Το αντιβιόγραμμα αποτελεί μία πολύτιμη μέθοδο προσδιορισμού της κατάλληλης αντιβιοτικής ουσίας που πρέπει να χρησιμοποιηθεί, αναλόγως του είδους της βακτηριακής λοίμωξης.

Δευτερεύων στόχος του αντιβιογράμματος είναι η ανίχνευση για αναδυόμενη ανθεκτικότητα μικροβιακών στελεχών, που μπορεί να οφείλεται σε νέους μηχανισμούς αντοχής.

Ένα αντιβιόγραμμα συστήνεται συνήθως από το γιατρό όταν υπάρχει υποψία ή επιβεβαίωση βακτηριακής λοίμωξης. Επίσης, είναι αναγκαίο σε περιπτώσεις όπου η αρχική αντιβιοτική θεραπεία δεν έχει αποδειχθεί αποτελεσματική ή όταν πρόκειται για υποτροπιάζουσες λοιμώξεις.

Η ερμηνευτική ανάγνωση του αντιβιογράμματος και η πρόβλεψη των μηχανισμών αντοχής των βακτηρίων στους αντιμικροβιακούς παράγοντες είναι ουσιώδης για την κατάλληλη αντιμικροβιακή θεραπεία και την λήψη μέτρων ελέγχου της διασποράς της αντοχής.

Η πρόβλεψη είναι δύσκολη για πολυανθεκτικά βακτήρια με πολλαπλούς μηχανισμούς αντοχής και για στελέχη στα οποία η σχέση μεταξύ αντιβιογράμματος και μηχανισμού αντοχής δεν έχει πλήρως εγκατασταθεί.

Ποια  δείγματα λαμβάνονται για την επιβεβαίωση της βακτηριακής λοίμωξης

Για την επιβεβαίωση της βακτηριακής λοίμωξης και ανάλογα με τα συμπτώματα του ασθενούς, λαμβάνονται ένα ή περισσότερα μικροβιολογικά δείγματα από τη μολυσμένη περιοχή. Τα συνήθη δείγματα περιλαμβάνουν

• Δείγμα πύου ή εκκρίματος.

• Κολπικό δείγμα.

• Δείγμα πτυέλων.

• Δείγμα ούρων.

• Δείγμα αίματος.

• Δείγμα εγκεφαλονωτιαίου υγρού.

• Δείγμα από εξοπλισμό έγχυσης.

Όταν η καλλιέργεια του δείγματος αποκαλύψει την παρουσία ενός ή περισσότερων παθογόνων βακτηρίων που είναι υπεύθυνα για τα συμπτώματα της λοίμωξης, ο γιατρός θα ζητήσει αντιβιόγραμμα.

Τα αποτελέσματα του αντιβιογράμματος δίνονται από το εργαστήριο ιατρικών αναλύσεων μετά από 48 ώρες.Σε όλες τις περιπτώσεις, η αντιβιοτική θεραπεία δεν θα πρέπει να ξεκινά πριν από τη λήψη του μικροβιολογικού δείγματος, καθώς θα αλλοίωνε τα αποτελέσματα του αντιβιογράμματος.

Τι δείχνουν τα αποτελέσματα του αντιβιογράμματος

Τα αποτελέσματα ενός αντιβιογράμματος υποδεικνύουν την ευαισθησία ή την ανθεκτικότητα των βακτηρίων σε συγκεκριμένα αντιβιοτικά.

Το αντιβιόγραμμα προσδιορίζει τη “MIC”, την ελάχιστη δηλαδή συγκέντρωση (σε μg/ml) ενός αντιβιοτικού που είναι ικανή να αναστείλει το παθογόνο βακτήριο. Επιπλέον, κατηγοριοποιεί το βακτήριο σε μία από τις εξής κατηγορίες, σε σχέση με το κάθε αντιβιοτικό:

• Ευαίσθητο (susceptible – S).

• Ανθεκτικό (resistant – R).

• Ενδιάμεσαευαίσθητο (intermediate – I).

Οι πληροφορίες αυτές καθοδηγούν τον γιατρό στην επιλογή της καταλληλότερης αντιβιοτικής θεραπείας για τον ασθενή. Η επιλογή του αντιβιοτικού θα βασιστεί στο προφίλ ευαισθησίας των βακτηρίων και στην κλινική κατάσταση του ασθενούς.

Share.
Exit mobile version