ΥΓΕΙΑ & ΕΥΕΞΙΑ

ΕΡΕΥΝΑ: Η μάστιγα των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων (β΄μέρος)

ΕΡΕΥΝΑ: Η μάστιγα των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων (β΄μέρος)

Δημοσιεύουμε σήμερα το β΄ μέρος της Έρευνας για τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις με μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση ενός ειδικού.

του Βασίλη Βενιζέλου

Το θέμα των αντιβιοτικών, ιδιαιτέρως των ισχυρών αντιβιοτικών, είναι μία πολύ σοβαρή υπόθεση. Ο σχετικός δημόσιος διάλογος έχει λάβει πλέον «πλανητικές» διαστάσεις, τόσο στο εσωτερικό της επιστημονικής ιατρικής κοινότητας όσο και στο εσωτερικό των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης των Νοσημάτων (ECDC).

Το DailyPharmaNews.gr απευθύνθηκε σε έναν μάχιμο παθολόγο λοιμώξεων  –  συντονιστή διευθυντή  παθολογικής κλινικής νοσοκομείου του ΕΣΥ της περιφέρειας της χώρας μας, ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του, εξαιτίας της λεπτότητας του θέματος: «Πράγματι τα αντιβιοτικά που κυκλοφορούν και αυτά που έρχονται αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες της αυξημένης μικροβιακής αντοχής. Το ερώτημα είναι αν η φαρμακοβιομηχανία μπορεί να ανταποκριθεί στην ανάγκη παραγωγής νέων αντιβιοτικών, που να μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά λοιμώξεις από πολυανθεκτικούς οργανισμούς και αν όχι, γιατί. Εάν αναζητήσει κάποιος στοιχεία για τα υπό ανάπτυξη νέα αντιβιοτικά, θα δει ότι είναι πολύ λίγα σε σχέση με άλλες κατηγορίες φαρμάκων. Και από τα υπό ανάπτυξη λίγα, είναι αυτά που τελικά θα εγκριθεί η κυκλοφορία τους».

Η διεθνής αγορά των αντιβιοτικών

«Φαίνεται ότι οι φαρμακοβιομηχανίες απομακρύνονται από την έρευνα και παραγωγή νέων αντιβιοτικών. Οι λόγοι προφανώς είναι οικονομικοί. Ένας διαβητικός ή ένας υπερτασικός θα παίρνει τα φάρμακά του για όλη του τη ζωή. Αντίθετα  τα αντιβιοτικά και ιδιαίτερα τα νοσοκομειακά, αυτά που καταπολεμούν τις λοιμώξεις που προαναφέραμε, χορηγούνται μία φορά και μάλιστα για περιορισμένο διάστημα. Από την άλλη η διαδικασία παραγωγής ενός νέου αντιβιοτικού είναι πολύ ακριβή (από την βασική έρευνα μέχρι τις κλινικές μελέτες) και πάντα με τον κίνδυνο να μην αδειοδοτηθεί δεδομένης της αυστηρής νομοθεσίας.

Όταν το παραγόμενο φάρμακο απευθύνεται σε μεγάλο κομμάτι της αγοράς δεν υπάρχει πρόβλημα με την βιωσιμότητα και κερδοφορία τους. Αυτό, όμως, δεν συμβαίνει με την παραγωγή νέων αντιβιοτικών, όπου το κόστος για την κυκλοφορία νέου προϊόντος είναι τεράστιο και δεν αντιρροπείται από την υψηλή τιμή πώλησης, δεδομένων των περιορισμών που επιβάλλουν οι υπηρεσίες υγείας στη χρήση τους (επιστημονικά ορθών φυσικά που σκοπεύουν να τα προστατέψουν από την ανάπτυξη αντοχής)». 

Αξίζει να τονισθεί ότι, σύμφωνα με βάσιμους υπολογισμούς, στη δεκαετία απαιτούνται 25 δις δολάρια για να αποκατασταθεί η ροή της παραγωγής αντιβιοτικών. Αν αναλογισθεί κανείς ότι μόνο στις Η.Π.Α. ετησίως το κόστος της μικροβιακής αντοχής προσεγγίζει τα 20 δις δολάρια, φαίνεται ότι αξίζει τον κόπο η κρατική χρηματοδότηση.  Αυτό μπορεί να γίνει με παραδοσιακούς τρόπους αλλά και με νέους, όπως επί παραδείγματι η καθιέρωση μικρού τέλους για την ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών σε φαρμακευτικά προϊόντα ευρείας κυκλοφορίας, αναγνωρίζοντας το γεγονός ότι η ανάπτυξη πολλών τομέων της ιατρικής, εξαρτάται από την επάρκεια αντιμικροβιακής θεραπείας (π.χ. χημειοθεραπείες, χειρουργική, μεταμοσχεύσεις). Ο παθολόγος λοιμώξεων συνεχίζει:

«Την αυξημένη χρηματοδότηση την αποδέχονται και την νομοθετούν σημαντικές χώρες του πλανήτη όπως οι Η.Π.Α, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.λπ. Το δεύτερο κομμάτι αφορά νομοθετικές παρεμβάσεις που να διευκολύνουν τη χρήση των φαρμάκων αυτών σε ομάδες ασθενών που τις χρειάζονται. Σχετική είναι η έννοια του «αντιβιοτικού που απευθύνεται σε  περιορισμένο πληθυσμό», που πρόσφατα νομοθετήθηκε στις Η.Π.Α και δίνει την δυνατότητα στο F.D.A να εγκρίνει την κυκλοφορία του. Με αυτό τον τρόπο, το F.D.A μπορεί να εκτιμήσει την δυνατότητα χρήσης ενός νέου αντιβιοτικού σε ένα περιορισμένο πληθυσμό ασθενών που πάσχουν από λοίμωξη από πολυανθεκτικό μικροοργανισμό και να εκτιμήσει τη σχέση κόστους-οφέλους σε αυτό τον συγκεκριμένο πληθυσμό».

Αξίζει να σκεφθεί κανείς ότι, για παράδειγμα και σε αντιπαραβολή με όσα αναφέρονται παραπάνω, για τα αντιρετροϊκά φάρμακα, δηλαδή τα φάρμακα τα οποία χορηγούνται δωρεάν από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ στους συνανθρώπους μας οι οποίοι ζουν με τον ιό HIV/AIDS, το ελληνικό δημόσιο πληρώνει  σήμερα στην φαρμακοβιομηχανία περίπου 50 εκατ. ευρώ το χρόνο και, ασφαλώς, η σχετική τάση είναι ανοδική, καθώς εκατοντάδες νέα κρούσματα της λοίμωξης HIV/AIDS καταγράφονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα.

Τα αντιρετροϊκά φάρμακα χορηγούνται εφ’ όρου ζωής στους καταγεγραμμένους στο σχετικό μητρώο οροθετικούς και κάθε νέο, καινοτόμο αντιρετροϊκό σκεύασμα αδειοδοτείται και χορηγείται στους οροθετικούς με πολύ σύντομες, σχετικά, διαδικασίες.  Τα οφέλη και τα κίνητρα της φαρμακοβιομηχανίας για την έρευνα και την παρασκευή νέων, καινοτόμων αντιρετροϊκών φαρμάκων είναι περισσότερο από προφανή.

Τι είναι τα αντιβιοτικά;

  1. Τα αντιβιοτικά είναι χημικές ουσίες που χορηγούνται  για την αντιμετώπιση βακτηριακών και όχι ιογενώνλοιμώξεων, που προσβάλλουν  τον ανθρώπινο οργανισμό. Για παράδειγμα, δεν είναι αποτελεσματικά στο κοινό κρυολόγημα, στη γρίπη, στη βρογχίτιδα και στην πλειονότητα των ωτίτιδων.
  2. Η κατάχρηση αντιβιοτικών οδηγεί σε μειωμένη δραστικότητα αυτών, ειδικότερα όταν χορηγούνται άσκοπα (ανάπτυξη μηχανισμών «αντοχής» από τα παθογόνα).
  3. Η χώρα μας κατέχει την πρώτη θέση στην κατανάλωση αντιβιοτικών και σε λοιμώξεις από πολυανθεκτικά βακτήρια.
  4. Η αντοχή των μικροβίων στα αντιβιοτικά καθιστά δυσχερή την αντιμετώπιση των λοιμώξεων που οφείλονται σε ανθεκτικά βακτήρια και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα δημόσιας υγείας σήμερα.