ΥΓΕΙΑ & ΕΥΕΞΙΑ

Ανδρέας Ξανθός: Δεν μειώνονται για το 2018 οι δημόσιες δαπάνες για το ΕΣΥ!

Ανδρέας Ξανθός: Δεν μειώνονται για το 2018 οι δημόσιες δαπάνες για το ΕΣΥ!

Επειδή πολύς λόγος έγινε για τις νέες περικοπές δημοσίων δαπανών, τις οποίες προβλέπει ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2018 στην Υγεία, ας δούμε πως απάντησε ο ίδιος ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός, σε συνέντευξη την οποία παραχώρησε την περασμένη Κυριακή 26 Νοεμβρίου.

 

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, λοιπόν, ο Ανδρέας Ξανθός «διάβασε» ως εξής τα στοιχεία του προϋπολογισμού:

 

«Ο προϋπολογισμός του 2018 είναι ένας ακόμα προϋπολογισμός δημοσιονομικής προσαρμογής και στενότητας πόρων, χωρίς όμως περαιτέρω δυσμενείς επιπτώσεις στη λειτουργία του Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Υπάρχει ένα πρόβλημα σωστής ανάγνωσης των στοιχείων που αναγράφονται στην εισηγητική έκθεση. Δεν έχουμε μείωση του ορίου αγορών, δηλαδή των λειτουργικών δαπανών του ΕΣΥ, το οποίο παραμένει σταθερό στο πλαίσιο του Μεσοπρόθεσμου (ΜΠΔΣ). Αυτό που μειώνεται είναι η κρατική χρηματοδότηση προς τα νοσοκομεία και τις ΥΠΕ, που όμως αντισταθμίζεται από την ισοδύναμη αύξηση της μεταβίβασης πόρων του ΕΟΠΥΥ προς το ΕΣΥ και από τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα των νοσοκομείων. Αυτό που αφορά τους πολίτες και τους εργαζόμενους στο ΕΣΥ δεν είναι το ύψος των πληρωμών προς τους προμηθευτές, αλλά το ύψος της δαπάνης που μπορεί να πραγματοποιηθεί, δηλαδή το κόστος των φαρμάκων, υλικών και υπηρεσιών που μπορούν να «αγοράσουν» οι δημόσιες δομές για να λειτουργήσουν εύρυθμα. Οι πολιτικές επιλογές για την υγεία φαίνονται στα έξοδα, δηλαδή στις παροχές προς τους ασθενείς. Και τα έξοδα δεν μειώνονται. Όσον αφορά τα έσοδα, αυτά δεν εξαντλούνται μόνο στις επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Η κοινωνική ασφάλιση συνεισφέρει πολύ σημαντικά ποσά από το 2016 και μετά, ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα των νοσοκομείων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και αναμένεται να ξεπεράσουν τα 400 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2017. Το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα λοιπόν είναι η «αγοραστική δύναμη» του ΕΣΥ, η οποία έχει αυξηθεί σε σχέση με το προηγούμενο ΜΠΔΣ 2015-2018 κατά 700 εκατ. ευρώ (χωρίς το claw back)».