακολουθήθηκαν μέχρι το 2019, μια περίοδος παρακολούθησης από 23 έως 36 χρόνια.
Τα ευρήματα της μελέτης αποκάλυψαν ότι, ο πρόωρος τοκετός συνδέθηκε με αυξημένο κίνδυνο θανάτου σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι διαπιστώθηκαν στην παιδική ηλικία και συγκεκριμένα στις ηλικίες από 0-11 μηνών και από 1 έως 5 ετών. Ωστόσο, όπως προέκυψε από την μελέτη, ο κίνδυνος θανάτου ήταν υπαρκτός και κατά την ενηλικίωση, καθώς διαπιστώθηκε ότι τα άτομα που είχαν γεννηθεί πρόωρα αντιμετώπιζαν υψηλό κίνδυνο θνητότητας από κάθε αιτία ακόμη και στην τρίτη δεκαετία της ζωή τους.
«Από τα ευρήματα προκύπτει ότι, ενώ η πλειονότητα των πρόωρων βρεφών ξεπερνά τις δυσκολίες και επιβιώνει, ένα ποσοστό βρεφών αντιμετωπίζει αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου που επιμένει για δεκαετίες. Η κατανόηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων του πρόωρου τοκετού μπορεί να μας βοηθήσει να αναπτύξουμε προληπτικές στρατηγικές και να εντοπίσουμε παρεμβάσεις για τη βελτίωση της υγείας των ατόμων που γεννιούνται πρόωρα», δήλωσε η Δρ. Asma Ahmed, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας και καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Πρόληψης στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Wake Forest.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι ο πρόωρος τοκετός θα πρέπει να αναγνωριστεί ως ένας από τους βασικούς παράγοντες κινδύνου για θνησιμότητα. Επίσης, όπως τονίζουν, είναι αναγκαίο η μελλοντική έρευνα για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της πρόωρης γέννησης στον κίνδυνο θνητότητας να εστιάσει σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, όπου τα ποσοστά πρόωρων γεννήσεων είναι πολύ υψηλότερα.
Πηγή: JAMA Network Open