Ερευνητές υποστηρίζουν ότι η καθημερινή κατανάλωση φιστικιών μειώνει τον κίνδυνο εκφύλισης της ωχράς κηλίδας που σχετίζεται με την ηλικία.
Από τη Γιάννα Τριανταφύλλη
Μια νέα μελέτη υποστηρίζει ότι η συχνή κατανάλωση φιστικιών προστατεύει την υγεία των ματιών, αυξάνοντας την οπτική πυκνότητα της χρωστικής της ωχράς κηλίδας.
Τα φιστίκια είναι οι ξηροί καρποί με τη μεγαλύτερη κατανάλωση παγκοσμίως. Πλούσια σε λιπαρά οξέα, πρωτεΐνες, φυτικές ίνες και πολυφαινόλες, τα φιστίκια αντιπροσωπεύουν ένα εξαιρετικά θρεπτικό σε συστατικά σνακ που συμβάλλει σε έναν υγιεινό τρόπο ζωής. Μάλιστα, περιέχουν την περισσότερη πρωτεΐνη από οποιονδήποτε άλλο ξηρό καρπό και περισσότερες από 30 βασικές βιταμίνες και μέταλλα στο εσωτερικό τους.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι, η συχνή κατανάλωση φιστικιών ενισχύει την υγεία της καρδιάς καθώς προστατεύουν από τη στεφανιαία νόσο και μειώνουν την κακή (LDL) χοληστερόλη. Επίσης, τα φιστίκια συμβάλλουν στον έλεγχο του σακχάρου στο αίμα, έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες, βελτιώνουν την πέψη, προστατεύουν από το διαβήτη τύπου 2, τονώνουν τον οργανισμό, ελέγχουν το βάρος και ενισχύουν την πυκνότητα των μαλλιών .
Φιστίκια και υγεία των ματιών – Τι δείχνουν τα ευρήματα έρευνας
Ερευνητική ομάδα από το Friedman School of Nutrition Science and Policy στο Πανεπιστήμιο Tufts στις ΗΠΑ θέλησε να αξιολογήσει την επίδραση που έχει η συχνή κατανάλωση φιστικιών στην υγεία των ματιών και ειδικότερα στην οπτική πυκνότητα της χρωστικής της ωχράς κηλίδας (MPOD).
Το MPOD είναι ένας σημαντικός δείκτης της υγείας των ματιών, καθώς προστατεύει τον αμφιβληστροειδή και συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας, η οποία αποτελεί μια από τις βασικές αιτίες τύφλωσης στους ηλικιωμένους ενήλικες.
Η μελέτη περιελάμβανε μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή που διεξήχθη σε 36 ενήλικα άτομα, άνδρες και γυναίκες, ηλικίας μεταξύ 40 και 70 ετών. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να εντάξουν στην καθημερινή τους διατροφή την κατανάλωση 55 γρ. φιστικιών για 12 εβδομάδες.
Τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν ότι, η καθημερινή κατανάλωση φιστικιών συμβάλλει σημαντικά στην προστασία του αμφιβληστροειδούς και αυξάνει σημαντικά την οπτική πυκνότητα της χρωστικής της ωχράς κηλίδας (MPOD).
Ο ρόλος της λουτεΐνηςστην υγεία των ματιών
Οι ερευνητές αποδίδουν τα αποτελέσματα αυτή στη λουτεΐνη, μια φυτική χρωστική ουσία που υπάρχει στα φιστίκια, η οποία αποτελεί βασικό παράγοντα για την προστασία των ματιών από το μπλε (ορατό) φως και τις βλάβες που σχετίζονται με την ηλικία.Μάλιστα, τα φιστίκια Αιγίνης είναι ιδιαίτερα ευεργετικά καθώς είναι ο μόνος ξηρός καρπός με μετρήσιμη πηγή λουτεΐνης. Η λουτεΐνη, όπως εξηγούν οι ερευνητές, έχει την ικανότητα να διαπερνά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και να βοηθά στη μείωση του οξειδωτικού στρες και της φλεγμονής.
«Τα ευρήματά αυτά δείχνουν ότι τα φιστίκια δεν είναι μόνο ένα θρεπτικό σνακ, αλλά μπορεί επίσης να προσφέρουν σημαντικά οφέλη για την υγεία των ματιών. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς οι άνθρωποι γερνούν και αντιμετωπίζουν υψηλότερους κινδύνους εξασθένησης της όρασης. Ενσωματώνοντας απλώς μια χούφτα φιστίκια στη διατροφή μας, μπορούμε να βελτιώσουμε την πρόσληψη λουτεΐνης, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία των ματιών » δήλωσε η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Dr Tammy Scott, ερευνήτρια και κλινική νευροψυχολόγος στο Friedman School of Nutrition Science and Policy στο Πανεπιστήμιο Tufts.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι, οι ερευνητές βρήκαν μια σημαντική αύξηση των επιπέδων λουτεΐνης σε μόλις 6 εβδομάδες καθημερινής κατανάλωσης φιστικιών, με το αποτέλεσμα αυτό να διατηρείται σε όλη τη διάρκεια της μελέτης 12 εβδομάδων.
Σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες, τα υψηλότερα επίπεδα λουτεΐνης συνδέονται με βελτιωμένες γνωστικές επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένης της καλύτερης μνήμης και ταχύτητας επεξεργασίας.
Τα ευρήματα της μελέτης υποδηλώνουν ότι η κατανάλωση φιστικιού σε υγιείς ενήλικες θα μπορούσε να είναι μια αποτελεσματική διατροφική στρατηγική για τη διατήρηση της υγείας των ματιών. Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, μελλοντικές μελέτες θα πρέπει να αξιολογήσουν τη δυνατότητα γενίκευσης και σε άλλους πληθυσμούς.
Πηγή: The Journal of Nutrition