Tη μελέτη «Ψηφιακή Υγεία και Real World Data (πραγματικών δεδομένων) στην Ελλάδα: Ο μετασχηματισμός στο οικοσύστημα της υγείας και ο αντίκτυπος στην οικονομία» παρουσίασε σήμερα το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών – ΙΟΒΕ.
Τη μελέτη εκπόνησε σε συνεργασία με το Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΒΕΟ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, με την υποστήριξη της εταιρείας MSD Ελλάδας. Τη μελέτη παρουσίασε ο επιστημονικός σύμβουλος του ΙΟΒΕ, αναπληρωτής καθηγητής ΕΜΠ, Άγγελος Τσακανίκας, ενώ εισαγωγικά σχόλια και ο συντονισμός της συζήτησης έγιναν από τον γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ, καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νίκο Βέττα.
Στην εισαγωγή του ο κ. Βέττας επισήμανε ότι τα οφέλη της ενσωμάτωσης της ανάλυσης και αξιοποίησης των RWD στο οικοσύστημα της ψηφιακής υγείας της χώρας είναι πολλαπλά, καθώς οι δυνητικές εφαρμογές RWD σχετίζονται άμεσα με το μετασχηματισμό και εξορθολογισμό της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, των δαπανών για την υγεία, την προαγωγή της κλινικής έρευνας και της καινοτομίας και τελικά και τη δημιουργία νέων ποιοτικών θέσεων εργασίας. Ο κ. Βέττας σημείωσε ότι η Ελλάδα υστερεί σε αυτόν τον τομέα, αλλά μπορούμε να καλύψουμε το κενό που υπάρχει. Είναι επίσης σημαντικό ότι ο χώρος στηρίζεται κατεξοχήν σε ανθρώπινο κεφάλαιο και καινοτομία, ως εκ τούτου ταιριάζει στο ευρύτερο αναπτυξιακό υπόδειγμα της χώρας.
Στην τοποθέτηση του ο γενικός γραμματέας Υπηρεσιών Υγείας του Υπουργείου Υγείας, Ιωάννης Κωτσιόπουλος επισήμανε ότι «καθώς έχει ωριμάσει η στρατηγική για την ψηφιακή υγεία στη χώρα μας, πιστεύω ότι είναι τώρα η κατάλληλη χρονική στιγμή να ανοίξει ο επιστημονικός διάλογος με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για τη βέλτιστη αξιοποίηση των Real World Data και τη δημιουργία ενός σύγχρονου θεσμικού πλαισίου που θα προάγει την έρευνα και την καινοτομία, θα αυξάνει την προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία και θα προστατεύει τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα των πολιτών».
Ο διευθυντής του Γραφείου του Υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κωνσταντίνος Χαμπίδης σημείωσε ότι «η ψηφιακή μεταρρύθμιση της υγείας βασίζεται πάνω στην πρόσβαση του πολίτη στα δεδομένα του».
Ο διευθυντής Εταιρικών Υποθέσεων της MSD Ελλάδας, Αντώνης Καρόκης σημείωσε ότι η μελέτη εκπονήθηκε με την υποστήριξη της MSD Ελλάδος και συνεχίζοντας, κατά τον χαιρετισμό, του ανέφερε ότι χρειαζόμαστε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση, που να θέτει την καινοτομία στο επίκεντρο, καθιστώντας την Ελλάδα χώρα πρότυπο στην εφαρμογή του ψηφιακού μετασχηματισμού στην υγεία, στην ανάλυση των μεγάλων δεδομένων πραγματικού χρόνου και άρα κέντρο αριστείας στην ανάλυση της επίδρασης της καινοτομίας.
Στα βασικά σημεία της μελέτης μπορούν να επισημανθούν τα ακόλουθα:
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του τομέα της υγείας προξενεί ήδη ριζικές αλλαγές στον τρόπο παροχής και πρόσβασης υπηρεσιών που σχετίζονται με την υγεία, με πολλαπλά οφέλη τόσο στους ασθενείς όσο και στο σύνολο της σχετικής επιστημονικής κοινότητας, επαγγελματίες και ερευνητές. Στον πυρήνα αυτής της ψηφιακής μετάβασης, τοποθετούνται η χρήση και η αξιοποίηση των πραγματικών δεδομένων (real world data) που σχετίζονται με την υγεία, μια πρακτική του εφαρμόζεται ήδη σε άλλες χώρες αλλά και στη δική μας, ωστόσο σε πρωτόλειο επίπεδο. Το εύρος των πιθανών χρήσεων διαρκώς μετασχηματίζεται από τις τεχνολογικές εξελίξεις, ενώ η συστηματική πλέον συλλογή και ψηφιοποίηση μεγάλου όγκου δεδομένων αναμένεται να ενισχύσει οριζόντια τη συνεισφορά των υπόλοιπων ψηφιακών λύσεων προς την ψηφιακή μετάβαση και τον ριζικό ανασχηματισμό των συστημάτων υγείας.
Τα πραγματικά δεδομένα που σχετίζονται με την υγεία (Real World Data – RWD) εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο της κατηγορίας των Big Data. Όμως, διαφοροποιούνται λειτουργικά και εννοιολογικά, καθώς αποτελούν μια δομημένη μορφή πληροφορίας και περιλαμβάνουν συγκεκριμένα «μοντέλα δεδομένων» που εντοπίζονται σε κατάλληλα σχεδιασμένα αποθετήρια και με συνεπή κωδικοποίηση ανά πεδίο αναφοράς. Στον πυρήνα τους, τα RWD αποτελούν δεδομένα για την εξακρίβωση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της θεραπείας/του φαρμάκου/της ιατρικής λύσης και μπορούν να δώσουν διαφοροποιημένα αποτελέσματα από αυτά των τυχαιοποιημένων κλινικών μελετών. Επιπροσθέτως, μπορούν να τεκμηριώσουν την πραγματική φροντίδα που λαμβάνουν οι ασθενείς στην κλινική, ενώ παρέχουν νέες γνώσεις σχετικά με τα πρότυπα ασθενειών και βελτιώνουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των ιατρικών παρεμβάσεων.
Τα RWD στον τομέα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης περιλαμβάνουν δεδομένα ασθενών, δεδομένα από κλινικούς ιατρούς, νοσοκομειακά δεδομένα, δεδομένα από ασφαλιστικούς φορείς και κοινωνικά δεδομένα. Αυτά μπορούν να συλλεχθούν τόσο ταυτόχρονα με το φαινόμενο που μελετούν όσο και αναδρομικά από πειραματικές μελέτες ή παρατηρήσεις της ευρύτερης κλινικής πρακτικής. Οι βασικότερες δυνητικές πηγές RWD περιλαμβάνουν μητρώα ασθενών, βάσεις δεδομένων υγειονομικής περίθαλψης ή/και ηλεκτρονικά αρχεία περίθαλψης, βάσεις δεδομένων από φαρμακεία και εταιρείες ασφάλισης υγείας, αλλά ακόμα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ερευνητικά δίκτυα που βασίζονται σε ασθενείς.
Η συνεισφορά των RWD και RWE στην ιατρική επιστήμη σχετίζεται με το μέγεθος και το εύρος τους, καθώς «ξεκλειδώνουν» ένα ευρύ φάσμα ευκαιριών για αξιοποίηση. Από την απλή καταγραφή δεδομένων που σχετίζονται με την υγεία μέχρι την επικύρωση σύνθετων βιοδεικτών και τη μελέτη της σκοπιμότητας μιας κλινικής δοκιμής, το φάσμα εφαρμογών των RWD και RWE διευρύνεται συνεχώς σε νέα πεδία: κλινικές δοκιμές, παρακολούθηση ασφάλειας/ποιότητας των φαρμάκων και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, επιδημιολογία, ταξινόμηση ασθενειών, εφαρμογές σε ποσοτικά συστήματα φαρμακολογίας, ιατρική ακριβείας, ηλεκτρονική διακυβέρνηση κτλ.
Ωστόσο, η χρήση των RWD και των RWE αντιμετωπίζει προκλήσεις και εμπόδια σε διάφορα επίπεδα. Κάποια από αυτά περιλαμβάνουν τη διασύνδεση των διαφορετικών πηγών δεδομένων, την πρόσβαση με ασφάλεια και αξιοπιστία στα δεδομένα και την έλλειψη διαμοιρασμού δεδομένων μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων του οικοσυστήματος. Το σημαντικότερο ζήτημα σχετίζεται με την έλλειψη συνεκτικών ρυθμιστικών πλαισίων με τις απαραίτητες κατευθυντήριες γραμμές για τη συλλογή και την αξιοποίησή τους, καθώς οι περισσότερες σχετικές εθνικές και υπερεθνικές στρατηγικές είτε δεν περιλαμβάνουν εξειδικευμένο πλαίσιο συστάσεων που να σχετίζονται με τα RWD, είτε αυτά βρίσκονται σε αρκετά πρώιμα στάδια.
Εστιάζοντας στην Ελλάδα, η κατάσταση του οικοσυστήματος συλλογής ψηφιακών δεδομένων της υγείας είναι αρκετά ελπιδοφόρα, καθώς μέσω ενός εκτενούς καταλόγου ηλεκτρονικών συστημάτων και αποθετηρίων δεδομένων (π.χ. ΕΟΠΥΥ, ΗΔΙΚΑ, ΕΟΔΥ, I-Health, ΕΛΣΤΑΤ, κ.ά.), διασυνδέονται περίπου 11 εκατ. χρήστες, περίπου 60 χιλ. ιατροί που συνταγογραφούν σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, φαρμακοποιοί, εξωτερικά ιατρεία νοσοκομείων, διαγνωστικά κέντρα και πάροχοι υγείας. Επιπροσθέτως, ο στρατηγικός σχεδιασμός της χώρας (μέσω του «Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0» αλλά και της Βίβλου Ψηφιακού Μετασχηματισμού) θέτει τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας στον τομέα της υγείας στον βασικό πυρήνα των δράσεων.
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το πλήθος πληροφορίας από τις διάφορες αυτές πηγές παραμένει εν πολλοίς αναξιοποίητο, με ένα θεσμικό και λειτουργικό κενό να εντοπίζεται στο κομμάτι της αλυσίδας αξίας μετά τη συλλογή των RWD, και το οποίο σχετίζεται με τη δευτερογενή επεξεργασία τους με σκοπό την παραγωγή RWE και άλλων κλινικών στοιχείων και ερευνητικών αποτελεσμάτων.
Ακολουθώντας τα παραδείγματα του εξωτερικού, η ίδρυση και λειτουργία ενός κέντρου αριστείας με αποστολή την προαγωγή της έρευνας και της καινοτομίας στον χώρο της υγείας μέσω της συλλογής και αξιοποίησης των RWD, θα μπορούσε να αναβαθμίσει συνολικά τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας στη χώρα, κεφαλαιοποιώντας τον πλούτο των διαθέσιμων δεδομένων και παρέχοντας σημαντικά οφέλη τόσο στην κοινωνία, όσο και στις επιστήμες της υγείας. Φυσικά, η υλοποίηση μιας τέτοιας επένδυσης, μπορεί να προσφέρει και άλλα οφέλη στην ελληνική οικονομία. Ειδικότερα, αξιοποιώντας ένα μεθοδολογικό υπόδειγμα ποσοτικοποίησης που βασίζεται στην ανάλυση εισροών-εκροών, για κάθε 1 εκατ. ευρώ που επενδύεται σε ένα τέτοιο εγχείρημα, η άμεση συνεισφορά του σε όρους ΑΕΠ υπολογίζεται στις 496 χιλ. ευρώ ενώ το συνολικό διαρθρωτικό όφελος της οικονομίας υπολογίζεται στις 959 χιλ. ευρώ. Σημαντική είναι επίσης και η συνεισφορά σε θέσεις εργασίας, καθώς 1 εκατ. ευρώ επένδυσης υποστηρίζει άμεσα 14 θέσεις εργασίας στον σχετικό κλάδο και 24 στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Τα δυνητικά οφέλη της ενσωμάτωσης της ανάλυσης και αξιοποίησης των ψηφιακών δεδομένων στο οικοσύστημα της ψηφιακής υγείας της χώρας είναι επομένως πολυδιάστατα. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ