Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια σοβαρή πάθηση η οποία χαρακτηρίζεται από την αδυναμία της καρδιάς να αντλήσει την απαραίτητη ποσότητα αίματος που απαιτείται για να οξυγονώσει σωστά όλα τα όργανα του σώματος. Η αδυναμία της καρδιάς να επιτελέσει τη σημαντική αυτή λειτουργία έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση αίματος και υγρών στον πνεύμονα και σε διάφορα όργανα του σώματος. Στα αρχικά στάδια εκδηλώνεται συνήθως με κόπωση, δύσπνοια, βήχα ή πρήξιμο των ποδιών.
Η εξέλιξη της νόσου διαφέρει από άτομο σε άτομο. Είναι μια πάθηση που εξελίσσεται προοδευτικά και επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Σε κάποιους ασθενείς η κατάσταση παραμένει σταθερή για μεγάλο χρονικό διάστημα ενώ σε άλλους επιδεινώνεται σε σύντομο χρονικό διάστημα και μπορεί να οδηγήσει σε οξεία καρδιακή ανεπάρκεια και οξύ πνευμονικό ή περιφερικό οίδημα.
Η καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία όμως είναι πιο συχνή η εμφάνισή της κυρίως σε άτομα άνω των 60 ετών. Σε κάποιες περιπτώσεις επίσης είναι πιθανό ένα ποσοστό παιδιών που έχουν γεννηθεί με συγγενείς καρδιοπάθειες να αναπτύξουν με την πάροδο του χρόνου καρδιακή ανεπάρκεια.
Σύμφωνα με στοιχεία του Π.Ο.Υ. περίπου 27 εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια. Στην Ευρώπη περίπου 1% – 3 % του πληθυσμού πάσχει από αυτή τη σοβαρή καρδιακή νόσο. Στην χώρα μας κάθε χρόνο 20.000 άνθρωποι διαγιγνώσκονται με καρδιακή ανεπάρκεια. Αποτελεί το πιο συχνό αίτιο νοσηλείας σε ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών.
Υπολογίζεται ότι για το 50% των ατόμων που πάσχουν από χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια το προσδόκιμο ζωής είναι πέντε χρόνια μετά την αρχική διάγνωση. Οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια που δεν προέκυψε μετά από ένα καρδιακό έμφραγμα έχουν καλύτερη πρόγνωση επιβίωσης. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει παρατηρηθεί μία σημαντική βελτίωση στον χρόνο επιβίωσης των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια που οφείλεται στην εισαγωγή νέων θεραπευτικών σχημάτων.

Αίτια

Οι πιο συχνές αιτίες που προκαλούν καρδιακή ανεπάρκεια είναι:

  • ιστορικό εμφράγματος του μυοκαρδίου
  • η στεφανιαία νόσος
  • η υψηλή αρτηριακή πίεση
  • η βαλβιδοπάθεια
  • η μυοκαρδίτιδα
  • οι συγγενείς καρδιοπάθειες
  • η ενδοκαρδίτιδα
  • οι πνευμονοπάθειες
  • ο σακχαρώδης διαβήτης
  • οι χρόνιες νεφρικές νόσοι

Παράγοντες κινδύνου που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου είναι

  • η αναιμία
  • η απνική άπνοια
  • οι χημειοθεραπείες και οι ακτινοθεραπείες
  • ο υποθυρεοειδισμός χωρίς θεραπεία
  • το κάπνισμα
  • η μεγάλη ποσότητα αλατιού στη διατροφή
  • η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ
  • η χρήση ναρκωτικών ουσιών
  • το κάπνισμα
  • η κακή διατροφή και η παχυσαρκία
  • η απουσία φυσικής άσκησης

το φύλο και η ηλικία ( οι άνδρες νοσούν συχνότερα από τις γυναίκες, αλλά η απόσταση ανάμεσα στα δύο φύλα μικραίνει με την πάροδο του χρόνου )

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα της καρδιακής ανεπάρκειας μπορεί να διαφέρουν από ασθενή σε ασθενή, ανάλογα με τον τύπο και την σοβαρότητα της νόσου. Στα αρχικά στάδια μπορεί να μην υπάρχουν εμφανή συμπτώματα όμως με τον καιρό η καρδιά «κουράζεται» και αρχίζει να εμφανίζει κάποια ή όλα από τα παρακάτω συμπτώματα:

  • παρατεταμένη έλλειψη ενέργειας, συνεχής κούραση και εξάντληση
  • δύσπνοια με την παραμικρή προσπάθεια, λαχάνιασμα
  • υγρός βήχας
  • ταχυπαλμίες
  • μείωση της όρεξης
  • δυσκολίες στον ύπνο λόγω δύσπνοιας
  • ανάγκη για συχνή ούρηση κατά τη διάρκεια της νύχτας
  • αύξηση βάρους λόγω κατακράτησης νερού
  • πρησμένα πόδια με σχηματισμό οιδημάτων
  • οίδημα στην περιοχή της κοιλιάς
  • συνεχές αίσθημα πρηξίματος ή κορεσμού
  • τάση για εμετό
  • σύγχυση, αποπροσανατολισμός, αδυναμία συγκέντρωσης
    ζάλη, λιποθυμικές τάσεις
  • συχνές πτώσεις

Διάγνωση

Η διάγνωση από το γιατρό θα βασιστεί στην κλινική εξέταση, στο ιατρικό ιστορικό, στην αξιολόγηση των συμπτωμάτων και σε ειδικές εξετάσεις όπως :

  • υπερηχογράφημα καρδιάς
  • ηλεκτροκαρδιογράφημα
  • στεφανιογραφία
  • αιματολογικές εξετάσεις
  • τεστ κοπώσεως
  • ακτινογραφία θώρακος
  • Holter 24ωρης καταγραφής του ρυθμού της καρδιάς
  • αξονική ή μαγνητική τομογραφία καρδιάς

Θεραπεία

Η θεραπευτική αντιμετώπιση της χρόνιας καρδιακής ανεπάρκειας στοχεύει στην πρόληψη επεισοδίων οξείας καρδιακής ανεπάρκειας, στη μείωση των συμπτωμάτων και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.
Για να αντιμετωπιστεί η καρδιακή ανεπάρκεια ο γιατρός θα συστήσει την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, την τακτική παρακολούθηση του ασθενούς και την αλλαγή του τρόπου ζωής. Η φαρμακευτική αγωγή τις περισσότερες φορές συνδυάζει αντιυπερτασικά, διουρητικά και αντιπηκτικά φάρμακα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η χειρουργική αντιμετώπιση είναι απαραίτητη για την ανακούφιση από τα συμπτώματα της χρόνιας καρδιακής ανεπάρκειας. Ανάλογα με την περίπτωση και την βαρύτητα του περιστατικού, ο γιατρός θα τοποθετήσει τεχνητή βαλβίδα, stents, bypass, βηματοδότη ή εμφυτεύσιμο απινιδωτή.
Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις είναι απαραίτητη η μεταμόσχευση καρδιάς. Αυτή η θεραπευτική επιλογή αφορά κατά κύριο λόγο ασθενείς ηλικίας κάτω των 65 ετών. Η μεταμόσχευση καρδιάς αποτελεί μια θεραπεία επιλογής για τους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, οι οποίοι, παρά την φαρμακευτική αγωγή που λαμβάνουν, η κατάσταση της υγείας τους συνεχίζει να επιδεινώνεται δραματικά.
Ιδιαίτερα σημαντικό για τον έλεγχο και την σταθεροποίηση της εξέλιξης της καρδιακής ανεπάρκειας είναι η υιοθέτηση ενός ισορροπημένου και υγιεινού τρόπου ζωής που θα περιλαμβάνει:

  • συνέπεια στην λήψη της φαρμακευτικής αγωγής και τακτικός ιατρικός έλεγχος
    διακοπή του καπνίσματος
  • περιορισμό στην κατανάλωση του αλατιού
  • μείωση της ποσότητας των υγρών που καταναλώνονται μέσα στην ημέρα, για να αποφευχθεί η κατακράτηση υγρών
  • αποφυγή κατανάλωσης αλκοόλ
  • μείωση ή αποφυγή καφεΐνης
  • υγιεινή διατροφή και ισορροπημένο βάρος
  • ήπια καθημερινή γυμναστική
  • ετήσιος εμβολιασμός κατά της γρίπης καθώς και εμβόλιο πνευμονιόκοκκου, για την αποφυγή των ιογενών παθήσεων του αναπνευστικού
  • καθημερινή μέτρηση της πίεσης
  • περισσότερες ώρες ύπνου και περιορισμός του άγχους
    Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια σοβαρή ιατρική πάθηση για την οποία δεν υπάρχει θεραπεία. Ωστόσο με την έγκαιρη διάγνωση, τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και τις διαθέσιμες επιλογές θεραπείας, είναι δυνατό να ελεγχθεί και πολλοί ασθενείς μπορούν να ξαναρχίσουν να έχουν μια ενεργή και φυσιολογική ζωή.
Share.
Exit mobile version