Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη.
Τα παιδιά με γενετική προδιάθεση για σκλήρυνση κατά πλάκας αντιμετωπίζουν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν την πάθηση μετέπειτα στην ζωή τους, αν εκτίθενται στον καπνό του τσιγάρου στο οικιακό περιβάλλον.
Η σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) είναι μια χρόνια αυτοάνοση νόσος του κεντρικού νευρικού συστήματος. Πρόκειται για μια πολυπαραγοντική νόσο, όπου σημαντικό ρόλο παίζει η γενετική προδιάθεση και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Η νόσος μπορεί να κάνει την εμφάνισή της σε οποιαδήποτε ηλικία, ωστόσο τα μεγαλύτερα ποσοστά φαίνεται να παρουσιάζονται από την ηλικία της εφηβείας μέχρι τα 45 χρόνια, με τις γυναίκες να νοσούν πιο συχνά από τους άνδρες.
Ο ρόλος του καπνίσματος στην σκλήρυνση κατά πλάκας
Ερευνητές από το Ιατρικό Κέντρο Erasmus στο Ρότερνταμ, για να διερευνήσουν τους πιθανούς παράγοντες κινδύνου που μπορεί να ενεργοποιούν την σκλήρυνση κατά πλάκας, εξέτασαν ιατρικά στοιχεία από μια μεγάλη βάση δεδομένων που παρακολουθούσε την υγεία των παιδιών στην Ολλανδία.
Για τια ανάγκες της μελέτης, συλλέχθηκαν δεδομένα για γνωστούς περιβαλλοντικούς παράγοντες κινδύνου για σκλήρυνση κατά πλάκας, όπως η μόλυνση με τον ιό Epstein Barr, τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, το κάπνισμα των γονέων, το παιδικό βάρος και τα επίπεδα υπαίθριας δραστηριότητας στην ηλικία των 5 ετών.
Στην μελέτη συμμετείχαν περίπου 5.000 παιδιά ηλικίας 9 έως 13 ετών, τα οποία υποβλήθηκαν σε τομογραφίες εγκεφάλου προκειμένου να εξεταστεί ο όγκος και οι «μικροδομές» του εγκεφάλου τους. Συλλέχθηκαν επίσης γενετικά δεδομένα για περισσότερα από 2.800 παιδιά. Οι ερευνητές παρακολούθησαν τις αλλαγές στον όγκο και τη δομή του εγκεφάλου για να βοηθήσουν στη δημιουργία αυτών των συνδέσμων.
Η έρευνα έδειξε ότι 642 παιδιά βρέθηκαν θετικά σε λοίμωξη από τον ιό Epstein Barr και 405 παιδιά είχαν εκτεθεί στο κάπνισμα των γονέων στο σπίτι.
Από τα ευρήματα διαπιστώθηκε μια συσχέτιση μεταξύ της γενετικής προδιάθεσης ενός παιδιού για σκλήρυνση κατά πλάκας, της έκθεσής του στο κάπνισμα των γονιών του και των εγκεφαλικών αλλαγών που αποτυπώθηκαν στις σαρώσεις.
Συγκεκριμένα, τα παιδιά των οποίων τα γονίδια τα έβαζαν ήδη σε υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν σκλήρυνση κατά πλάκας αργότερα στη ζωή τους και που εκτέθηκαν επίσης στο παθητικό κάπνισμα στο σπίτι, έτειναν να έχουν χαμηλότερο όγκο εγκεφάλου και χαμηλότερο όγκο «φαιάς ουσίας» στον εγκέφαλό τους.
«Από τα ευρήματα διαπιστώθηκε ότι ένας υψηλότερος γενετικός κίνδυνος ΣΚΠ σχετίζεται με αυξημένη ευπάθεια στις αρνητικές επιπτώσεις του οικιακού καπνίσματος στην ανάπτυξη του εγκεφάλου. Η αυξημένη ευπάθεια του εγκεφάλου στις επιδράσεις του καπνίσματος των γονέων μπορεί να αυξήσει την έκθεση των αντιγόνων του κεντρικού νευρικού συστήματος στο αναπτυσσόμενο ανοσοποιητικό σύστημα, αυξάνοντας τον κίνδυνο μιας ειδικής για τον εγκέφαλο αυτοάνοσης νόσου όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας» δήλωσε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Δρ. Rinze Frederik Neuteboom και ερευνητής στο Ιατρικό Κέντρο Erasmus.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ακριβής οδός με την οποία τα γονίδια και η έκθεση στον καπνό συνδυάζονται για να αυξήσουν τους εγκεφαλικούς κινδύνους δεν είναι γνωστή. Ωστόσο, θεωρούν ότι τα γονίδια ενός παιδιού μπορεί να κάνουν το ανοσοποιητικό του σύστημα ιδιαίτερα ευάλωτο στον ιό Epstein-Barr, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει προταθεί ως ένας ισχυρός παράγοντας κινδύνου για την σκλήρυνση κατά πλάκας. Ο καπνός του τσιγάρου μπορεί επίσης να επιδεινώσει τη φλεγμονή και τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, αυξάνοντας περαιτέρω τον κίνδυνο για εκδήλωση σκλήρυνσης κατά πλάκας.
Στη μελέτη διερευνήθηκαν επίσης οι ρίζες της σκλήρυνσης κατά πλάκας. Από τα ευρήματα προέκυψε πως, παρόλο που οι περισσότεροι άνθρωποι αναπτύσσουν την σκλήρυνση κατά πλάκας στην ηλικιακή περίοδο μεταξύ 20 και 40 ετών, η νόσος μπορεί να έχει τις ρίζες της από την παιδική κιόλας ηλικία.
Τα ευρήματα της μελέτης, σημειώνουν οι ερευνητές, δίνουν στους γονείς έναν ακόμη σημαντικό λόγο να εξετάσουν το ενδεχόμενο να σταματήσουν το κάπνισμα, τουλάχιστον όταν στον ίδιο χώρο βρίσκονται τα παιδιά τους, ως μέσο πρόληψης σοβαρών ασθενειών όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας.
ΠΗΓΗ: Journal of Neurology Neurosurgery & Psychiatry