ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ

Υπηρεσίες από τα φαρμακεία: Τι θέλουν οι πολίτες, τι προτιμούν οι φαρμακοποιοί

Υπηρεσίες από τα φαρμακεία: Τι θέλουν οι πολίτες, τι προτιμούν οι φαρμακοποιοί

Από τον Χαράλαμπο Πετρόχειλο

 

Τα άκρως αποκαλυπτικά στοιχεία των δύο πανελλαδικών δημοσκοπήσεων που πραγματοποίησε ο Όμιλος ΠΕΙΦΑΣΥΝ σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, τόσο σε πολίτες της επικράτειας όσο και σε φαρμακοποιούς, παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια του 6ου Συνεδρίου του Ομίλου που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 20 Νοεμβρίου, διαδικτυακά με τίτλο «Η υπεραξία του φαρμακείου στη νέα εποχή».

Στην ποσοτική έρευνα κοινού που συμμετείχαν άτομα από αστικές και αγροτικές περιοχές της χώρας μας, οι πολίτες ανέδειξαν τους νέους ρόλους που καλείται να αναλάβει ο φαρμακοποιός σήμερα προκειμένου να εξυπηρετεί τις αυξανόμενες ανάγκες τους, περιγράφοντας μάλιστα το σύνολο των υπηρεσιών υγείας που επιθυμούν πλέον να παρέχονται από τα φαρμακεία.

Παράλληλα, στη 2η έρευνα με τη συμμετοχή των φαρμακοποιών, ο κλάδος απάντησε στο κρίσιμο ερώτημα για το κατά πόσο επιθυμεί να καλύψει τις αναδυόμενες υγειονομικές ανάγκες της κοινωνίας, με ποια κριτήρια και με ποιες προτεραιότητες.

Ποιες είναι λοιπόν αυτές οι υπηρεσίες; Κατά πόσο οι πολίτες εμπιστεύονται τους φαρμακοποιούς και πόσο διατεθειμένοι είναι να πληρώσουν; Τι απαντούν οι ίδιοι οι φαρμακοποιοί και πώς επανατοποθετούν το επάγγελμά τους σε μια εποχή που πολλά υγειονομικά στερεότυπα έχουν καταργηθεί;

Τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων παρουσιάστηκαν αναλυτικά από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Alco κ. Κώστα Παναγόπουλο.

Τι θέλουν λοιπόν οι φαρμακοποιοί και ποιες είναι οι ανάγκες της κοινωνίας σε ό,τι αφορά τις νέες υπηρεσίες που θα μπορούσαν να προσφερθούν μέσα από τα φαρμακεία;

Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησης που αφορά το τι θέλει το κοινό από τους φαρμακοποιούς, τα ευρήματα προέκυψαν μέσα από μία «κλασική τηλεφωνική έρευνα κι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 600 ατόμων σε ολόκληρη την Ελλάδα, ηλικίας 25 ετών και πάνω», όπως είπε ο κ. Παναγόπουλος με τις συνεντεύξεις να πραγματοποιούνται ανάμεσα στις 3 και στις 10 Οκτωβρίου.

Για τους πολίτες εκείνες οι υπηρεσίες που από την πλευρά τους θα επιθυμούσαν να τους παρέχονται από τους φαρμακοποιούς -κατά προτεραιότητα με βάση τα ποσοστά που δήλωσαν ότι τις επιθυμούν- είναι οι πρώτες βοήθειες (90%), ο έλεγχος για αλλεργίες και αντενδείξεις νέου φαρμάκου (87%), η ενημέρωση για εθνικά προγράμματα εξετάσεων (86%), τα γρήγορα τεστ (84%), ο εμβολιασμός ενηλίκων (82%), ο έλεγχος της αποτελεσματικότητας/ασφάλειας φαρμάκου (80%), η αντιμετώπιση απλών προβλημάτων (78%), οι ενέσεις (76%), η ανίχνευση χρόνιων νόσων (76%), οι συμβουλές σε θέματα υγείας (73%), οι εμβολιαστικές ανάγκες (62%), ο εμβολιασμός για τον κορωνοϊό (62%), η εκτίμηση κινδύνου για χρόνιες νόσους (59%), ο έλεγχος βάρους (46%) και η διακοπή καπνίσματος (46%). 

Από την άλλη εάν ήθελε συγκεντρωτικά να δει κανείς ποιες υπηρεσίες επιθυμούν περισσότερο οι φαρμακοποιοί να προσφέρουν στους πολίτες, στην κορυφή -με το 100% όσων συμμετείχαν στο δείγμα να δηλώνουν θετικοί- είναι η χορήγηση ενέσιμων φαρμάκων και η αντιμετώπιση  απλών προβλημάτων υγείας, το 89% να προσφέρουν πρώτες βοήθειες, το 86% να ενημερώνουν τους πολίτες για τα εθνικά προγράμματα εξετάσεων, το 78% να κάνουν έλεγχο για χρόνιες νόσους, το 77% να προσφέρουν βοήθεια για τη διακοπή του καπνίσματος, το 72% να καταγράφουν το εμβολιαστικό ιστορικό, το 70% να βοηθούν στον έλεγχο του βάρους και να κάνουν τα εμβόλια στο φαρμακείο, το 67% να συμμετέχουν στην εκτίμηση κινδύνου για χρόνιες νόσους και το 64% να διεξάγουν τεστ και να ελέγχουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της φαρμακοθεραπείας.

Τα παραπάνω προέκυψαν από μία δεύτερη, τηλεφωνική επίσης έρευνα που έγινε σ’ ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα 400 φαρμακοποιών σε ολόκληρη την Ελλάδα και κράτησε από τις 17 έως τις 31 Οκτωβρίου.

Μεταξύ των πολύ ενδιαφερόντων ευρημάτων που προέκυψαν αξίζει κανείς να σταθεί σε εκείνα τα αφορούν στη σύγκριση του ποιες υπηρεσίες επιθυμούν να λαμβάνουν οι πολίτες και ποιες υπηρεσίες επιθυμούν να προσφέρουν οι φαρμακοποιοί.

Από τους σχετικούς πίνακες προκύπτει ότι οι πρώτες βοήθειες είναι πολύ ψηλά και για τις δύο πλευρές (90% του κοινού θέλει ο φαρμακοποιός να μπορεί να του προσφέρει πρώτες βοήθειες και 89% των φαρμακοποιών), με την ενημέρωση για εθνικά προγράμματα εξετάσεων να ακολουθεί (86% και για τις δύο πλευρές.

Οι πολίτες δήλωσαν σε ποσοστό 84% ότι επιθυμούν τη διενέργεια γρήγορων τεστ στα φαρμακεία, όπως για παράδειγμα τεστ για τη γρίπη ή τον στρεπτόκοκκο (64% των φαρμακοποιών δήλωσαν ότι θέλουν να τα διεξάγουν), 82% ότι επιθυμούν να γίνεται εμβολιασμός ενηλίκων στα φαρμακεία (70% των φαρμακοποιών δήλωσαν ότι το επιθυμούν), 80% ότι επιθυμούν τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας φαρμάκου μετά τη λήψη του (64% των φαρμακοποιών).

Οι φαρμακοποιοί από την άλλη δήλωσαν σε ποσοστό 100% ότι θέλουν την αντιμετώπιση απλών προβλημάτων υγείας από τα φαρμακεία (με τους ασθενείς να δηλώνουν ότι το επιθυμούν σε ποσοστό 78%) και τη χορήγηση ενέσιμων φαρμάκων (με το 76% των πολιτών να εκφράζουν αυτήν την επιθυμία τους).

Επίσης οι φαρμακοποιοί δήλωσαν ότι επιθυμούν σε ποσοστό 78% την ανίχνευση χρονίων νόσων (76% των πολιτών δήλωσαν ότι το θέλουν), σε ποσοστό 77% τη διακοπή του καπνίσματος μέσα από το φαρμακείο (46%), 72% τη λήψη εμβολιαστικού ιστορικού (62%) και 70% τον έλεγχο βάρους (46%).

Σχολιάζοντας ο κ. Παναγόπουλος το χαμηλό ποσοστό των πολιτών που δήλωσαν ότι είναι θετικοί στην υπηρεσία ελέγχου του βάρους μέσα από τα φαρμακεία είπε ότι «ένα μεγάλο μέρος του κοινού απάντησε αρνητικά γιατί ακριβώς θεωρεί ότι δεν έχει κάποιο πρόβλημα σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του βάρους του» ενώ παρόμοια εξηγείται και το χαμηλό ποσοστό των πολιτών που δήλωσε ότι είναι θετικό σε υπηρεσίες διακοπής του καπνίσματος καθώς «πάρα πολλοί συμμετείχαν στην έρευνα που δεν είναι καπνιστές και άρα θεώρησαν ότι αυτή η υπηρεσία δεν τους είναι απαραίτητη».

Ένα άλλο σχόλιο που έκανε ο κ. Παναγόπουλος αφορούσε το μικρό σχετικά ποσοστό των ανθρώπων που δήλωσαν ότι επιθυμούν τη λήψη εμβολιαστικού ιστορικού στα φαρμακεία (62%). Όπως είπε η μικρή επιθυμία ή σχετική απροθυμία ενός μέρους πολιτών να κρατά ο φαρμακοποιός το ιστορικό αυτό σε σχέση με την συγκριτικά μεγαλύτερη εκπεφρασμένη επιθυμία των φαρμακοποιών να λαμβάνουν στο φαρμακείο εμβολιαστικό ιστορικό «μπορεί να ερμηνευτεί σ’ ένα βαθμό από το ότι γενικώς στη χώρα μας το ζήτημα των εμβολίων βρίσκει απέναντί του κάποιους πολίτες οι οποίοι δεν το αντιμετωπίζουν ευνοϊκά – υπάρχει και στην Ελλάδα ένα κομμάτι αντιεμβολιαστικό- αλλά υπάρχει –και φάνηκε αυτό και από τις απαντήσεις- και μία διάθεση κάποιων ανθρώπων να μην είναι καταγεγραμμένα τα ιατρικά τους δεδομένα κάπου που να βρίσκονται έξω από τον έλεγχό τους».

Μια ερώτηση σε σχέση με τα εμβόλια που συμπεριέλαβε η έρευνα αφορούσε το κατά πόσο οι πολίτες επιθυμούν τη δυνατότητα διενέργειας του εμβολίου κατά της COVID 19 στα φαρμακεία, το 62% απάντησε ότι θα ήθελε να εμβολιάζεται για τον κορονοϊό και στο φαρμακείο ενώ το 28% απάντησε αρνητικά.    

Αξίζει επίσης να γίνει αναφορά στο ότι ένα 87% των πολιτών δήλωσε ότι επιθυμεί (το 11% ήταν αρνητικό) να υπάρχει μία διερεύνηση από τη μεριά του φαρμακοποιού πριν να αρχίσει να λαμβάνει ένα φάρμακο, της πιθανότητας αλλεργιών, αντένδειξης ή αλληλεπίδρασης σε σχέση και με τα υπόλοιπα φάρμακα που λαμβάνει. Αυτό το εύρημα μάλιστα αποκτά ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον σε σχέση με το γεγονός ότι οι φαρμακοποιοί, όπως προαναφέρθηκε, σε ποσοστό μόλις 64% δήλωσαν ότι επιθυμούν να διεξάγουν τεστ και να ελέγχουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της φαρμακοθεραπείας, κάτι που κάνει εντύπωση, εάν σκεφτεί κανείς ότι το φάρμακο είναι ο πυρήνας των σπουδών ενός φαρμακοποιού.      

Ένα άλλο ερώτημα επίσης που τέθηκε προς τους πολίτες και θα έπρεπε να συζητηθεί εκτενέστερα μεταξύ των φαρμακοποιών είναι εάν θα τους εξυπηρετούσε, εάν θα ήθελαν σε κάθε φαρμακείο να υπάρχει ένας ιδιαίτερος χώρος, ένας χώρος που να είναι χωρισμένος από το υπόλοιπο φαρμακείο έτσι ώστε εκεί να μπορεί να συζητά ο πολίτης με τον φαρμακοποιό και να παρέχονται κάποιες από τις υπηρεσίες προς αυτόν. Οι επτά στους δέκα πολίτες δήλωσαν ότι θα το επιθυμούσαν με δύο να δηλώνουν αρνητικοί. Μάλιστα, όπως είπε ο κ. Παναγόπουλος, έχει ενδιαφέρον ότι το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλότερο στα αστικά κέντρα και σαφώς χαμηλότερο σε αγροτικές περιοχές. «Προφανώς αυτό έχει να κάνει και με την κίνηση των πολιτών που υπάρχει στα φαρμακεία των αστικών κέντρων αλλά ίσως και με το γεγονός ότι στις αγροτικές περιοχές, όπου υπάρχουν φαρμακεία, οι πολίτες γνωρίζονται μεταξύ τους και άρα υπάρχει μία μεγαλύτερη οικειότητα που δεν απαιτεί ιδιωτικότητα μεγάλη σε σχέση με τις υπηρεσίες αυτές»  όπως σχολίασε.        

Μεταξύ των ευρημάτων της έρευνας υπήρξαν και κάποια που αφορούσαν την αποζημίωση των υπηρεσιών.

Οι πολίτες σε ποσοστό 54% δήλωσαν ότι θα πρέπει να υπάρχει κάποια αμοιβή προς τον φαρμακοποιό για κάποιες από τις υπηρεσίες που τέθηκαν στην έρευνα με τους τρεις στους δέκα να είναι αρνητικοί και ένα 16% να μην δηλώνει “δεν ξέρω/δεν απαντώ”, να μην μπορεί να τοποθετηθεί συνολικά μιας και ο όγκος των υπηρεσιών για τις οποίες ρωτήθηκαν ήταν μεγάλος.

Ένα ακόμη δεδομένο που προέκυψε αφορά την ερώτηση προς τους φαρμακοποιούς σχετικά με το «πως θα θέλατε να αποζημιώνεστε για την παροχή των υπηρεσιών; Από το κράτος, την ιδιωτική ασφάλιση, τους πολίτες ή με το μεικτό σύστημα δηλαδή ποσοστιαία και από τους τρεις;». Σχεδόν οι μισοί φαρμακοποιοί (47%) δήλωσαν ότι θέλουν να αποζημιώνονται για τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους με το μικτό σύστημα, το 38% ότι επιθυμούν αποζημίωση από το κράτος, το 6% από τους πολίτες και το 1% από την ιδιωτική ασφάλιση (με το υπόλοιπο 8% να δηλώνουν «δεν ξέρω/δεν απαντώ».