Οι πολιτικές υγείας που ακολουθήθηκαν ως σήμερα για τον εξορθολογισμό των δαπανών περιορίστηκαν στο Φάρμακο, παρότι αυτό αποτελεί μόνο το 15% των συνολικών δαπανών υγείας, μην αγγίζοντας το υπόλοιπο 85%. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στα χρόνια της οικονομικής κρίσης έχει μειωθεί κατά 62%. Την ίδια ώρα, οι ανάγκες των ασθενών και των ανασφάλιστων, των προσφύγων και των μεταναστών αυξάνονται…
Η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα, που τα τελευταία 3 χρόνια είναι στα 1,945 δις ευρώ, δεν επαρκεί να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού γεγονός που παραδέχεται και η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Ωστόσο, η δραστική μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης τα τελευταία χρόνια δεν επηρέασε την πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες αυτές, καθώς το βάρος το σήκωσε η φαρμακοβιομηχανία. Κι αυτό το γνωρίζουν και το παραδέχονται επίσης όλοι!
Η φαρμακοβιομηχανία έχει αναδειχτεί σε βασική πηγή χρηματοδότησης του συστήματος Υγείας, συνεισφέροντας στο 1/3 της φαρμακευτικής δαπάνης (μόνο για το 2017, επέστρεψε πάνω από 1 δις στο Δημόσιο).
Αλλά η στήριξή της αυτή όχι μόνο δεν αναγνωρίστηκε, αλλά με τα μέτρα που ψηφίστηκαν το 2017 για τα νέα φάρμακα, όπως το 25% με αναδρομική μάλιστα ισχύ και το ενοποιημένο rebate, δημιουργούνται θέματα βιωσιμότητας για τις εταιρίες του κλάδου.
Το ιστορικό
Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη αυξανόταν από το 2000-2009 κάθε χρόνο κατά 15%, ενώ από την εφαρμογή του 1ου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής μειωνόταν μεσοσταθμικά κατ’ έτος περίπου κατά 11%.
Έτσι:
Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη την περίοδο 2000-2017 ήταν 50,5 δισεκ., εκ των οποίων:
Την περίοδο 2010-2017 (7 έτη): 21,4 δισ. ευρώ
Την περίοδο 2000-2009 (9 έτη) : 29,1 δισ. ευρώ.
Το επίπεδο της υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα έχει επιδεινωθεί ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της μεγάλης διάρκειάς της και επιβαρύνονται οι ασθενείς, οι οποίοι εκ των πραγμάτων αναγκάζονται να προτεραιοποιήσουν τις ανάγκες τους και ανησυχούν για την πρόσβαση στα φάρμακά τους. Είναι γεγονός δε ότι το επίπεδο της υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα έχει επιδεινωθεί ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της μεγάλης διάρκειάς της.
Πιο συγκεκριμένα:
Οι πάσχοντες από χρόνια νοσήματα και οι μεγαλύτερες ηλικίες έχουν επωμισθεί το μεγαλύτερο βάρος της επιδείνωσης. Οι συνέπειες αυτής της συμπεριφοράς, εντοπίζονται σε δύο επίπεδα, στο προσωπικό, καθώς απειλείται ευθέως η υγεία των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, αλλά και στο συλλογικό, καθώς το δημόσιο θα κληθεί να καλύψει τα αυξημένα κόστη νοσηλείας/ αγωγής που θα προκύψουν.
Επίπεδο υγειονομικής περίθαλψης
Η ανησυχία για την επίδραση της Οικονομικής κρίσης στο επίπεδο υγειονομικής περίθαλψης, για το 2014 – 2015, καταγράφηκε ως σχεδόν καθολική, ειδικά στους πάσχοντες από χρόνια νοσήματα. Στο ίδιο κλίμα και η αντιλαμβανόμενη εξέλιξη του επιπέδου της υγειονομικής περίθαλψης, καθώς για τους 6 στους 10 (κυρίως οι πάσχοντες από χρόνια νοσήματα), η επιδείνωση θεωρείται βέβαιη, ενώ μόλις 3 στους 10 (κυρίως οι μη πάσχοντες) αναμένουν ότι θα παραμείνει σταθερό.
Οι πιο ευάλωτοι είναι και οι πιο απαισιόδοξοι καθώς αισθάνονται την επίδραση της κρίσης περισσότερο:
-Έχουν μειώσει τις ενέργειες που αφορούν την υγεία τους.
-Περίπου οι μισοί έχουν ήδη αλλάξει τις αγωγές τους, αντικαθιστώντας τες με φθηνότερα φάρμακα.
-Έχουν αυξηθεί οι εισφορές τους και η συμμετοχή τους στα φάρμακα.
-Φοβούνται ότι η περαιτέρω μείωση των τιμών θα έχει αντίκτυπο στην ποιότητα των φαρμάκων.
Η στήριξη της Φαρμακοβιομηχανίας
Η κάλυψη των ανασφάλιστων πολιτών καλύπτεται πλήρως από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, 850.000 συμπολίτες μας το 2017 καλύφθηκαν σε φάρμακα με κόστος 165 εκατ. ευρώ, μέσω των υποχρεωτικών εκπτώσεων και επιστροφών.
Αποτελεί πάγιο και διαχρονικό αίτημα της φαρμακοβιομηχανίας ο εξορθολογισμός των δαπανών Υγείας με σεβασμό στους δημοσιονομικούς περιορισμούς της χώρας, αλλά πρωτίστως με σεβασμό στον Έλληνα ασθενή. Καταθέτουν προτάσεις που περιλαμβάνουν αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού του φαρμάκου, αύξηση της χρήσης γενοσήμων, μείωση/οροφή του μηχανισμού αυτόματων επιστροφών (clawback), υποχρεωτική εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων και των μητρώων ασθενών, συνταγογραφικές οδηγίες/έλεγχος, ρεαλιστική χρηματοδότηση των νοσοκομείων, απλούστερη τιμολογιακή πολιτική κλπ.
Αλλά το κράτος αδυνατεί να αυξήσει τη διείσδυση των γενοσήμων, να ελέγξει την συνταγογράφηση, δεν ενημερώνει αποτελεσματικά το κοινό να απέχει από την υπερβολική κατανάλωση φαρμάκων, ενώ δεν μπορεί να ελέγξει αποτελεσματικά ούτε τις προμήθειες των φαρμακείων των νοσοκομείων. Σύμφωνα με μελέτες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα, η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης οφείλεται κυρίως στην αύξηση της κατανάλωσης των φαρμάκων, η οποία συνοδεύτηκε από αυξημένη ιδιωτική συμμετοχή που ανέρχεται πλέον σε 25%.
Μ.Τ.